Το ευρωπαϊκό sell off έφτασε στην Αθήνα: Η επόμενη μέρα στο Χρηματιστήριο
shutterstock
shutterstock

Το ευρωπαϊκό sell off έφτασε στην Αθήνα: Η επόμενη μέρα στο Χρηματιστήριο

Η χθεσινή βίαιη διάσπαση σημαντικών στηρίξεων του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών, έδειξε ότι οι αντοχές των επενδυτών δεν ήταν αρκετές και ότι τα ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη και οι αναπτυξιακές προοπτικές δεν κατάφεραν να αποτρέψουν την ψυχική καταπόνηση που προέκυψε από την πτώση των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων, με τον ΓΔ να υποχωρεί στις 1406 μονάδες, με το ύψος συναλλαγών να φτάνει τα 141 δισ. ευρώ. Το Χρηματιστήριο Αθηνών άντεξε για τέσσερις συνεδριάσεις μετά την Κυριακή των ευρωεκλογών.

Η πέμπτη συνεδρίαση στάθηκε όμως καταλυτική, όπως βλέπουμε και στο ακόλουθο γράφημα. Με αποτέλεσμα να αναζητούνται νέες χαμηλότερες διαγραμματικές στηρίξεις, οι οποίες θα πρέπει να υποστηριχθούν τόσο από τις ευρωπαϊκές πολιτικές εξελίξεις, όσο και από νέες εισροές κεφαλαίων.

Είναι γνωστό ότι οι χρηματιστηριακές αγορές εμφανίζουν συμπτώματα δυσανεξίας όταν αυξάνεται ο βαθμός του ρίσκου και η αίσθηση της αβεβαιότητας. Οπότε η απόφαση του προέδρου Μακρόν να οδηγηθεί η Γαλλία σε πρόωρες εκλογές και η πιθανολογούμενη αντίστοιχη εξέλιξη στη Γερμανία, συμβάλουν στη δημιουργία ενός κλίματος αναταραχής.

Με όρους πολιτικής, ίσως η προσφυγή στις εκλογές να είναι η ενδεδειγμένη, στην κατεύθυνση της εκτόνωσης του ήδη τεταμένου κλίματος στις δυο πιο σημαντικές ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο, με όρους οικονομίας, ουδείς μπορεί να είναι ικανοποιημένος από αυτές τις εξελίξεις. Και αυτό διότι πιθανολογείται ότι θα υπάρξει μια απότομη αλλαγή όχι μόνο της πολιτικής αλλά και της οικονομικής πορείας των δυο παραγωγικών μηχανών της Ευρώπης. Την ίδια στιγμή, κορυφώνεται η αγωνία για το τι μέλλει γενέσθαι με τη στάση της Τζόρτζια Μελόνι, όσον αφορά τους συσχετισμούς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Σαν αποτέλεσμα τα χρηματιστήρια της Φρανκφούρτης, των Παρισίων και του Μιλάνου βυθίζονται, συμπαρασύροντας όχι μόνο τον αντιπροσωπευτικό ευρωπαϊκό δείκτη Euro Stoxx 50, αλλά και τα μικρότερα χρηματιστήρια της Ευρωζώνης, όπως είναι αυτό των Αθηνών.

Το γενικευμένο κλίμα πολιτικής αναταραχής και οικονομικής αβεβαιότητας έχει προβληματίσει τους επενδυτές. Έτσι έχουμε μπροστά μας μια ταυτόχρονη γενικευμένη υποχώρηση των μετοχών, των ομολόγων, αλλά και του ευρώ.

Τα κυρίαρχα ερωτήματα εστιάζουν στην πορεία του δημοσίου χρέους της Γαλλίας, μετά και από την πρόσφατη υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Γαλλίας σε ΑΑ- από ΑΑ, λόγω του υψηλού δημοσιονομικού ελλείμματος από τον οίκο αξιολόγησης S&P Global, καθώς και στη βιωσιμότητα του εδραιωμένου Γαλλογερμανικού πολιτικού και οικονομικού άξονα, που ελέγχει μέχρι στιγμής όλες τις φυγόκεντρες αντιευρωπαϊκές φωνές και πρωτοβουλίες.

Ενός άξονα που μέχρι τώρα εμφάνιζε κοινές θέσεις, όσον αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία, την αύξηση των αμυντικών δαπανών και τη διαχείριση των ευρωπαϊκών πόρων. Ουδείς είναι σίγουρος για το μέλλον αυτού του ευρωπαϊκού άξονα, μετά από το ενδεχόμενο της νίκης του κόμματος της Μαρί Λεπέν και του Ζορντάν Μπαρντελά στη Γαλλία και της επιστροφής των Χριστιανοδημοκρατών στην Καγκελαρία.

Ήδη από το 2022 στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης το επιχειρηματικό και επενδυτικό κλίμα δεν ήταν και το καλύτερο. Η πράσινη μετάβαση, η ενεργειακή πολιτική, το εμπορικό μέτωπο με τις ΗΠΑ και την Κίνα, η απουσία καινοτομίας, η βραδύτητα στις ψηφιακές εξελίξεις, η πορεία του RRF, o αγροτικός σχεδιασμός και η αύξηση των ευρωπαϊκών αμυντικών δαπανών αποτελούν ένα πολυσύνθετο σύστημα πολλών εξισώσεων και πολλών αγνώστων.

