Πλούσια φλέβα χρυσού το χρηματιστήριο για Barclays, BNP Paribas το πρώτο τρίμηνο

Πλούσια φλέβα χρυσού το χρηματιστήριο για Barclays, BNP Paribas το πρώτο τρίμηνο

Τα αποτελέσματα δύο μεγάλων επενδυτικών τραπεζών της Ευρώπης το πρώτο τρίμηνο έδειξαν πως η μεταβλητότητα στις αγορές εν μέσω πανδημίας προκάλεσε σκαμπανεβάσματα στη ζήτηση περιουσιακών στοιχείων, επηρεάζοντας σε σημαντικό βαθμό τα αποτελέσματα τους.

Η βρετανική Barclays και η BNP Paribas της Γαλλίας ανακοίνωσαν δυνατά αποτελέσματα καθώς η άνθηση των χρηματιστηριακών συναλλαγών υπερκάλυψε την πτώση της ζήτησης για προϊόντα σταθερού εισοδήματος.

Η Barclays διπλασίασε την κερδοφορία της τους πρώτους τρεις μήνες της φετινής χρονιάς στα 2,4 δισ. στερλίνες από 923 εκατ. την ίδια περίοδο πέρυσι ενώ η γαλλική ανταγωνίστρια BNP Paribas πέτυχε αύξηση 38% στα καθαρά κέρδη στα 1,77 δισ. ευρώ, επιδόσεις που και στις δύο περιπτώσεις ξεπέρασαν τις προβλέψεις των αναλυτών.

Ωστόσο, στο trading προϊόντων σταθερού εισοδήματος που παραδοσιακά ήταν το δυνατό τους σημείο οι επιδόσεις ήταν μέτριες και σίγουρα πιο κάτω από αυτές των μεγάλων ανταγωνιστών όπως της Deutsche Bank, της JP Morgan και της Goldman Sachs.

Oι αναλυτές δεν είδαν με καλό μάτι τα αυξανόμενα κόστη και στις δύο τράπεζες που εξηγεί την πίεση που δέχτηκαν οι μετοχές τους με τη Barclays να χάνει 1.0% και τη BNP Paribas να υποχωρεί 6.0% την Παρασκευή.

Η Barclays ανακοίνωσε οτι τα κόστη της φέτος θα είναι υψηλότερα από την περυσινή χρονιά. Όπως δήλωσε ο επικεφαλής της τράπεζας Jes Staley, υπάρχει ανάγκη να αυξηθούν οι αμοιβές των στελεχών στον τομέα του trading ώστε η τράπεζα να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό από τις αμερικανικές επενδυτικές τράπεζες.  

Οι ανησυχίες για τα κόστη δεν είναι νέα εξέλιξη για τη Barclays. To ερώτημα στους επενδυτικούς κύκλους είναι αν η διοίκηση θα καταφέρει να πετύχει έσοδα που θα φέρουν υψηλότερη κερδοφορία που να δικαιολογεί την αύξηση του κόστους.

Και οι δύο τράπεζες ευνοήθηκαν από τις χαμηλότερες προβλέψεις για επισφαλή δάνεια καθώς τα κρατικά προγράμματα στήριξης και στις δύο χώρες βοήθησαν ώστε να αντιμετωπιστούν οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας.

Η Barclays πήρε προβλέψεις μόνο 55 εκατ. στερλίνες ενώ το ίδιο διάστημα πέρυσι είχαν ανέλθει σε 2,1 δις. Στην περίπτωση της BNP Paribas οι προβλέψεις το πρώτο τρίμηνο μειώθηκαν 37% στα 896 εκατ. ευρώ.

Η τακτική της Barclays ήταν πιο συντηρητική από τις ανταγωνίστριες τράπεζες HSBC και Lloyds που απελευθέρωσαν μεγάλο κομμάτι των προβλέψεων για πιθανές επισφάλειες.

Σε γενικές γραμμές οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν κινηθεί πιο επιφυλακτικά όσον αφορά στις προβλέψεις για επισφαλή δάνεια σε σύγκριση με τις αμερικανικές, όπως τη JP Morgan η οποία απελευθέρωσε πάνω από $5.0 δις προβλέψεων που τη βοήθησαν να πετύχει αύξηση κερδοφορίας σχεδόν 400% το πρώτο τρίμηνο.

Οι δυνατές επιδόσεις και των δύο τραπεζών στον τομέα των χρηματιστηριακών εργασιών κάλυψε τις ισχνές αποδόσεις στο σταθερό εισόδημα, στο συνάλλαγμα και στα εμπορεύματα, τις λεγόμενες εργασίες FICC (fixed income, currencies, commodities) όπου η ζήτηση της πελατείας σημείωσε πτώση.

Στην περίπτωση της Barclays, τα έσοδα από τις εργασίες FICC έπεσαν 35% ενώ στη BNP Paribas κατά 16%.

Οι ανταγωνίστριες τράπεζες που έχουν ήδη ανακοινώσει αποτελέσματα πρώτου τριμήνου όμως απέφυγαν παρόμοια πτώση, με τη Deutsche Bank να πετυχαίνει αύξηση 34% των εσόδων από τις εργασίες στους τομείς σταθερού εισοδήματος και συναλλάγματος και τη Goldman Sachs άνοδο 31%.

Η απογείωση των όγκων σε χρηματιστηριακές συναλλαγές και συναφείς δραστηριότητες συνέπεσε με πλημμύρα νέων εισαγωγών στα χρηματιστήρια στην Ευρώπη και ιδιαίτερα για τη BNP Paribas ήταν ό,τι καλύτερο καθώς οι ζημιές σε παράγωγα συνδεδεμένα με μερίσματα σχεδόν μηδένισαν τα κέρδη της το περυσινό πρώτο τρίμηνο μετά τη διακοπή πληρωμής μερισμάτων από τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.

Οι νέες εισαγωγές βοήθησαν και τη Barclays καθώς τα έσοδα της από συμβουλευτικές υπηρεσίες αυξήθηκαν 35% στα 859 εκατ. στερλίνες.

Η καλή επίδοση της επενδυτικής τράπεζας της Barclays τα δύο τελευταία χρόνια δικαιώνει τον διευθύνοντα σύμβουλο Staley που υπήρξε υποστηρικτής των δραστηριοτήτων αυτών όταν ακτιβιστές μέτοχοι τον πίεζαν να τις περικόψει.