Κινητοποιούν οι πόλεμοι την οικονομία;
SHUTTERSTOCK
SHUTTERSTOCK

Κινητοποιούν οι πόλεμοι την οικονομία;

Η φράση του Ηράκλειτου «ο πόλεμος είναι ο βασιλιάς των πάντων» εκφράζει μια βαθιά και διαχρονική κατανόηση του πολέμου ως καθοριστικού παράγοντα στην ιστορική και κοινωνική εξέλιξη. Ο Ηράκλειτος υποστηρίζει ότι ο πόλεμος, παρά την καταστροφική του φύση, έχει τη δύναμη να αναδιαμορφώνει τις κοινωνίες με τρόπους που δεν είναι εφικτοί σε περιόδους ειρήνης. Η δήλωση αυτή αναδεικνύει την εννοιολογική σύνδεση μεταξύ του πολέμου και των κοινωνικών διαδικασιών, υπονοώντας ότι η σύγκρουση μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για σημαντικές αλλαγές.

Ο πόλεμος, σύμφωνα με τον Ηράκλειτο, μπορεί να αναγκάσει μια κοινωνία να επανεξετάσει και να αναδιοργανώσει τις αξίες, τις δομές και τις προτεραιότητές της. Η ένταση που προκαλεί η απειλή του πολέμου μπορεί να οδηγήσει σε εθνική ενότητα, ενίσχυση της εσωτερικής πολιτικής συνοχής και κινητοποίηση των πόρων για την αντιμετώπιση της απειλής. Αυτές οι διεργασίες, που συχνά απαιτούν επείγουσες και δραστικές αποφάσεις, δύσκολα μπορούν να επιτευχθούν σε καιρό ειρήνης.

Επιπλέον, μια καταστροφική απειλή ή ο ίδιος ο πόλεμος μπορεί να προκαλέσουν σημαντικές κοινωνικές και τεχνολογικές καινοτομίες, καθώς οι κοινωνίες αναζητούν νέους τρόπους να επιβιώσουν και να υπερισχύσουν των αντιπάλων τους. Οι μεταβολές που επιφέρει ο πόλεμος συχνά οδηγούν σε ριζικές αλλαγές στην κοινωνική οργάνωση και την οικονομία, επιτρέποντας την ανασυγκρότηση της κοινωνίας σε νέες βάσεις.

Συνοπτικά, η φράση του Ηράκλειτου τονίζει τον ρόλο του πολέμου ως μια δύναμη που μπορεί να αναδιαμορφώσει ριζικά τις κοινωνίες, καθιστώντας τον έναν «βασιλιά» που κυριαρχεί και καθοδηγεί την ιστορική εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών. Μια καταστροφική απειλή ή πόλεμος που αντιμετωπίζει μια κοινωνία μπορεί να έχει τα παρακάτω αποτελέσματα:

1. Εθνική ενότητα και πολιτική συνοχή: Ο πόλεμος ή η απειλή πολέμου, συχνά λειτουργεί ως καταλύτης για την επίτευξη εθνικής ενότητας και πολιτικής συνοχής. Όταν μια χώρα βρίσκεται υπό απειλή πολέμου, τα εσωτερικά προβλήματα και οι πολιτικές αντιπαραθέσεις μπορούν να μειωθούν, καθώς η ανάγκη για αμυντική συνοχή υπερβαίνει τις εσωτερικές διαφωνίες. Οι πολίτες συνήθως ενώνουν τις δυνάμεις τους για να αντιμετωπίσουν τον εξωτερικό κίνδυνο, με αποτέλεσμα την ενίσχυση της εθνικής ταυτότητας και της πολιτικής σταθερότητας, που συμβάλει σε σημαντικά επιτεύγματα. 

2. Κοινωνική οργάνωση για αντιμετώπιση απειλών: Ο πόλεμος απαιτεί μια οργανωμένη κοινωνική δομή για την κινητοποίηση πόρων και την αποτελεσματική αντίσταση στις απειλές. Η οργάνωση των κοινωνικών δυνάμεων σε επίπεδο στρατού, βιομηχανίας και πολιτών συχνά οδηγεί στην αναδιοργάνωση της κοινωνίας και των οικονομικών πόρων με στόχο την αποδοτική και συντονισμένη προσπάθεια αντιμετώπισης της απειλής. 

