H Ινδική τίγρις είναι ο νέος στυλοβάτης της παγκόσμιας οικονομίας
Shutterstock
Shutterstock

H Ινδική τίγρις είναι ο νέος στυλοβάτης της παγκόσμιας οικονομίας

Οι τιμές στις αγορές των εμπορευμάτων, όπως συνηθίζουμε να λέμε τα commodities, δηλαδή το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, τον χάλυβα και άλλα, διαμορφώνονται ανάμεσα στην προσφορά των χωρών παραγωγής τους και στη ζήτηση από τις χώρες κατανάλωσής τους.

Οι χώρες που παράγουν τα πολύτιμα εμπορεύματα χειραγωγούν τις τιμές τους, είτε όταν οι αγορές είναι σε ύφεση και η ζήτηση αποκλιμακώνεται, είτε όταν επιθυμούν να παρέμβουν στις αγορές για γεωπολιτικούς λόγους. Αντιθέτως, οι χώρες που χρειάζονται τα εμπορεύματα και τις πρώτες ύλες για να κινήσουν τη βιομηχανική τους παραγωγή και να ικανοποιήσουν την κατανάλωση, συμμετέχουν στις αγορές ανάλογα με την πορεία των οικονομιών τους.

Σε περιόδους ανάπτυξης η υπερβολική ζήτηση ωθεί τις τιμές προς τα πάνω, ενώ σε περιόδους σταθεροποίησης ή ύφεσης, η μείωση της ζήτησης συμπαρασύρει τις τιμές προς τα κάτω, αν και εφόσον αυτές δεν χειραγωγηθούν, όπως παρακολουθούμε να γίνεται κατά κόρον στις τιμές του πετρελαίου από τον OPEC+. 

Σήμερα, ο μεγαλύτερος αστάθμητος παράγοντας στον προσδιορισμό των τιμών των commodities, είναι η Κίνα και συγκεκριμένα οι οικονομικοί της κύκλοι που δεν ακολουθούν όμως σταθερή τροχιά. Η σημαντική αποκλιμάκωση των ρυθμών ανάπτυξης της Κίνας, παρά τις ισχυρές παρεμβάσεις της κυβέρνησης του Πεκίνου για την τόνωση της κατανάλωσης και της Κεντρικής Τράπεζας της Κίνας για τη διαχείριση του ύψους των επιτοκίων, έχει επιδράσει ήδη πάνω στις αγορές των εμπορευμάτων.

Ωστόσο, οι αγορές φαίνεται πως έχουν ανακαλύψει τον δρομέα που θα πάρει την σκυτάλη από τα χέρια της Κίνας. Και ο δρομέας αυτός δεν είναι άλλος από την Ινδία. Σύμφωνα με τους αναλυτές των εμπορευμάτων, η Ινδική Οικονομία θα αυξήσει τις ανάγκες τις σε πετρέλαιο, φυσικό αέριο, μέταλλα και άλλες βιομηχανικές πρώτες ύλες μέχρι το 2030, κατά 5% σε ετήσια βάση. Αντικαθιστώντας έτσι την αβέβαιη επιστροφή της Κίνας, σε ισχυρούς αναπτυξιακούς ρυθμούς. 

Και μάλιστα ο στόχος που έχει τεθεί από την κυβέρνηση του Ινδού πρωθυπουργού Narendra Modi, είναι πως μέχρι το 2027 η Ινδία θα γίνει η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη. Με βάση τα στοιχεία του 2022, η Ινδία με ΑΕΠ της τάξης του $3,38 τρισ., βρίσκεται στην πέμπτη θέση στον κόσμο, μετά από τις ΗΠΑ, την Κίνα, την Ιαπωνία και την Γερμανία. Για να αναρριχηθεί στην τρίτη θέση θα πρέπει να ξεπεράσει το ΑΕΠ της Ιαπωνίας που σήμερα βρίσκεται στα $4,23 τρισ.

Η αύξηση στη ζήτηση εμπορευμάτων από την πλευρά της Ινδίας δεν συνδυάζεται μόνο με την αύξηση του ΑΕΠ, αλλά και με τις δομικές αλλαγές που συντελούνται στο εσωτερικό της χώρας. Η μεγέθυνση των αστικών κέντρων που σύμφωνα με σχετικές μελέτες θα φιλοξενούν το 2030, περίπου το 40% των Ινδών από το 35% που είναι σήμερα, δικαιολογεί τη ζήτηση για βιομηχανικά μέταλλα και για ορυκτά καύσιμα. Το κατά κεφαλήν εισόδημα που σήμερα βρίσκεται στα $2,389 αναμένεται να αυξηθεί κατά 25% μέχρι το 2025. Γεγονός που θα συμπαρασύρει ανοδικά οτιδήποτε έχει να κάνει με τη βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης των Ινδών, όπως είναι οι υποδομές, οι κατασκευές, η ενέργεια και άλλα.

Βέβαια, η ινδική κυβέρνηση, έχει ρητά δεσμευτεί για τη συμμετοχή της στην παγκόσμια προσπάθεια μείωσης των ενεργειακών ρύπων και του αποτυπώματος άνθρακα. Ωστόσο, δεν μπορεί να γίνει πιστευτό πως μια χώρα με πληθυσμό άνω των 1,429 δισ. κατοίκων, είναι δυνατόν να αναπτυχθεί μόνο με τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Διότι μιλάμε πλέον για την πρώτη σε πληθυσμό χώρα του πλανήτη, που αντιστοιχεί στο 17,78% του παγκόσμιου πληθυσμού. 

Δηλαδή η Κίνα με 1,425 δισ. κατοίκους έχει ΑΕΠ της τάξης των $17,9 τρισ. και η Ινδία με 1,429 δισ. κατοίκους έχει ΑΕΠ της τάξης μόλις των $3,3 τρισ. Μια οφθαλμοφανέστατη ανισορροπία, που θα αλλάξει τα πάντα στην παγκόσμια οικονομία, όπως την γνωρίζαμε. Είναι φανερό πως όπως πριν από λίγα χρόνια μιλούσαμε για τον ερχομό του Κινεζικού Δράκου, σήμερα μπορούμε να μιλάμε για τον ερχομό της Ινδικής Τίγρεως.