Η νέα φάση των ελληνοτουρκικών: Τα κίνητρα της Τουρκίας, οι επιδιώξεις της Αθήνας
Shutterstock
Shutterstock

Η νέα φάση των ελληνοτουρκικών: Τα κίνητρα της Τουρκίας, οι επιδιώξεις της Αθήνας

Σε μια νέα φάση εισέρχονται τα ελληνοτουρκικά υπό το πρίσμα, όχι μόνο της δομημένης διαδικασίας επαναπροσέγγισης που αποφάσισαν οι ηγέτες των δυο χωρών, Κ. Μητσοτάκης και Τ. Ερντογάν στις δύο συναντήσεις τους, αλλά και της προσπάθειας της Τουρκίας να επανακάμψει στο σύστημα της Ανατολικής Μεσογείου και να αποκαταστήσει επίσης τη διεθνή εικόνα της που έχει διαταραχθεί λόγω της διαρκούς αποξένωσης της από τη Δύση.

Οι κ. Μητσοτάκης και Ερντογάν στη Νέα Υόρκη συμφώνησαν στην ανάγκη να διαφυλαχθεί η αποκλιμάκωση επί του πεδίου, να αποφεύγονται οι επιθετικές δηλώσεις, να διατηρηθεί αυτό το κλίμα ώστε να κτίζεται εμπιστοσύνη και να διευκολυνθεί η τριπλή παράλληλη διαδικασία επανεκκίνησης και βελτίωσης των σχέσεων. Με σαφή οδικό χάρτη που περιλαμβάνει την έναρξη του πολιτικού διαλόγου στις 16 Οκτωβρίου, τη συζήτηση ΜΟΕ τον Νοέμβριο, τη συνέχιση των συνομιλιών για τη θετική ατζέντα και κορύφωση στις 7 Δεκεμβρίου με τη σύγκληση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας στη Θεσσαλονίκη.

Αυτή βεβαίως είναι μια διαδικασία που θα αξιολογείται καθημερινά και θα «κάνει ταμείο» τον Δεκέμβριο όπου οι δυο ηγέτες θα πρέπει να κάνουν συνολική επανεκτίμηση της κατάστασης και της προόδου η των δυσκολιών που θα ανακύψουν ώστε να υπάρξει συνέχεια.

Τα μηνύματα που εξέπεμψε ο Έλληνας πρωθυπουργός από τη Νέα Υόρκη ήταν συγκεκριμένα: είναι θετικό το γεγονός ότι υπάρχει συνέπεια και όσα έχουν συμφωνηθεί τηρούνται, η αποκλιμάκωση και η έλλειψη επιθετικής ρητορικής καλύπτουν τους όρους που είχε θέσει για την έναρξη διαλόγου με την Τουρκία, ότι από το θετικό κλίμα και την αποφυγή εντάσεων ωφελούνται και οι δυο χώρες, ότι με το κτίσιμο εμπιστοσύνης αξίζει να δοθεί μια ευκαιρία στη διερεύνηση δυνατοτήτων αναζήτησης λύσης στο μεγάλο πρόβλημα που αποτελεί και τον πυρήνα των ελληνοτουρκικών διαφορών.

Με πλήρη επίγνωση όμως της δυσκολίας προσέγγισης στο ζήτημα αυτό, ο κ.Μητσοτάκης επιμένει στην ανάγκη τουλάχιστον να συμφωνούμε ότι διαφωνούμε χωρίς αυτό να εμποδίζει τη βελτίωση των σχέσεων. Και μάλιστα δυο πεδία στα οποία θα επιχειρηθεί να υπάρξει στενότερη συνεργασία είναι η κλιματική αλλαγή και η πολιτική προστασία που οι συνθήκες μάλιστα μετά και τις τελευταίες φυσικές καταστροφές στις δυο χώρες είναι ευνοϊκές για τη συνεργασία, αλλά και το μεταναστευτικό παρά την πρόθεση των δυο χωρών για συνεργασία, τα προβλήματα που θα ανακύψουν είναι πολλά και εμπλέκουν και ζητήματα του σκληρού πυρήνα (όπως οι Ζώνες Έρευνας και Διάσωσης, η αμφισβήτηση κυριαρχίας επί βραχονησίδων, η υποχρέωση της Τουρκίας για υποδοχή επιστροφών μεταναστών κλπ). Το παζάρι εξάλλου για το μεταναστευτικό η Τουρκία δεν θα το κάνει με την Αθήνα αλλά με τις Βρυξέλλες..

