Αγορές: Καλώς ήλθε το γουάν

Αγορές: Καλώς ήλθε το γουάν

Αρχές Νοεμβρίου σε εκτενή ανάλυση της στήλης «Γιατί οι αγορές διψούν για την κινεζική ανάπτυξη» είχαμε αξιολογήσει ένα μεγάλο ποσοστό της ανόδου των ασιατικών και ευρωπαϊκών αγορών, των εμπορευμάτων και των νομισμάτων που η ισχύς τους συνδέεται στενά με την έκθεση τους στην Ασία και τον κύκλο των βασικών εμπορευμάτων-δολάριο Αυστραλίας, Καναδά, νορβηγική κορώνα, πέσο Χιλής κ.α- ως την απαρχή της προεξόφλησης του οικονομικού αποτελέσματος της διαφαινόμενης απομάκρυνσης της Κίνας από την πολιτική Ζero-Covid.

Πράγματι η άνοδος αυτή είχε εξαιρετική συνέχεια και θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι αποτέλεσε τη ζωντανή απόδειξη της δίψας ενός πολύ μεγάλου μέρους της αγοράς για την κινεζική ανάπτυξη.

Έκτοτε, ο δείκτης MSCI Emergin Markets σκαρφάλωσε από τις 887 μονάδες στις 1050 μονάδες, με την BNP Paribas να προβλέπει ότι θα ανέλθει στις 1.110 μονάδες έως τα τέλη του έτους.

Ολοένα και περισσότεροι αναλυτές «βλέπουν» τις ευκαιρίες που γεννά η «απελευθέρωση» των κινεζικών καταθέσεων μόλις τελειώσει το τρέχον βαρύ επιδημικό κύμα στην Κίνα. Καταθέσεων που κατά τη διάρκεια της πανδημίας έφτασαν αισίως τα 5,6 τρισεκατομμύρια γιουάν, δηλαδή τα 836 δισεκατομμύρια δολάρια σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο του Bloomberg.

Μόλις η Κίνα λοιπόν «πληρώσει» το τίμημα του πρώτου τείχους ανοσίας, οι πολίτες της μετά από πάρα πολύ καιρό θα είναι ελεύθεροι να επιστρέψουν στις δουλειές τους, στα χόμπι τους, στη διασκέδαση τους, να ταξιδέψουν, να συνεχίσουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό και φυσικά να αρχίσουν να καταναλώνουν.

Μέσα από αυτή την οπτική γωνία, για τους κλάδους της μεταποίησης, των εμπορευμάτων, του τουρισμού, πολλών καταναλωτικών αγαθών κ.ο.κ, το άνοιγμα της Κίνας ισοδυναμεί με την επιστροφή ενός πολύτιμου κύκλου εργασιών.

Ξεκινώντας από τον κλάδο του τουρισμού που πλήγηκε ίσως όσο κανείς άλλος κλάδος κατά τη διάρκεια της πανδημίας, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού -UNWTO- η πρόσφατη άρση των ταξιδιωτικών περιορισμών που σχετίζονται με την Covid-19 στην Κίνα, τη μεγαλύτερη εξερχόμενη αγορά στον κόσμο το 2019, θεωρείται «σημαντικό βήμα» για την ανάκαμψη του τουριστικού τομέα στην Ασία, τον Ειρηνικό, αλλά και παγκοσμίως. 

Αρκεί να αναφέρουμε ότι η Κίνα προ Covid είχε έλλειμμα ισοζυγίου υπηρεσιών 260 δις δολαρίων, το 85% του οποίου αποδίδεται στον εξερχόμενο τουρισμό.

Σύμφωνα με τα στοιχεία των διεθνών κρατήσεων της Ctrip International, το 2023 η άνοδος του εξερχόμενου τουρισμού από την Κίνα θα είναι μεγάλη. Ήδη οι κρατήσεις για τις αργίες του Σεληνιακού Νέου Έτους αυξήθηκαν κατά 260% σε σχέση με έναν χρόνο πριν.

Η Natixis «ανοίγει» την εικόνα, εκτιμώντας ότι η Κίνα μπορεί να αντιπροσωπεύσει το ήμισυ της αύξησης του παγκόσμιου ΑΕΠ φέτος, επαληθεύοντας την Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, την επικεφαλή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, η οποία ήδη από το φθινόπωρο του 2022 είχε αναφέρει ότι η στροφή του Πεκίνου προς την πολιτική «live with Covid» θα κάνει την Κίνα τον μεγαλύτερο συνεισφέροντα στη μέση παγκόσμια ανάπτυξη γύρω στα μέσα του έτους 2023.

Άποψη απόλυτα λογική δεδομένου ότι η κινεζική οικονομία αντιπροσωπεύει το 18,1% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ακολουθώντας τις ΗΠΑ που καταλαμβάνουν το 23,9%.

