Γιατί η Τουρκία παραμένει μεγάλος γεωπολιτικός, στρατιωτικός και οικονομικός παίκτης

Η ηγεσία της εγχώριας αριστεράς, την ίδια στιγμή που ασκεί κριτική στην κυβέρνηση για τη στάση της απέναντι στη Ρωσία, κατηγορώντας την διότι συντάσσεται στο πλευρό των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκφράζει τον θαυμασμό της για τη στάση της Τουρκίας.

Ταυτόχρονα, μέσα από τα ψηφιακά μέσα κοινωνικής δικτύωσης προωθεί μια σειρά από «ερωτήματα» και «διαπιστώσεις», που αποσκοπούν στη δημιουργία κλίματος δυσαρέσκειας και ανασφάλειας ανάμεσα στους πολίτες.

Ερωτήματα όπως, «γιατί εκτέθηκε η Ελλάδα υπέρ του Ουκρανίας;», «γιατί έστειλε όπλα η Ελλάδα στην Ουκρανία;», «γιατί συμμετέχει η Ελλάδα στις οικονομικές κυρώσεις;», «τι έχει να κερδίσει η Ελλάδα, από αυτή τη στάση;», «μήπως η Ελλάδα μπει στο στόχαστρο της Ρωσίας;».

Και διαπιστώσεις όπως, «οι Τούρκοι είναι έξυπνοι που δεν έστειλαν όπλα», «οι Τούρκοι είναι έξυπνοι που κρατούν ίσες αποστάσεις», «οι Τούρκοι είναι έξυπνοι που δεν συμμετέχουν στις οικονομικές κυρώσεις», «να που οι Τούρκοι πρωταγωνιστούν στις διαδικασίες διαμεσολάβησης ανάμεσα στις δυο κυβερνήσεις» και «να που η Δύση, για μια ακόμα φορά δεν αντιδρά απέναντι στη στάση της Τουρκίας».

Και όλα αυτά καταλήγουν στο συμπέρασμα, ότι η Ελλάδα δεν κάνει τίποτα, ότι δεν παίρνει πρωτοβουλίες και ότι απλά ακολουθεί τις επιλογές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, σε αντίθεση με την Τουρκία που έχει αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο.

Είναι προφανές ότι όλοι όσοι αναπτύσσουν αυτή την επιχειρηματολογία, δεν έχουν επαφή με την πραγματικότητα. Δεν αντιλαμβάνονται ότι η Τουρκία έχει τόσο τη στρατιωτική, γεωπολιτική, όσο και την οικονομική ισχύ, που της επιτρέπουν αυτές τις πολυτέλειες. Και δεν χρειάζεται να είναι κανείς, ούτε γεωπολιτικός αναλυτής, ούτε εξειδικευμένος οικονομολόγος, για να το καταλάβει. Αρκεί να μελετήσει τους αριθμούς.

Η Τουρκία σήμερα έχει τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό μέσα στο ΝΑΤΟ. Μπορεί να αναπτύξει στο πεδίο, περίπου 750.000 στρατιώτες. Διαθέτει στρατιωτικές βάσεις ή διατηρεί στρατιωτική παρουσία σε 14 διαφορετικές χώρες, όπως στην Αλβανία, Αζερμπαϊτζάν, Βοσνία – Ερζεγοβίνη, Ιράκ, Δημοκρατία του Κονγκό, Κόσοβο, Λίβανο, Κατάρ, Σομαλία, Συρία, Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία, Μάλι και Σουδάν.

Επίσης, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις ήταν υπεύθυνες για την ασφάλεια του αεροδρομίου της Καμπούλ στο Αφγανιστάν, για λογαριασμό του ΝΑΤΟ, για έξι χρόνια. Οι δε στρατιωτικές δαπάνες της Τουρκίας ανέρχονται στα 20 δισ. δολ., σε ετήσια βάση.

Οι εμπορικές σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία ανέρχονται στα 21 δισ. δολ. και με την Ουκρανία στα 2,8 δισ. δολ., ενώ τα εμπορικά μεγέθη για την Ελλάδα είναι στα 4,2 δισ. δολ. και 500 εκατ. δολ., αντιστοίχως.

Επιπλέον, θα πρέπει να αναφερθεί η τρέχουσα διαδικασία της κατασκευής μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ατομικό αντιδραστήρα στην περιοχή του Ακουγιού, από τη ρωσική πλευρά προϋπολογισμού άνω των 20 δισ. δολ., καθώς και οι τουρκικές εισαγωγές κινητήρων από την Ουκρανία και οι πωλήσεις μη τουρκικών επανδρωμένων αεροσκαφών μάχης μεσαίου ύψους τύπου Bayraktar TB2, προς την Ουκρανία.