Για τον πολιτικό διάλογο βεβαίως κανείς δεν δηλώνει αισιόδοξος ότι μπορεί να προχωρήσει, όμως η κυβέρνηση σπεύδει να δηλώσει ότι σε αυτή τη διαδικασία δεν θα υπάρχει «ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα», θέλοντας να αποφύγει έτσι ένα γρήγορο αδιέξοδο, το οποίο όταν διαπιστωθεί θα επηρεάσει και πιθανόν θα συμπαρασύρει όλη την υπόλοιπη διαδικασία βελτίωσης των σχέσεων.

Έτσι τουλάχιστον προς τον παρόν και με επαναλαμβανόμενη τη δήλωση ότι η «Χάγη είναι μακριά» φαίνεται ότι η διαδικασία του πολιτικού διαλόγου αντιμετωπίζεται από την Αθήνα ως παράλληλη εκτονωτική διαδικασία, του «συζητούμε για να συζητούμε», παρά με την προσδοκία ότι μπορεί να υπάρξει Συμφωνία ή σύγκλιση.

Όσο για το Κυπριακό, όπως αναδείχθηκε και με την σκληρή θέση που υιοθέτησε ο Ερντογάν για δυο κράτη αλλά και την εξίσου καθαρή απάντηση Μητσοτάκη ότι λύση δυο κρατών δεν συζητείται και για την Ελλάδα το Κυπριακό παραμένει θέμα εισβολής και παράνομης κατοχής που πρέπει να λυθεί στη βάση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, είναι προφανές ότι θα συνεχίσει να αποτελεί «διακεκαυμένη ζώνη» και στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Η αλλαγή που έχει σηματοδοτηθεί τους τελευταίους μήνες στις προσεγγίσεις της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, που στην Αθήνα αποφεύγουν να εκτιμήσουν εάν είναι στρατηγικού χαρακτήρα ή απλώς τακτικές κινήσεις, δεν αφορά μόνο την Ελλάδα.

Η εικόνα μείωσης της έντασης με την Ελλάδα και επανεκκίνησης των σχέσεων, βοηθάει τον Τ. Ερντογάν σε μια δύσκολη στιγμή για τον ίδιο για τη βελτίωση της εικόνας της χώρας του τόσο στην Ε.Ε. και αποδυνάμωση των όρων που έχουν τεθεί από τα Ευρωπαϊκά Συμβούλια για την υποχρέωσή του για «σχέσεις καλής γειτονίας» (αν και παραμένουν φυσικά οι απειλές όπως το casus belli και οι διεκδικήσεις όπως οι «γκρίζες ζώνες») όσο και στην Ουάσιγκτον που η ομάδα των μελών του Κογκρέσου υπό τον Ρ. Μενέντεζ επιχειρούν να συνδέσουν την υπόθεση των F16 όχι απλώς με την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ αλλά και με τη δέσμευση της Τουρκίας για μη χρήση των αμερικανικών μαχητικών εναντίον συμμάχων χωρών όπως η Ελλάδα.

Στη Νέα Υόρκη ο Τούρκος πρόεδρος ένιωσε για μια ακόμη φορά την ψυχρότητα των Αμερικανών στην οποία έχει οδηγήσει η επιλογή της αυτόνομης πορείας της Τουρκίας που έχει μεταφραστεί πρακτικά σε μεγαλύτερη πρόσδεση με τη Ρωσία και τον Β. Πούτιν, στενή σχέση με το Ιράν και διαφοροποίηση από στρατηγικές επιλογές της Δυτικής Συμμαχίας, όπως είναι η διεύρυνση του ΝΑΤΟ και με τη Σουηδία.

Ο Τ. Ερντογάν όμως βρήκε την ευκαιρία στη Νεα Υόρκη να δώσει συνέχεια στην προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων του με περιφερειακές δυνάμεις της περιοχής με πρώτη προτεραιότητα το Ισραήλ και την Αίγυπτο.

