Πώς αλλάζουν τα δεδομένα για τα επιτόκια σε Ευρώπη και ΗΠΑ
Shutterstock
Shutterstock

Πώς αλλάζουν τα δεδομένα για τα επιτόκια σε Ευρώπη και ΗΠΑ

Πλησιάζοντας προς την κρίσιμη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία είναι προγραμματισμένη για την Πέμπτη 6 Ιουνίου, ξεκαθαρίζει το τοπίο αναφορικά με τη στρατηγική που θα ακολουθήσουν η Κριστίν Λαγκάρντ και ο Τζερόμ Πάουελ στο θέμα των επιτοκίων.

Τα δεδομένα έχουν αλλάξει τελευταία και έπειτα από δύο περίπου χρόνια σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής, η ΕΚΤ θα είναι αυτή που θα πατήσει πρώτη το κουμπί της μείωσης και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ θα ακολουθήσει με διαφορά ενός έως τεσσάρων μηνών. 

Ας δούμε πώς διαμορφώνεται το σκηνικό με βάση τα νέα στοιχεία για την οικονομία της Ευρωζώνης και της Αμερικής, ξεκινώντας από τη Γηραιά Ήπειρο. Οι διοικητές των εθνικών κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης, τα υπόλοιπα μέλη του διοικητικού συμβουλίου (τέσσερα στον αριθμό), ο αντιπρόεδρος και η πρόεδρος της ΕΚΤ, έχουν συμφωνήσει να μειωθούν τα επιτόκια στο 3,75% στη συνεδρίαση του Ιουνίου.

Η απόφαση θα πρέπει να θεωρείται ειλημμένη και κατά πάσα πιθανότητα θα είναι ομόφωνη, όπως συμβαίνει τις περισσότερες φορές. Από κει και πέρα, η μεγάλη μάχη θα δοθεί στη συνεδρίαση της 18ης Ιουλίου, όπου τα στοιχεία θα ξεκαθαρίσουν ακόμη περισσότερο τον ορίζοντα ως προς τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη.

Σύμφωνα με πληροφορίες, μέσα στις επόμενες ημέρες, όλα τα μέλη του δ.σ. της ΕΚΤ θα έχουν στα χέρια τους τα στοιχεία για την πορεία των μισθών στην Ευρωζώνη το α’ τρίμηνο του 2024. Τα εν λόγω στοιχεία είναι κρίσιμα, διότι σε αυτά έχει εστιάσει η ΕΚΤ για να «ζυγίσει» την πιθανότητα αναζωπύρωσης του πληθωρισμού. Υπενθυμίζεται ότι στο δ’ τρίμηνο του 2023, η αύξηση των υπό διαπραγμάτευση μισθών επιβράδυνε στο 4,5%, από 4,7% ένα χρόνο νωρίτερα, επιβεβαιώνοντας τις προσδοκίες ότι οι μισθοί δεν αυξάνονται πλέον με επιταχυνόμενο ρυθμό. 

Η επιβράδυνση δεν κρίθηκε ικανή για να επιτρέψει – σε συνδυασμό και με τους υπόλοιπους δείκτες για την οικονομία και τον πληθωρισμό – την πρώτη μείωση επιτοκίων τον Μάρτιο. Όμως, αν τα στοιχεία του α’ τριμήνου δείξουν περαιτέρω επιβράδυνση, οι πληθωριστικές προσδοκίες θα υποβαθμιστούν και η Λαγκάρντ θα μπορεί να προχωρήσει τον Ιούνιο, και μάλιστα χωρίς καμία ένσταση, στην πρώτη μείωση επιτοκίων από τον Σεπτέμβριο του 2019. Τότε που το βασικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων μειώθηκε στο ιστορικό χαμηλό του -0,50% και παρέμεινε εκεί έως τον Ιούλιο του 2022 που ξεκίνησαν οι αυξήσεις.