3. Δημόσιες δαπάνες και αποκατάσταση καταστροφών: Η οικονομία συχνά καθορίζει τι οδηγεί σε έναν πόλεμο, ποιος κερδίζει τον πόλεμο και πώς λειτουργούν οι χώρες μετά από αυτόν. Όταν αποφασίζονται μεταβολές προς μια οικονομία πολέμου, τα κράτη πρέπει να ανακατευθύνουν τους πόρους και τις αλυσίδες εφοδιασμού προς τις προτεραιότητες της άμυνας. Ο πόλεμος συνήθως συνεπάγεται τεράστιες δημόσιες δαπάνες για την κατασκευή και συντήρηση στρατιωτικών υποδομών, καθώς και για την αποκατάσταση των ζημιών. Αυτές οι δαπάνες, αν και μπορεί να είναι υψηλές και να δημιουργούν βαρύ οικονομικό φορτίο, συχνά οδηγούν σε καινοτομίες και ανακατανομές πόρων που διαφορετικά δεν θα ήταν εφικτές. Οι καταστροφές του πολέμου μπορεί να επιταχύνουν την πρόοδο σε διάφορους τομείς της κοινωνικής και τεχνολογικής ανάπτυξης. Το 2018 το συνολικό οικονομικό κόστος της σύγκρουσης και της βίας στον κόσμο ανήλθε σε 14,3 τρισεκατομμύρια δολάρια, ή 12,6% του παγκόσμιου ΑΕΠ, το οποίο αυξήθηκε σε 17,5 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2022, ή πάνω από 17% του ΑΕΠ. Για να καλυφθούν αυτά τα κόστη, το κράτος παίζει μεγαλύτερο ρόλο στην οικονομία, μετακινώντας την κοντά σε αυτό που ονομάζεται κεντρικά σχεδιασμένη πολεμική οικονομία που συνεπάγεται μεγαλύτερη εμπλοκή στον έλεγχο της εργασίας, της παραγωγής και της ανακατανομής των πόρων. Με την ανάγκη αύξησης των στρατευμάτων τους, οι κυβερνήσεις είτε καταφεύγουν σε εθελοντική στρατολόγηση είτε σε υποχρεωτική στρατολόγηση. Αλλά αυτό με τη σειρά του μειώνει το μέγεθος της διαθέσιμης εργατικής δύναμης, κάτι που αδυνατίζει την οικονομική παραγωγή και παρουσιάζονται ελλείψεις αγαθών. 

Συχνά, ένας πόλεμος μπορεί να φαίνεται ότι έχει θετική οικονομική επίδραση, χάρη στη χαμηλή ανεργία και τις μεγάλες επενδύσεις σε μεγάλες βιομηχανίες, όπως η μεταφορά και οι τεχνολογίες. Αλλά μόλις ένα κράτος στραφεί σε μια οικονομία πολέμου, με το υψηλό κόστος για όπλα και άμυνα και την εξάντληση των εργαζομένων που δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες για τροφή και άλλα αγαθά, οι τιμές αρχίζουν να αυξάνονται. Οι πόλεμοι αναπόφευκτα οδηγούν σε αύξηση των τιμών. Συχνά, οι αυξήσεις τιμών μπορεί επίσης να προκαλέσουν μια παραοικονομία με αγαθά που αγοράζονται και πωλούνται κρυφά. 

Υπάρχουν τρεις τρόποι για τα κράτη να χρηματοδοτήσουν τον πόλεμο: μέσω φόρων, δανεισμού και εκτύπωσης χρημάτων. Αλλά οι κυβερνήσεις καταφεύγουν επίσης στον δανεισμό, με υποχρεωτικά ή εθελοντικά δάνεια. Για παράδειγμα, όταν η ναζιστική Γερμανία κατέλαβε την Ελλάδα, ανάγκασε την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας να εκδώσει ένα υποχρεωτικό δάνειο 476 εκατομμυρίων μάρκων, που χρησιμοποιήθηκε ουσιαστικά για την κάλυψη του κόστους της κατοχής και των στρατιωτικών δαπανών.

Παρόμοιες καταστροφικές απειλές που αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες, αν και δεν περιλαμβάνουν άμεσες πολεμικές συγκρούσεις, μπορούν να επιφέρουν διεργασίες που έχουν κοινά χαρακτηριστικά με αυτά του πολέμου. Μια σημαντική απειλή των κοινωνιών πλέον είναι η κλιματική αλλαγή.