Όσον αφορά την οικονομική δύναμη της Τουρκίας, παρά την κρίση που βιώνει, δεν είναι δυνατόν να παραβλέπουμε ότι το ΑΕΠ της γειτονικής χώρας ανέρχεται στα 795 δισ. δολ., με τις προβλέψεις για το 2026 να διαμορφώνονται στα 1.333 δισ. δολ., σύμφωνα με το ακόλουθο γράφημα της κορυφαίας παγκόσμιας πλατφόρμας επιχειρηματικών και οικονομικών δεδομένων, statista.

Αν στα προαναφερθέντα μεγέθη, συνυπολογίσουμε το δημογραφικό πρόσωπο της Τουρκίας, που αριθμεί πάνω από 33 εκατ. νέους κάτω των 21 ετών, το ποσοστό συμμετοχής της βιομηχανίας στο Τουρκικό ΑΕΠ που ανέρχεται στο 27%, καθώς και το ποσοστό της συμμετοχής προϊόντων τεχνολογίας στο σύνολο των τουρκικών εξαγωγών που αγγίζει το 40%, τότε εύκολα καταλήγουμε στο συμπέρασμα, ότι έχουμε να κάνουμε με έναν «μεγάλο» παίκτη με σημαντικό οικονομικό εκτόπισμα.

Για να αντιληφθούμε ακόμα καλύτερα τους συσχετισμούς των δυνάμεων, όταν το 2015, ρωσικά αεροσκάφη είχαν παραβιάσει τον εναέριο χώρο της Τουρκίας στα σύνορα με τη Συρία, η Τουρκία είχε αντιδράσει, με αποτέλεσμα ένα τουρκικό F-16 να καταρρίψει ένα Sukhoi Su-24M.

Τότε ο πρόεδρος Πούτιν είχε δηλώσει ότι «οι Ένοπλες Δυνάμεις μας δίνουν μια ηρωική μάχη κατά της τρομοκρατίας, χωρίς σκέψεις για τους ίδιους και τη ζωή τους, όμως η σημερινή απώλεια ήταν μια πισώπλατη μαχαιριά από συνεργούς των τρομοκρατώ ..., η Ρωσία δεν ανέχεται προσβολή όπως αυτή..., οι ρωσοτουρκικές σχέσεις μετά απ΄ αυτό θα επηρεαστούν δυσμενώς».

Η Τουρκική πλευρά είχε απαντήσει λέγοντας ότι «οι ενέργειες της Τουρκίας ήταν σε πλήρη συμφωνία με τους νέους κανόνες εμπλοκής που εγκρίθηκαν μετά από τότε που η Συρία είχε καταρρίψει ένα τουρκικό μαχητικό Fantom το 2012».

Τότε, αρκετές χώρες είχαν σταθεί στο πλευρό της Τουρκίας, όπως για παράδειγμα, η Ουκρανία, οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, οι χώρες της Βαλτικής, ενώ η Ελλάδα, μέσω του τότε υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά είχε εκφράσει την αλληλεγγύη του με τη Ρωσία σε μια τηλεφωνική συνομιλία που είχε με το Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ. Έκτοτε οι πολιτικές σχέσεις Ρωσίας – Τουρκίας, αποκαταστάθηκαν πλήρως.

Όπως γίνεται κατανοητό, το ειδικό βάρος της Τουρκίας στην παγκόσμια σκακιέρα είναι σημαντικό. Η Τουρκία ακροβατεί ανάμεσα στη Δύση και στην Ανατολή. Τόσο σε στρατιωτικό, όσο και σε οικονομικό επίπεδο.

Ακόμα και χθες, που ξεκίνησε η πολυδιαφημισμένη τουρκική διαμεσολάβηση ανάμεσα στη Ρωσία και στην Ουκρανία που δεν κατέληξε πουθενά, η Άγκυρα πρότεινε στο Κρεμλίνο την εκκαθάριση όλων των εμπορικών συναλλαγών τους στα δικά τους νομίσματα ή σε χρυσό, μέχρι να προχωρήσουν σε ένα αποδολαριοποιημένο σύστημα πληρωμών. Παιχνίδι σε δυο ταμπλό, ταυτόχρονα.

Μετά από όλα όσα προαναφέρθηκαν, το να προσπαθούν κάποιοι να κάνουν συγκρίσεις ανάμεσα στα στις δύο χώρες για τον τρόπο που χειρίζονται τη στάση τους απέναντι στη Ρωσική εισβολή, είναι άτοπο. Εξ άλλου η Ελλάδα, σαν μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας, στέκεται απέναντι σε αυτούς που επιχειρούν να ποδοπατήσουν τις δημοκρατικές αξίες και αρχές.