Σύμμαχος των «περιστεριών» που θέλουν 3, 4 ή ακόμη και 5 μειώσεις φέτος είναι και ο πληθωρισμός. Τα στοιχεία Απριλίου έδειξαν ότι ενώ ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή παρέμεινε αμετάβλητος, ο πληθωρισμός των υπηρεσιών υποχώρησε επιτέλους στο 3,7% από το επίπεδο του 4% στο οποίο ήταν κολλημένος για μήνες.

Στη Φρανκφούρτη επίσης πιστεύουν ότι η υποτίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου ως αποτέλεσμα της μείωσης των επιτοκίων από την ΕΚΤ νωρίτερα από την Fed, δεν θα έχει επικίνδυνο αντίκτυπο. Οι αναλύσεις δείχνουν ότι για κάθε 1% υποτίμησης του ευρώ έναντι του αμερικανικού νομίσματος, ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη ενισχύεται κατά 0,1%, γεγονός που δεν ανησυχεί ιδιαίτερα. Έτσι κι αλλιώς, οι εκτιμήσεις θέλουν τη Fed να προχωρά στην πρώτη μείωση τον Σεπτέμβριο, που σημαίνει ότι η διαφορά φάσης είναι μόλις τριών μηνών. 

Τέλος, η Capital Economics προβλέπει ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε πέντε συνολικά μειώσεις φέτος, με το επιτόκιο να υποχωρεί στο 2,75% στο τέλος του έτους. Εκτός συγκλονιστικού απροόπτου φυσικά, όπου απρόοπτο θα ήταν μία νέα στροφή της Fed κατά την οποία ο Πάουελ θα προχωρούσε σε αύξηση αντί για μείωση. 

Το ενδεχόμενο αύξησης των επιτοκίων στις ΗΠΑ δεν έχει αποκλειστεί, παρά το γεγονός ότι ο Πάουελ είπε ότι είναι απίθανο η επόμενη κίνηση της Fed να είναι αύξηση. Σε κάθε περίπτωση, ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε τον Μάρτιο στο 3,5%, που είναι το υψηλότερο επίπεδο από τον περασμένο Σεπτέμβριο, με ώθηση από την ενέργεια και το κόστος στέγασης, όμως, το αυξημένο κόστος του χρήματος δεν δείχνει ικανό – τουλάχιστον μέχρι στιγμής – να περιορίσει τις δαπάνες των Αμερικανών καταναλωτών. Μία λύση είναι να συνεχιστεί η στρατηγική «higher for longer», που συνεπάγεται ότι μπορεί να μη δούμε καμία μείωση επιτοκίων στις ΗΠΑ το 2024. Μία άλλη λύση είναι να αυξηθούν τα επιτόκια μήπως και καταφέρει έτσι η Fed να σκοτώσει τη ζήτηση. 

Παρ’ όλα αυτά, θα πρέπει να έχουμε κατά νου και τον παράγοντα εκλογές. Ο Τζο Μπάιντεν είναι σαφές ότι επιθυμεί να οδηγηθούν οι ψηφοφόροι στην κάλπη της 5ης Νοεμβρίου με τις καλύτερες δυνατές οικονομικές συνθήκες. Και επειδή οι Αμερικανοί έχουν αποδείξει ότι ενδιαφέρονται λιγότερο για τη δύσκολη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας και περισσότερο για το σήμερα, ήτοι για τη μείωση των επιτοκίων έτσι ώστε να αγοράσουν σπίτι με χαμηλότερο επιτόκιο και να ανεβαίνει η Wall Street, το τί θα κάνει η Fed αποτελεί καυτό ζήτημα που θα χρησιμοποιηθεί προεκλογικά. Γι’ αυτό το λόγο, οι αναλυτές στην πλειονότητά τους πιστεύουν ότι η Fed θα μειώσει τελικά τα επιτόκια είτε τον Ιούλιο, είτε τον Σεπτέμβριο.