Νέος κίνδυνος για το χρηματοπιστωτικό σύστημα

Νέος κίνδυνος για το χρηματοπιστωτικό σύστημα

Κατά τη διάρκεια των πτωτικών αγορών ηχούν συναγερμοί από παντού. Από τους επενδυτές, από τις τράπεζες, από τις χρηματιστηριακές εταιρείες, από τις επενδυτικές εταιρείες, από τις εισηγμένες εταιρείες, από τους οίκους αξιολόγησης κ.λπ. Όταν όμως γενικεύονται οι κρίσεις, τότε ηχούν συναγερμοί από τις κεντρικές τράπεζες, από τις ίδια τα χρηματιστήρια, από τις εποπτικές αρχές και από τους διεθνείς οργανισμούς που φοβούνται την εμφάνιση ενός φαινομένου ντόμινο.

Όλοι οι παράγοντες  που αναφέρθηκαν στην προηγούμενη παράγραφο, ανησυχούν για την εμφάνιση κεφαλαιακών κινδύνων, κινδύνων πτώχευσης, πιστωτικών κινδύνων ή και συναλλαγματικών κινδύνων. Στην έκθεση του ΔΝΤ αναφέρεται και στον κίνδυνο ανατροπής της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας από την πλευρά των θεσμικών επενδυτών «ανοικτού τύπου», όπως λέγονται επισήμως τα αμοιβαία κεφάλαια (Α.Κ.).

Τα αμοιβαία κεφάλαια έχουν ένα μεταβαλλόμενο ύψος ενεργητικού, ένα μεταβαλλόμενο σε όγκο χαρτοφυλάκιο, το οποίο εξαρτάται από την στάση των μεριδιούχων. Όταν καινούργιοι επενδυτές αγοράζουν μερίδια των αμοιβαίων κεφαλαίων, καταβάλουν χρήματα τα οποία αφού εισρεύσουν στο ενεργητικό τους, επενδύονται στις αγορές.

Αντίστροφα, όταν οι μεριδιούχοι θέλουν να ρευστοποιήσουν τα μερίδια τους, δηλαδή τις συμμετοχές τους στο συνολικό ενεργητικό / χαρτοφυλάκιο των Α.Κ., τότε αποσύροντας τα κεφάλαια τους οδηγούν σε μείωση του ενεργητικού. Τα οποία για να μειωθούν, ρευστοποιούν τις θέσεις του στις αγορές.

Επομένως τα ανοικτά αμοιβαία κεφάλαια δεν λειτουργούν, με τη λογική των εταιρειών επενδύσεων χαρτοφυλακίου, ή των αμοιβαίων κεφαλαίων ETFs των οποίων τα μερίδια διαπραγματεύονται, στα χρηματιστήρια. Διότι αυτά έχουν ένα συγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο, που ακολουθεί τις μεταβολές των τιμών των μετοχών και όχι τις μεταβολές από τις εισροές και εκροές κεφαλαίων των μεριδιούχων.

Τα ανοικτά αμοιβαία κεφάλαια, στην προσπάθειά τους να ανταποκρίνονται άμεσα στις ρευστοποιήσεις των μεριδιούχων τους, διατηρούν σημαντικά ταμειακά διαθέσιμα, ώστε να μην αναγκάζονται να πωλούν μετοχές ή ομόλογα για να αποπληρώσουν την αξία των μεριδίων, στους μεριδιούχους που αποχωρούν.

Σε αυτήν τη διαχείριση των επαρκών διαθεσίμων, εστιάζει το ΔΝΤ την προσοχή του, καθώς και στους κινδύνους που απορρέουν από την αγελαία συμπεριφορά των επενδυτών.

Τι θα συμβεί για παράδειγμα, αν ξαφνικά μεγάλος αριθμός μεριδιούχων αποφασίσει να ρευστοποιήσει τα μερίδια του;

Τι θα συμβεί αν εκείνη τη στιγμή τα ΑΚ, δεν διαθέτουν επαρκή ταμειακά διαθέσιμα και αναγκαστούν να ρευστοποιήσουν βεβιασμένα τις θέσεις τους στις αγορές;

Τι θα γίνει αν συγκεκριμένες κατηγορίες επενδυτικών προϊόντων, αντιμετωπίζουν δυσκολία ή και αδυναμία ρευστοποίησης λόγω εκτάκτων και ειδικών συνθηκών ή απουσίας αντισυμβαλλομένων;

Κατά τη διάρκεια των ανοδικών κύκλων, ακόμα και η βίαιη είσοδος νέων κεφαλαίων στα ανοικτά αμοιβαία κεφάλαια, δεν μεταβάλει ούτε στο ελάχιστο την κεντρική επενδυτική στρατηγική. Το πολύ – πολύ, να οδηγήσει τις επενδυτικές επιτροπές, σε ταχύτερη εκπλήρωση των επενδυτικών τους στόχων. Οπότε δεν υπάρχει ίχνος διατάραξης της χρηματοπιστωτικής ισορροπίας, της αθέτησης συναλλαγών ή και εμφάνισης κάποιου συστημικού κινδύνου.

Αντιθέτως στις πτωτικές αγορές, η ψυχική καταπόνηση και ο πανικός των επενδυτών, η κατάρρευση των τιμών των επενδυτικών προϊόντων, οι βίαιες κινήσεις των μεριδιούχων και οι λανθασμένες στρατηγικές των διαχειριστών κεφαλαίων, μπορεί να οδηγήσουν από αθέτηση συναλλαγών μέχρι και κατάρρευση συγκεκριμένων θεσμικών επενδυτών. Η αθέτηση συναλλαγών έχει συμβεί ακόμα και στη χώρα μας, όταν είχε ανασταλεί η δυνατότητα εξαγοράς μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων λόγω εκτάκτων συνθηκών στο Χρηματιστήριο Αθηνών.

Με βάση το παρελθόν, οι επισημάνσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου δεν είναι ούτε άτοπες, ούτε αδόκιμες. Η εμφάνιση ενός ευρέως χρηματοπιστωτικού ή και συστημικού κινδύνου, βρίσκεται πάντα «ante portas».