Η συνάντησή του με τον ισραηλινό πρωθυπουργό, η πρώτη μεταξύ ηγετών των δυο χωρών μετά από 13 χρόνια και η πρώτη με τον Μ. Νετανιάχου με τον οποίο στο παρελθόν είχαν ανταλλάξει βαρύτατους σχεδόν υβριστικούς προσωπικούς χαρακτηρισμούς, φέρνει ένα βήμα πιο κοντά την αποκατάσταση των σχέσεων των δυο χωρών. Η δύσκολη θέση απομόνωσης στην οποία έχει βρεθεί ο Μ. Νετανιάχου λόγω και των σκληρών θέσεων της κυβέρνησης του στο παλαιστινιακό αλλά και η εσωτερική κρίση για τη δικαστική μεταρρύθμιση, διευκολύνει την επιδίωξη του Τούρκου ηγέτη για προσέγγιση με το Ισραήλ.

Είναι ακόμη πρόωρο να εκτιμηθεί εάν αυτή θα οδηγήσει και σε συζήτηση μεταξύ των δυο χωρών, που είναι και ο βασικός στόχος του Ερντογάν, για εμπλοκή της Τουρκίας στη μεταφορά του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου προς την Ευρώπη μέσω τουρκικού εδάφους. Ο Νετανιάχου, σύμφωνα με ανάρτηση της ισραηλινής πλευράς, απάντησε ότι υπάρχουν πολλές επιλογές που είναι υπό εξέταση… Και είναι προφανές ότι παρά την πίεση οικονομικών παραγόντων η καχυποψία στο Ισραήλ παραμένει στο πρόσωπο του Τούρκου ηγέτη και η απροθυμία για παράδοση του στρατηγικού «όπλου» της ενέργειας στην Τουρκία ώστε να ικανοποιήσει τις γεωστρατηγικές επιδιώξεις της.

Σε ό,τι αφορά στην Αίγυπτο υπήρξε μια ακόμη θερμή συνάντηση Φιντάν -Σούκρι που έχουν αναλάβει τη διαδικασία επαναπροσέγγισης, αν και δεν υπήρξε καμία είδηση για την πολυπόθητη ανακοίνωση επίσκεψης του Αλ Σισι στην Άγκυρα.

Η Τουρκία επιδιώκει να ανατρέψει τη διαμόρφωση ενός νέου σκηνικού στην περιοχή, που οι νέοι εμπορικοί και ενεργειακοί διάδρομοι θα την παρακάμπτουν. Και παρά την οργισμένη αντίδρασή της στο μεγάλο Σχέδιο του Διαδρόμου Ινδίας- Ν.Ανατολής -Ευρώπης (MEC) με ανησυχία διαπίστωσε ότι στην δύσκολη και εξαιρετικής σημασίας συνάντηση Μπάιντεν - Νετανιαχου, στο ανακοινωθέν του Λευκού Οίκου γίνεται ειδική αναφορά στον διάδρομο IMEC, ο οποίος παρακάμπτει την Τουρκία ενώ αντιθέτως δημιουργεί προοπτικές συμμετοχής και της Ελλάδας σε αυτό το σημαντικότατο οικονομικό και γεωστρατηγικό project.

Οι δηλώσεις μάλιστα του πρίγκηπα διαδόχου της Σ. Αραβίας MSB ότι γίνονται βήματα στις σχέσεις με το Ισραήλ και η είδηση ότι η Ουάσιγκτον εξετάζει τη σύναψη μιας νέας συμφωνίας ασφάλειας με τη Σ. Αραβία (με τη συναίνεση του Ισραήλ), οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Ουάσιγκτον κινείται δραστήρια και ενεργά για την εξάλειψη του «πολιτικού εμποδίου» στην υλοποίηση του IMEC που είναι η αποκατάσταση των σχέσεων Τελ Αβίβ -Ριάντ.

Σε αυτό το νέο σκηνικό δημιουργούνται σημαντικές προκλήσεις για την Ελλάδα και ήδη ο πρωθυπουργός στη συνάντηση που είχε χθες στη Νέα Υόρκη με ομάδα επενδυτών και εκπροσώπων εταιρειών διαχείρισης κεφαλαίων, τόνισε τις ευκαιρίες που προσφέρει η Ελλάδα με τον ρόλο της όχι μόνο μεταξύ Αν.Μεσογείου -Ευρώπης αλλά και στον Διάδρομο Ινδίας -Μ. Ανατολής- Ευρώπης και στη διασυνδεσιμότητα με τη Νότια Ευρώπη και την Ανατολική Γειτονία..