Η εγκατάλειψη της πολιτικής «Zero Covid» αλλάζει πάρα πολλά δεδομένα και ως εκ τούτου οι αναλυτές προβλέπουν ότι η οικονομία της Κίνας θα επεκταθεί κοντά στο 5% το 2023, έναντι 3% πέρυσι, μιας και από ένα σημείο και μετά θα επανέλθει η πλήρης λειτουργία σε πολλές πόλεις ζωτικής σημασίας, όπως για παράδειγμα η Σαγκάη, ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια του κόσμου και η μεγαλύτερη αρτηρία στην παραγωγική αλυσίδα της χώρας, ή η Σεντζέν, η «Silicon Valley» της Ασίας. 

Η επιστροφή της Κίνας σε ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης συνεπάγεται αυτόματα μεγάλη ζήτηση για εμπορεύματα, κάτι εξαιρετικά καλό για χώρες όπως η Βραζιλία, η Χιλή, ο Καναδάς ή η Αυστραλία, που προμηθεύουν την Κίνα με πετρέλαιο, χαλκό, άνθρακα, σιδηρομετάλλευμα κ.α.

Ήδη η τιμή του μετάλλου που θεωρείται βαρόμετρο για την οικονομία της Κίνας, καθώς πρόκειται για μια από τις χώρες με τη μεγαλύτερη παραγωγή και κατανάλωση χαλκού στον κόσμο, έχει ανέλθει πάνω από τα 9.000 δολάρια ο τόνος.

Το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών Minmetals εκτιμά ότι το άνοιγμα της Κίνας θα βοηθήσει τον χαλκό να φτάσει τα 11.000 δολάρια, ενώ και η Goldman Sachs εκτιμά ότι μπορεί να φτάσει τα 11.500 δολάρια μέχρι τα τέλη του έτους.

(σ.σ: Να αναφέρουμε ότι πέραν της Κίνας ένας σημαντικός λόγος για την άνοδο του χαλκού είναι ότι το 2022 έκλεισε με έλλειμμα στις προμήθειες κατά 210.000 τόνους ήτοι το χαμηλότερο επίπεδο των παγκόσμιων αποθεμάτων για τα τελευταία 14 χρόνια. Η ίδια τάση θα διατηρηθεί και το 2023 σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές που αναμένουν ένα έλλειμμα στις προμήθειες της τάξεως των 169.000 τόνων).

Η άνοδος του χαλκού με τη σειρά της βοήθησε στην ενίσχυση του πέσο της Χιλής, ενώ και οι δείκτες εξόρυξης της Αυστραλίας πλησιάζουν τα ιστορικά υψηλά.

Και όλα αυτά σε προεξοφλητικό επίπεδο, μιας και η εξάπλωση της πανδημίας στον «παρθένο» πληθυσμό της Κίνας έχει προς το παρόν «μπλοκάρει» την απόφαση της για επιστροφή στην κανονικότητα.

Μόλις όμως υποχωρήσει το τρέχον κύμα της Covid 19 που σαρώνει την Κίνα από άκρη σε άκρη, τότε η επιστροφή του ασιατικού γίγαντα θα δώσει ένα μεγάλο ανοδικό τράνταγμα στην παγκόσμια ανάπτυξη και όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η HSBC: «Η ταχεία αύξηση των δαπανών των κινεζικών νοικοκυριών και των επενδύσεων θα βοηθήσει να υποστυλωθεί εκ νέου το παγκόσμιο εμπόριο, σε μια εποχή που η ζήτηση στη Δύση παραπαίει».

Ουδέν ...καλόν αμιγές κακού; 

Ένα χελιδόνι δεν φέρνει την άνοιξη και ως εκ τούτου η αναστροφή της πολιτικής Zero Covid δεν πρέπει να είναι η μόνη προτεραιότητα της κινεζικής κυβέρνησης.

Βλέπετε, η επιβράδυνση της Κίνας δεν οφείλεται αποκλειστικά στην πολιτική «Zero Covid», αλλά και στη μεγάλη πτώση στις τιμές των ακινήτων, οι οποίες αν συνεχίσουν να υποχωρούν με την ίδια δυναμική, εκ των πραγμάτων θα λειτουργήσουν ως τροχοπέδη στην δυναμική ανάκαμψη των καταναλωτικών δαπανών.

Επιπλέον, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ ή την Ευρώπη, τα κίνητρα και η υποστήριξη της κινεζικής κυβέρνησης προς τα νοικοκυριά είναι τουλάχιστον μέχρι στιγμής αρκετά περιορισμένα. 

Το δημογραφικό επίσης αρχίζει σταδιακά αλλά σταθερά να αποτελεί ένα καίρο πρόβλημα και για την Κίνα, με τον πληθυσμό της το 2022 να έχει συρρικνωθεί για πρώτη φορά μετά από έξι δεκαετίες.

Παρά ταύτα, τα παραπάνω προβλήματα σε μια κλειστή οικονομία μόνο να επιδεινωθούν θα μπορούσαν! Το άνοιγμα λοιπόν της Κίνας είναι ένα καθοριστικής σημασίας βήμα και για την αντιμετώπιση των άνω προβλημάτων.