Σε αυτό λοιπόν το ήδη επιβαρυμένο σκηνικό, ήρθε το αποτέλεσμα των εκλογών για το Ευρωκοινοβούλιο, για να αυξήσει σημαντικά την αβεβαιότητα μέσα στην Ε.Ε. Όχι, μόνο λόγω των πολύ ισχυρών επιδόσεων αρκετών κομμάτων που αμφισβητούν αφ’ ενός τα δομικά στοιχεία της λειτουργίας και της προοπτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφ’ ετέρου την οικονομική της πολιτική, αλλά και γιατί έγινε ξεκάθαρο ότι οι «παράπλευρες» πολιτικές απώλειες είναι πολλές. Και έχουν διαχυθεί σε περισσότερες από μία χώρες.

Βλέπουμε λοιπόν τους επενδυτές να ρευστοποιούν τις θέσεις τους, πιέζοντας τις τιμές των μετοχών ολοένα και σε χαμηλότερα επίπεδα, παρά τη θετική έκθεση της Goldman Sachs. Μια έκθεση, που ακολούθησε την απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για μείωση των επιτοκίων, τη βελτίωση των προοπτικών κερδοφορίας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και την αναμενόμενη ανάκαμψη των οικονομιών της Ευρωζώνης που θα ευνοήσει τις μετοχές των κυκλικών τραπεζών.

Θα μπορούσε το Χρηματιστήριο Αθηνών, να ακολουθήσει μια διαφοροποιημένη πορεία. Όχι, όσο και αν τα θεμελιώδη στοιχεία της ελληνικής οικονομίας παραμένουν θετικά. Όχι, όσο και αν οι εγχώριοι πολιτικοί κραδασμοί οδήγησαν μόνο σε ένα κυβερνητικό ανασχηματισμό. Όχι, καθώς οι ξένοι επενδυτές διακρατούν στα χέρια τους τη μετοχική πλειοψηφία των ισχυρότερων εισηγμένων εταιρειών και συμμετέχουν με ποσοστά μεγαλύτερα του 65% στις ημερήσιες χρηματιστηριακές συναλλαγές.

Οπότε την ίδια στιγμή που τα ισχυρότερα hedge funds του πλανήτη έχουν προβεί στο μεγαλύτερο σορτάρισμα ευρωπαϊκών κρατικών ομολόγων, με το ύψος των short θέσεων μόνο την τελευταία εβδομάδα να ξεπερνά τα $413 δισ., δεν θα μπορούσε το Χρηματιστήριο Αθηνών παρά να ακολουθήσει αυτή τη βίαιη υποχώρηση στις τιμές των μετοχών του. Υπερβολή; Ίσως.

Ωστόσο, το χρηματιστηριακό ταμπλό, λέει πάντα την αλήθεια και αποτυπώνει την ψυχολογική διάθεση των επενδυτών. Και οι επενδυτές νοιώθουν σήμερα φόβο. Έναν φόβο, που δε στάθηκε ικανή να αποτρέψει ούτε η αναβάθμιση των μακροπρόθεσμων χρεογράφων της Eurobank, στο Baa2 από τη Moody’s. Με τη συγκεκριμένη μετοχή από την αρχική της άνοδο μέσα στη χθεσινή συνεδρίαση κατά 2,23% να κλείνει και αυτή πιεσμένη στο -5,12%.

Σαν αποτέλεσμα ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών, μετά από μια προσπάθεια εξισορρόπησης του, ανάμεσα στις 1480 και 1440 μονάδες, διέσπασε χθες ακόμα και τις ισχυρές στηρίξεις των 1420 μονάδων, πιστοποιώντας δίχως αμφιβολία, τη σαφή έξοδο του από το κανάλι της ανοδικής τάσης που είχε ξεκινήσει τον Οκτώβριο του 2023 από τις 1.111 μονάδες.

Ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών, παρουσίασε την τρίτη μεγαλύτερη πτώση στα χρηματιστήρια που παρακολουθούμε με -3,53%, μετά από το Χρηματιστήριο του Μιλάνου που βρέθηκε στο -6,39% και των Παρισίων που υποχώρησε κατά -6,50%, όπως βλέπουμε στον ακόλουθο πίνακα. Σε αντίθεση με τη Wall Street, στην οποία οι δείκτες συνεχίζουν το ανοδικό τους ράλι.

Η προσοχή των επενδυτών επικεντρώνεται στη ζώνη από τις 1395 μέχρι τις 1399 μονάδες, όπου η αγορά είχε αφήσει ένα σημαντικό gap. Και ως γνωστόν τα gaps λειτουργούν ως μαγνήτες που πάντα καλούν τις τιμές των δεικτών και των μετοχών να τους επισκεφθούν. Ακολουθούν οι αντιστάσεις των 1392 μονάδων. Αν δεν τα καταφέρει να ισορροπήσει κάπου εκεί ο Γενικός Δείκτης, η επόμενη στήριξη βρίσκεται στο επίπεδο των 1350 μονάδων.

Για να αλλάξουν τα πράγματα, θα απαιτηθούν ισχυρά καύσιμα, δηλαδή σημαντικές κεφαλαιακές εισροές στο χρηματιστηριακό σύστημα. Καθώς θα πρέπει σε πρώτη φάση να απορροφηθούν με άνεση οι μαζικές ρευστοποιήσεις και σε δεύτερη φάση να αλλάξει η ισορροπία ανάμεσα στην προσφορά και στη ζήτηση για μετοχές.

Είναι κάτι τέτοιο εφικτό σήμερα; Μέχρι να ξεκαθαρίσει το πολιτικό τοπίο σε Γαλλία και Γερμανία, όχι. Μέχρι να αναδειχθούν οι νέες κοινοβουλευτικές ισορροπίες στην Ευρωβουλή, όχι. Ούτε μέχρι να οριοθετηθούν χρονικά τα deals και τα placements της ελληνικής κεφαλαιαγοράς. Δηλαδή οι καταλύτες που αναμένουν εδώ και καιρό οι επενδυτές.