Ισχυρές απώλειες στις ευρωαγορές μετά την Fed

Ισχυρές απώλειες στις ευρωαγορές μετά την Fed

Με απώλειες που ξεπερνούν πλέον το 2% υποδέχονται οι δείκτες των κυριότερων ευρωπαϊκών αγορών τα πρακτικά της συνεδρίασης Ιουλίου της Fed, που έδειξαν ότι η ισχυρότερη κεντρική τράπεζα του πλανήτη προτίθεται να περιορίσει εντός του έτους τον ρυθμό αγορών περιουσιακών στοιχείων που πραγματοποιεί στα πλαίσια του προγράμματος στήριξης της οικονομίας των ΗΠΑ.

Ειδικότερα, ο πανευρωπαϊκός Stoxx 600 σημειώνει πτώση 2,13% και υποχωρεί στις 464,35 μονάδες, με τις πρώτες ύλες, τις πετρελαϊκές και των ταξιδιωτικό κλάδο να ηγούνται των απωλειών.

Ο DAX στην Γερμανία υποχωρεί κατά 1,9% κινούμενος στις 15.657 μονάδες, ο CAC 40 στη Γαλλία δέχεται ακόμα μεγαλύτερες πιέσεις και σημειώνει πτώση 2,8% στις 6.578 μονάδες, ενώ στην Βρετανία ο FTSE 100 χάνει 2,2% και κινείται στις 7.008 μονάδες.

Παρόμοια είναι η εικόνα και στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, όπου στην Ιταλία ο FTSE MIB σημειώνει απώλειες 2,2% και διαπραγματεύεται στις 25.777 μονάδες, ενώ στην Ισπανία ο IBEX 35 υποχωρεί κατά 1,4% κινούμενος στις 8.841 μονάδες.

Στη συνεδρίαση Ιουλίου της Fed, τα πρακτικά της οποίας δημοσιεύθηκαν χτες μετά το κλείσιμο των ευρωαγορών, η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ επιβεβαίωσε τους φόβους των επενδυτών ότι σταδιακά θα αρχίσει να περιορίζει το πρόγραμμα στήριξης της οικονομίας της χώρας που τρέχει, με τους αξιωματούχους της να συγκλίνουν στη θέση ότι αυτό - όσον αφορά το ρυθμό μηνιαίων αγορών assets - θα πρέπει να γίνει εντός του χρόνου.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι αξιωματούχοι της τράπεζας επανέλαβαν ότι ο περιορισμός του προγράμματος αγορών, το λεγόμενο tapering, δεν σημαίνει και ταυτόχρονη αύξηση των - ιστορικών χαμηλών - επιτοκίων της.

«Κοιτάζοντας μπροστά, οι περισσότεροι συμμετέχοντες σημείωσαν ότι, υπό την προϋπόθεση πως η οικονομία εξελίσσεται σε μεγάλο βαθμό όπως περίμεναν, θα ήταν σκόπιμο να αρχίσει να μειώνεται ο ρυθμός των αγορών περιουσιακών στοιχείων φέτος», αναφέρεται στα πρακτικά της Fed, ενώ προστίθεται πως οικονομία έχει φτάσει το στόχο για τον πληθωρισμό και είναι «κοντά στο ικανοποιητικό» με την πρόοδο της αγοράς εργασίας.

Παράλληλα, σύμφωνα με τα πρακτικά, τα μέλη της επιτροπής συμφώνησαν σε γενικές γραμμές πως η απασχόληση δεν πληροί ακόμα τα κριτήρια «ουσιαστικής περαιτέρω προόδου» που έχει θέσει η Fed προτού εξετάσει την αύξηση των επιτοκίων.

Στον απόηχο των πρακτικών της Fed άλλωστε, με απώλειες που τους έφεραν πλέον κοντά στα χαμηλά έτους είχαν κινηθεί και οι ασιατικοί δείκτες νωρίτερα σήμερα.

«Αυτό (σ.σ. οι θέσεις της Fed) δεν σημαίνει ότι θα έρθουν επίσης ταχύτερα αυξήσεις των επιτοκίων, αλλά η έναρξη μιας απόκλισης στη νομισματική πολιτική μεταξύ των ΗΠΑ και του υπόλοιπου κόσμου, ιδίως της Ευρώπης και της Ασίας, θα έχει επιπτώσεις στις αγορές», επισημαίνει στο Reuters Τζέφρι Χάλεί, αναλυτής αγοράς στην OANDA.

Έτσι, η προσοχή των επενδυτών στρέφεται πλέον στο φημισμένο ετήσιο συνέδριο στο Jackson Hole στα τέλη Αυγούστου, όπου ο πρόεδρος της Fed Τζερόμ Πάουελ ενδέχεται να δηλώσει ότι είναι έτοιμος να αρχίσει τη χαλάρωση της νομισματικής υποστήριξης.

Σημειώνεται ότι η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ δεν θα παρευρεθεί στο συνέδριο, όπως δήλωσε εκπρόσωπος της τράπεζας αυτήν την εβδομάδα.

Σε αυτό το κλίμα, οι μετοχές των τραπεζών δέχονται σημαντικές πιέσεις και βρίσκονται μεταξύ των «βαριδιών» του Stoxx 600, με τις HSBC, BBVA και BNP Paribas να σημειώνουν απώλειες από 1,5% έως 3,3%.

Την ίδια ώρα, ο δείκτης του κλάδου ταξιδιών και αναψυχής υποχωρεί άνω του 2%, καθώς στο επιβαρυμένο λόγω Fed κλίμα προστίθεται και η διατηρούμενη ανησυχία για τον ολοένα αυξανόμενο αριθμό κρουσμάτων κορονοϊού.

Στην κορυφή του Stoxx 600 πάντως βρίσκεται ο τίτλος της σουηδικής Nibe Industrier με ράλι άνω του 8,5% έπειτα από άλμα 64% που ανακοίνωσε για την κερδοφορία της στο πρώτο μισό του έτους.

Αντίθετα, ο ελβετός προμηθευτής οικοδομικών υλικών Geberit βλέπει τη μετοχή του να σημειώνει απώλειες 2,2%, καθώς προειδοποίησε για την αύξηση των τιμών των πρώτων υλών.

Τέλος, οι μετοχές των εταιρειών κοινής ωφέλειας, που θεωρούνται γενικά ασφαλές στοίχημα σε περιόδους οικονομικής αβεβαιότητας, εμφανίζουν την πιο ελεγχόμενη πτωτική τάση της ημέρας.