Το πιο σημαντικό όμως ίσως πρόβλημα είναι εκείνο του παγκόσμιου πληθωρισμού. Σύμφωνα με το Bloomberg Economics η επανεκκίνηση της Κίνας θα ωθήσει μεν την ανάπτυξη σε παγκόσμιο επίπεδο, όμως την ίδια στιγμή θα προσθέσει πέριξ του 0,9% στον παγκόσμιο πληθωρισμό.

Επιπλέον, σύμφωνα με υπολογισμούς, κάθε ποσοστιαία μονάδα επιτάχυνσης στην ανάπτυξη της Κίνας προσθέτει 12% στην τιμή ενός βαρελιού πετρελαίου.

Για πολλές λοιπόν οικονομίες η επαναφορά της Κίνας στο οικονομικό γίγνεσθαι από τη μια αναμένεται να ενισχύσει τις εξαγωγές τους- μια εγχώρια ανάκαμψη στην Κίνα θα μεταφραστεί και σε μεγαλύτερη ζήτηση για εισαγωγές - και να λύσει πολλά από τα προβλήματα στις εφοδιαστικές τους αλυσίδες, αλλά την ίδια στιγμή ενδεχομένως να αυξήσει περαιτέρω τον πληθωρισμό. 

Ειδικά για την Ευρώπη η οποία θα πρέπει φέτος την άνοιξη να αρχίσει να γεμίζει τις αποθήκες της με φυσικό αέριο, LNG και πετρέλαιο, μια άνοδος των ενεργειακών τιμών δεν θα είναι και η καλύτερη εξέλιξη.

Αν και αναγνωρίζουμε ως στήλη την λογική των παραπάνω προβληματισμών, εντούτοις θα θέλαμε να προσθέσουμε ότι ναι μεν το άνοιγμα της Κίνας θα δώσει πιθανότατα ανοδική ορμή στις τιμές ενός πλήθους εμπορευμάτων, αλλά από την άλλη η εξομάλυνση των εφοδιαστικών αλυσίδων θα ασκήσει αντίρροπη δύναμη στις τιμές πολλών αγαθών. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ο πληθωρισμός που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια ξεκίνησε ακριβώς γιατί η προσφορά δεν μπορούσε να καλύψει τη ζήτηση και όχι γιατί η τελευταία ήταν υπέρμετρα μεγάλη.

Ανακούφιση για πολλές ευρωπαϊκές πολυεθνικές και όχι μόνο

Μόλις το τρέχον επιδημικό κύμα κάνει τον κύκλο του στην Κίνα και η χώρα αφήσει πίσω της το κλείσιμο των παραγωγικών της γραμμών, πολλοί από τους διεθνείς πολυεθνικούς ομίλους θα «ανασάνουν», καθώς η απεξάρτηση τους από τις εφοδιαστικές αλυσίδες της Κίνας είναι ακόμα στην αρχή. 

Όμιλοι όπως η Apple, η General Electric, η BMW, η Volkswagen και η Tesla εξαρτώνται προς το παρόν από τις κινεζικές εισαγωγές.

Ειδικότερα για την Ευρώπη, η Κίνα αποτελεί έναν μεγάλο εμπορικό εταίρο.

Αν δει κανείς τα πρόσφατα ποσοστά ανόδου των γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών θα «θυμηθεί» ότι η Κίνα έχει το μεγαλύτερο μερίδιο των συνολικών παραδόσεων τους. 

Παρατηρώντας ότι το μακροχρόνιο εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας με την Κίνα μετατράπηκε σε έλλειμμα όταν η οικονομία της ασιατικής χώρας επιβραδύνθηκε κυρίως λόγω της πολιτικής Ζero Covid, κατανοούμε ίσως καλύτερα το ανοδικό ξέσπασμα του γερμανικού δείκτη Dax αλλά και των υπόλοιπων ευρωπαϊκών δεικτών, μόλις η Κίνα αποφάσισε να χαλαρώσει τους περιορισμούς και να επιστρέψει στην κανονικότητα.

Στο σημείο αυτό να υπενθυμίσουμε ότι κορυφαία στελέχη από γερμανικές εταιρείες κολοσσούς όπως οι BASF, Volkswagen, Mercedes-Benz, BMW, Adidas, Deutsche Bank, BioNTech και Siemens, επιδιώκουν να κλείσουν νέες επικερδείς συμφωνίες με την δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, σε μια ευθεία απόδειξη ότι ακόμα και μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, οι Ευρωπαίοι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν την Κίνα ως εμπορική ευκαιρία.

Ειδικά οι BMW, Mercedes-Benz και Volkswagen έχουν διπλασιάσει τις επενδύσεις τους στην Κίνα, επιδιώκοντας μεγαλύτερη τοπική παρουσία, με την BMW να έχει ανοίξει το 2022 το τέταρτο εργοστάσιό της στη χώρα και την κοινοπραξία (JV) της Audi με την FAW να έχουν ξεκινήσει καινούργιο εργοστάσιό στο Changchun.

(ΣΣ: Πολλά περισσότερα όσον αφορά τους ολοένα και στενότερους δεσμούς της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας με την κινεζική οικονομία μπορείτε να διαβάσετε εδώ).

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά,συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.