Οικονομικές δαπάνες για κλιματική αλλαγή: Η κλιματική αλλαγή επιβάλλει μια σειρά από σημαντικές δαπάνες για την αποκατάσταση του περιβάλλοντος και την προσαρμογή στις νέες συνθήκες. Αυτές οι δαπάνες περιλαμβάνουν επενδύσεις σε υποδομές για την απανθρακοποίηση, τη μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, και την ηλεκτροποίηση. Το μέγεθος των απαιτούμενων πόρων είναι συγκρίσιμο με τις δαπάνες που συνδέονται με έναν πόλεμο, καθώς απαιτούνται μεγάλα κεφάλαια για τη χρηματοδότηση τεχνολογιών και υποδομών που δεν έχουν κατασκευαστεί προηγουμένως.

Κοινωνική οργάνωση και πολιτική δράση: Η αποκατάσταση του περιβάλλοντος απαιτεί όχι μόνο οικονομικούς πόρους αλλά και μια αλλαγή στην κοινωνική οργάνωση. Η κοινωνία πρέπει να προσαρμοστεί σε νέες συνθήκες, να προγραμματίσει και να εκτελέσει πολιτικές που υποστηρίζουν τη βιωσιμότητα. Αυτή η διαδικασία περιλαμβάνει την υπέρβαση των συμφερόντων ορισμένων ομάδων και την προώθηση μιας συλλογικής προσπάθειας για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων.

Εξοπλισμός και αμυντική δαπάνη: Ακόμα μια απειλή που αντιμετωπίζουν σήμερα οι κοινωνίες είναι οι αμυντικές δαπάνες για να αντιμετωπιστεί η γεωπολιτική αντιπαράθεση μετά από 70 χρόνια ειρηνικής συνύπαρξης. Οι αμυντικές δαπάνες που απαιτούνται για την αντιμετώπιση των απειλών από αυταρχικά καθεστώτα που οραματίζονται την αναβίωση των αυτοκρατοριών τους, προκαλούν σημαντικές οικονομικές προκλήσεις. Οι χώρες με αυταρχικά καθεστώτα, που επωφελούνται από τα εμπορικά πλεονάσματα με δημοκρατικά κράτη, κατευθύνουν τις πλεονάζουσες χρηματοδοτήσεις τους προς στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Αυτό έχει δημιουργήσει μια δυναμική όπου η οικονομική ανισότητα και οι εμπορικές ανισότητες τροφοδοτούν τις στρατηγικές τους για την ενίσχυση της στρατιωτικής ισχύος, προκαλώντας γεωπολιτική αστάθεια. 

Ανάγκη εσωτερικής συνοχής: Και οι δύο προκλήσεις – η κλιματική αλλαγή και η στρατιωτική απειλή – απαιτούν από τα κράτη να επιτύχουν εσωτερική συνοχή και να προσαρμόσουν την κοινωνική τους οργάνωση. Το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα είναι η ανάπτυξη νέων στρατηγικών και η αποδοχή αλλαγών που θα προωθήσουν την ευημερία σε ένα κόσμο που αντιμετωπίζει πολλαπλές προκλήσεις.

Ανάπτυξη μέσω κρατικών δαπανών: Η ερώτηση που τίθεται είναι αν οι δαπάνες για την αποτροπή των απειλών – είτε από το περιβάλλον είτε από στρατιωτικές προκλήσεις – θα οδηγήσουν σε ανάπτυξη. Ειδικότερα, αν οι κρατικές δαπάνες για την κλιματική αλλαγή και για στρατιωτικούς εξοπλισμούς θα δημιουργήσουν νέα εισοδήματα και θα προάγουν την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη ή αν θα οδηγήσουν σε αύξηση των ανισοτήτων και της οικονομικής αστάθειας, απλά μεταφέροντας κεφάλαια από τη μια δραστηριότητα σε μια άλλη. Συνήθως η ανάπτυξη μέσω κρατικών δαπανών δεν οδηγούν σε βιώσιμη ανάπτυξη και η χώρα μας το 2010, υπέστη τις τρομερές συνέπειες αυτής της στρατηγικής που ακολουθούσαμε για 40 χρόνια. 

Η σκέψη του Ηράκλειτου ότι ο πόλεμος είναι ο κινητήρας σημαντικών κοινωνικών και οικονομικών διαδικασιών βρίσκει σύγχρονη αντανάκλαση στις προκλήσεις που προκύπτουν από την κλιματική αλλαγή και τις στρατιωτικές απειλές. Ενώ οι δύο αυτοί παράγοντες απαιτούν τεράστιες οικονομικές και κοινωνικές προσαρμογές, η επιτυχία στην αντιμετώπισή τους θα κριθεί από την ικανότητα των κρατών να αναπτύξουν βιώσιμες στρατηγικές που συνδυάζουν την εσωτερική συνοχή με την ανάπτυξη και την ευημερία εξασφαλίζοντας την ειρήνη.

* Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης, Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης.