Η επενδυτική βαθμίδα είναι μόλις το πρώτο απαραίτητο βήμα

Η επενδυτική βαθμίδα είναι μόλις το πρώτο απαραίτητο βήμα

H χρηματιστηριακή εβδομάδα που πέρασε, έκλεισε με μια είδηση που όλη η αγορά προσδοκούσε εδώ και καιρό. Με την αναβάθμιση του αξιόχρεου του Ελληνικού Δημοσίου από τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης DBRS Morningstar. Που μας βαθμολόγησε με ΒΒΒ (low) από BB (high). Και πλέον η Ελλάδα ανακτά μετά από μια μακρά περίοδο, την επενδυτική βαθμίδα. Το πολυπόθητο «investment grade».

Δικαιολογημένοι οι πανηγυρισμοί από το κυβερνητικό επιτελείο και απολύτως δικαιολογημένο το θετικό κλίμα που επικρατεί μεταξύ του Οργανισμού Διαχείριση Δημοσίου Χρέους, των τραπεζών και των εισηγμένων εταιρειών στο Χρηματιστήριο Αθηνών.

Η Ελλάδα λαμβάνει την πρώτη σφραγίδα πιστοποίησης, πως είναι ένας αξιόπιστος εκδότης χρέους. Η DBRS πιστοποίησε πως η πορεία της Ελληνικής Οικονομίας, εγγυάται πως οι δανειστές της Ελλάδας δε θα χάσουν τα χρήματα τους επενδύοντας σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ). Αυτό σημαίνει πως η Ελλάδα αποτελεί έναν αξιόπιστο παίκτη στις διεθνείς αγορές χρέους. 

Τι άλλο σημαίνει αυτό; Πως άμεσα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα μπορεί να αγοράζει ΟΕΔ από τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, χωρίς να κάνει χρήση ειδικών εξαιρέσεων. Έτσι θα μειωθεί το λεγόμενο «κούρεμα» των ΟΕΔ που βάζουν οι τράπεζες σαν ενέχυρο στην ΕΚΤ κατά 40%.

Τι άλλο σημαίνει; Πως θα υποχωρήσουν τα επιτόκια δανεισμού των ομολογιακών εκδόσεων του Ελληνικού Δημοσίου στις αγορές. Αφού όσο πιο αξιόπιστος είναι ο δανειζόμενος, τόσο μειώνεται το ρίσκο του δανεισμού του, που προσμετράται στο τελικό επιτόκιο που προσφέρουν οι πιστωτές.

Τι σημαίνει ακόμα; Πως θα ακολουθήσει η αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, που με τη σειρά της θα ενισχύσει τη ρευστότητά τους και θα αποκλιμακώσει το κόστος του δανεισμού τους από τις αγορές. 

Όσον αφορά το Χρηματιστήριο Αθηνών, η βαθμολόγηση με BBB (low), σημαίνει πως «αίρεται το απαγορευτικό», της αγοράς ελληνικών κινητών αξιών που ίσχυε για τους περισσότερους και μεγαλύτερους επενδυτικούς οίκους του εξωτερικού. Έτσι, μια σειρά από funds του εξωτερικού θα μπορούν να εντάσσουν πλέον στο χαρτοφυλάκιο τους κρατικά και ιδιωτικά ομόλογα και μετοχές ελληνικής έκδοσης. Διότι η σφραγίδα του «investment grade» των οίκων αξιολόγησης, αποτελεί τον μαγνήτη για την προσέλκυση κεφαλαίων ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων από παθητικά funds. Σαν αποτέλεσμα το επόμενο χρονικό διάστημα κι αφού ολοκληρωθούν με θετικό τρόπο και οι αξιολογήσεις της Moody’s στις 15 Σεπτεμβρίου, του S&P στις 20 Οκτωβρίου και του Fitch την 1η Δεκεμβρίου, θα υπάρξει σημαντική είσοδος νέων κεφαλαίων προς το Χρηματιστήριο Αθηνών και την Πρωτογενή και Δευτερογενή αγορά Ομολόγων.

Δηλαδή η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, αφορά μόνο τους παίκτες των χρηματιστηριακών αγορών; Φυσικά και όχι. 

Αφορά και τους φορολογούμενους, καθώς η μείωση του κόστους δανεισμού του ελληνικού δημοσίου, μειώνει το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και συνεπακόλουθα τις ανάγκες για φορολόγηση.

Αφορά και τους υπάρχοντες και δυνητικούς δανειολήπτες που θα δανείζονται ή θα χρηματοδοτούνται πιο εύκολα και με χαμηλότερα επιτόκια.

Αφορά και τους εργαζόμενους και άνεργους, διότι η περαιτέρω βελτίωση των όρων δανεισμού, οδηγεί σε περισσότερες επενδύσεις για τη χώρα, σε μεγαλύτερη ανάπτυξη και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Ωστόσο, ενώ οι εξελίξεις στις τιμές των ελληνικών ομολόγων και στις αποτιμήσεις των ελληνικών μετοχών μπορούν να πραγματοποιηθούν σχετικά γρήγορα, οι αναμενόμενες θετικές εξελίξεις στην πραγματική οικονομία δε θα πραγματοποιηθούν ως δια μαγείας, επειδή το αποφάσισαν οι οίκοι αξιολόγησης.

Το κλειδί της επιτυχίας θα είναι η συνεχιζόμενη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων για την τόνωση των επενδύσεων και η συνεχής δέσμευση για δημοσιονομική εξυγίανση που διατηρεί τον λόγο του δημόσιου χρέους σε πτωτική τροχιά.

Δε θα μπορούσε να τεθεί εκτός ημερησίας διατάξεως η συνεχής συμμόρφωση της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων υπό το Next Generation EU (NGEU), όπου η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα ελαφρώς πίσω από το χρονοδιάγραμμα λόγω των δύο εκλογικών γύρων του β’ τριμήνου, παρ’ όλο που η κυβέρνηση εξακολουθεί να είναι πολύ προσηλωμένη στο σχέδιο που υπέβαλε προς την ΕΕ.

Τέλος, η συνταγή της επιτυχίας περνάει μέσα από το «σπάσιμο των αυγών» που πρέπει να γίνει στα πλαίσια της ρήξης με τις κακοδαιμονίες και με τις παθογένειες που επιδρούν πάνω στο επιχειρείν και έχουν να κάνουν με την προστασία των επενδύσεων απέναντι σε νομικές ακροβασίες, απέναντι σε μικρά ή μεγάλα παγιωμένα συμφέροντα και απέναντι σε μια αργόσυρτη δικαιοσύνη που τελικά δεν προστατεύει και εκδικείται.

Τα επενδυτικά κεφάλαια που θα μπουν στο χρηματιστήριο εστιάζουν σε εταιρείες, σε αποτιμήσεις, σε τζίρους, σε κερδοφορίες και σε προοπτικές. Είναι κεφάλαια που όσο γρήγορα έρχονται, τόσο γρήγορα μπορούν και να αποχωρήσουν. Η Ελλάδα για την ανάπτυξή της χρειάζεται κεφάλαια που θα επενδύσουν στην πραγματική παραγωγή και θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας. Κεφάλαια, που θα έρθουν για να μείνουν. Κεφάλαια που δε θέλουν να γίνουν όμηροι καρεκλοκένταυρων και γραφειοκρατών ή όμηροι χρονοβόρων αδιέξοδων νομικών διενέξεων.

Το «investment grade», σημαίνει για τους ξένους πως ο πιστωτικός κίνδυνος έχει απομακρυνθεί και πως μπορούν πλέον να δανείζουν με σχετική ασφάλεια τη χώρα ή να επενδύουν στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Δεν σημαίνει όμως πως η Ελλάδα αποτελεί σήμερα έναν ιδιαίτερα ελκυστικό προορισμό, καθώς μια σειρά από αγκυλώσεις λειτουργούν σαν συρματόπλεγμα στα επενδυτικά σύνορα.

Συμπερασματικά, η επενδυτική βαθμίδα αποτελεί μόνο το πρώτο απαραίτητο βήμα στην αναγκαία επενδυτική πορεία που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα, εάν θέλει να πάρει θέση στο τραπέζι με τους μεγάλους παίκτες και να μην αποτελεί έναν παρία. Από το 2019 έχουν γίνει πολλά. Πρέπει όμως να γίνουν πολύ περισσότερα. Και να γίνουν «χθες»