Στην εποχή της μεγάλης αβεβαιότητας οι αγορές
SHUTTERSTOCK
SHUTTERSTOCK

Στην εποχή της μεγάλης αβεβαιότητας οι αγορές

Απέχοντας λιγότερο από 5% από τα ιστορικά τους υψηλά, θα έλεγε κανείς ότι τα παγκόσμια χρηματιστήρια… κρατάνε γερά, παρά την επιδείνωση του κλίματος το τελευταίο δίμηνο. Ωστόσο, η αίσθηση που κυριαρχεί είναι ότι διανύουμε μία ιδιαίτερα περίεργη περίοδο. Μία περίοδο, στην οποία χωρίς να υπάρχει κάποιος σοβαρός κίνδυνος στον ορίζοντα, οι επενδυτές δείχνουν να βρίσκονται σε «σύγχυση». Αποτέλεσμα είναι οι αγορές να κάνουν τον τελευταίο καιρό ένα βήμα πίσω και δύο μπροστά, καθώς υπάρχουν αρκετές εστίες αβεβαιότητας ανοιχτές, όπως π.χ. η πιθανότητα ύφεσης στις ΗΠΑ και οι γεωπολιτικές αναταράξεις.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ στο πρώτο μισό του 2024, ο S&P 500 κατέγραψε πάρα πολλές φορές νέο ιστορικό υψηλό (9 φορές μόνο στο β’ τρίμηνο), έχουν περάσει περίπου 40 ημέρες από το τελευταίο ρεκόρ. Σε αυτό το διάστημα, μάλιστα, έχουν σημειωθεί τρία… ηχηρά sell-off, με τους επενδυτές να εμφανίζονται έτοιμοι σε κάθε πτωτική κίνηση να πουλήσουν, καθώς οι αποτιμήσεις έχουν φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα. Αξίζει, βέβαια, να σημειωθεί ότι παρά την επιδείνωση του κλίματος, ο S&P 500 συνεχίζει να σημειώνει κέρδη της τάξης του 15% φέτος και ο Dow Jones ενισχύεται κατά 7,5% μέσα στο 2024. Ακόμα και ο τεχνολογικός Nasdaq, ο οποίος απέχει 10% από το δικό του Έβερεστ, καταγράφει άνοδο άνω του 12% φέτος. 

Μία ματιά στις εκτιμήσεις των ειδικών για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας, για τη χρηματιστηριακή εξέλιξη της Τεχνητής Νοημοσύνης αλλά και για το ευρύτερο κλίμα στις αγορές, αρκεί για να μας πείσει ότι ζούμε στην εποχή της Μεγάλης Σύγχυσης ή της Μεγάλης Αβεβαιότητας. Οι αναλυτές διαφωνούν σχεδόν σε όλα. Από το πόσο γρήγορα θα μειώσει η Fed τα επιτόκια, μέχρι το κατά πόσο τα στοιχεία για την αγορά εργασίας των ΗΠΑ υποδηλώνουν ότι η ύφεση βρίσκεται προ των πυλών ή ότι απλώς η οικονομική δραστηριότητα επιβραδύνει. Διαφωνούν, επίσης, για το αν η AI mania έχει δημιουργήσει μία ιστορικών διαστάσεων φούσκα και αν αυτή σύντομα θα σκάσει, προκαλώντας μεγάλο πόνο. 

Στην ουσία, αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχει ένα ξεκάθαρο μονοπάτι για τις αγορές και αυτό είναι που «ταλαιπωρεί» τους επενδυτές, με αποτέλεσμα να τηρούν στάση αναμονής. Όπως ακριβώς κάνουν και οι περισσότερες επιχειρήσεις στις ΗΠΑ, οι οποίες προσλαμβάνουν πολύ λιγότερους εργαζόμενους αλλά δεν διώχνουν τους υφιστάμενους, περιμένοντας να δουν την εξέλιξη των οικονομικών, και όχι μόνο, συνθηκών. Η αλήθεια είναι ότι η αγορά εργασίας των ΗΠΑ είναι αυτή που στέλνει τα πιο μεικτά σινιάλα. Από τη μία πλευρά, ο ρυθμός δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας έχει υποχωρήσει τους τελευταίους μήνες στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2020, όμως ταυτόχρονα ο αριθμός των απολύσεων έχει μετά βίας αυξηθεί και τα πιο πρόσφατα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ δείχνουν ότι σε ποσοστό 81% οι Αμερικανοί ηλικίας 25-54 ετών, έχουν δουλειά, που είναι υψηλό είκοσι ετών. 

Στο μεταξύ, ο προεκλογικός πυρετός ανεβαίνει για τα καλά και το debate μεταξύ της Κάμαλα Χάρις και του Ντόναλντ Τραμπ επιβεβαίωσε ότι η Χάρις κέρδισε στα σημεία έναντι του Τραμπ. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, οι αγορές δε βλέπουν τον ηγέτη που μπορεί να οδηγήσει τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου σε καλύτερες ημέρες, την ώρα που η Κίνα ανεβάζει ταχύτητα μετά το τεράστιο πλήγμα που υπέστη από τα lockdown της πανδημίας. 

Οι αγορές συνήθως δεν ανησυχούν για το εκλογικό αποτέλεσμα, ωστόσο τα δύο κόμματα έχουν διαφορετική ατζέντα σε πολλά ζητήματα. Ένα από τα βασικότερα είναι η ενεργειακή μετάβαση και η κλιματική αλλαγή. Αν λ.χ. ο Τραμπ κερδίσει και τον Λευκό Οίκο και το Κογκρέσο, αναμένεται να εστιάσει στην ενίσχυση της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου, εγκαταλείποντας τον στόχο της καινοτομίας στο πεδίο πράσινων τεχνολογιών, με την Κίνα να παίρνει τα σκήπτρα στο εν λόγω μέτωπο. 

Δύο άλλα σημαντικά ζητήματα αφορούν στις περικοπές φόρων που λήγουν το 2025 και τους δασμούς που επιβάλλονται κυρίως σε κινεζικά προϊόντα. Ο Τραμπ θέλει να επεκτείνει τις μειώσεις φόρων που ο ίδιος εφάρμοσε το 2017, αλλά σε αυτό το σενάριο θα μεγαλώσουν οι ανησυχίες για το ήδη προβληματικό δημοσιονομικό έλλειμμα. Στον αντίποδα, αν η Χάρις δώσει τέλος σε ορισμένες ή σε όλες τις διατάξεις του σχετικού νομοσχεδίου, τότε οι φορολογικοί συντελεστές θα αυξηθούν για περίπου το 60% των φορολογούμενων, απειλώντας με ασφυξία στην οικονομία.