Μπορεί η εθνική μας γκρίνια να γίνει χαμόγελο;

Μπορεί η εθνική μας γκρίνια να γίνει χαμόγελο;

Της Γεωργίας Δρακάκη*

Στοιβαγμένοι  οι Αθηναίοι κυκλοφορούν στo μετρό,  με χαμηλωμένα τα βλέμματά στα κινητά τους. Έτοιμοι να τσακωθούν και να αρπαχτούν. Πολύ επιφυλακτικοί με τον διπλανό τους. Ανυπόμονοι και μονίμως βιαστικοί.

ΔρακάκηΤο ίδιο συμβαίνει και με τους οδηγούς. Μία μέρα από την πραγματική μας  ζωή είναι ικανή να ανατρέψει όσες ψευδαισθήσεις αισιοδοξίας μαζεύουμε  καθημερινά από τα social media.

Όχι, δεν γίνεται να χαμογελάμε διαρκώς. Ο Κώστας Λαδόπουλος, όταν έκανε τα «Πρωινάκια» στην ΕΡΤ, μια εκπομπή για μικρά παιδιά, είχε χρειαστεί να απαντήσει στο γράμμα ενός  κοριτσιού που τον ρώταγε γιατί δεν χαμογελάει ποτέ. «Οι άνθρωποι δεν περπατούν στον δρόμο χαμογελώντας», απάντησε.

Άλλωστε, το χαμόγελο δεν πάει πακέτο με το κέφι. Μπορούμε στη σκέψη μας, να πετάμε κι έξω μας να παραμένουμε σοβαροί. Τα συγκεκριμένα πρόσωπα, όμως, τα δικά μας, αντικατοπτρίζουν τα μέσα μας, προδίδοντας ότι εδώ και καιρό, δεν είμαστε καλά.

Γιατί όμως; Νομίζω πως δεν υπήρξαμε και ποτέ η χαρά του παιδιού ως λαός. Πολιτικής και οικονομικής φύσεως κακουχίες, αμφίσημες «συγκατοικήσεις» με λαούς κατακτητές ή συμμάχους, μας έχουν αφήσει ένα σωρό κουσούρια που, με την λογική των… diversity models, είναι αυτά που μας κάνουν μοναδικούς και ξεχωριστούς.

Δεν σημαίνει ότι ήμασταν στ' αλήθεια καλά και χαρούμενοι την εποχή που μπορούσαμε να βάλουμε χέρι σε κάρτες και να κάνουμε όσα ψώνια τραβούσε η ψυχή μας. Ούτε, φυσικά, ότι μπορούμε να είμαστε εντάξει με δεινή οικονομική κατάσταση και καθημερινό άγχος επιβίωσης. Όμως, έχουμε συχνά την απολύτως λανθασμένη εντύπωση ότι η ανθρωπότητα, ο κόσμος, η χώρα, η πόλη, εμείς πάμε από το κακό στο χειρότερο.

Ξεχνάμε να αναλογιστούμε την βελτίωση που έχει επέλθει μες στο πέρασμα των αιώνων σε πολύ σημαντικούς τομείς όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, η περίθαλψη, η σχέση πολίτη-κράτους, η περιβαλλοντική συνείδηση, η θέση της γυναίκας και τόσους άλλους.

Δεν υπάρχει καλύτερη επιβεβαίωση του χάσματος γενεών από την χιλιοειπωμένη  ατάκα: «Θυμάμαι, εμείς όταν ήμασταν νέοι…» ή «Εμείς ζήσαμε σε άλλες εποχές, καλύτερες…». Τα ίδια θα λένε οι σημερινοί δεκαοχτάρηδες, όταν εξηνταρίσουν, στους δεκαοχτάρηδες του μέλλοντος που μπορεί να αυτοϊκανοποιούνται με την βοήθεια ρομπότ και όχι με κάποιο βίντεο, από αυτά που διαδέχτηκαν τα περιοδικά, τα οποία με την σειρά τους διαδέχτηκαν… την φαντασία. Το ζήτημα, όμως, είναι ότι έχει περάσει και σε εμάς τους νεότερους μια γενικότερη, πλαστή αίσθηση ότι «δεν ζούμε σε καλά χρόνια».

Η απαισιοδοξία των νέων για το μέλλον είναι πολύ δυνατός δείκτης για το πώς αισθάνεται συλλογικά ένας λαός. Πιο δυνατός από μερικές φάτσες στο μετρό το πρωί.

Για να αλλάξει η κατάσταση, δεν χρειάζεται απλά να μην επαναλαμβάνουμε τα λάθη του χτες, πρέπει να εκτιμάμε τα κεκτημένα μας-κάποιες και κάποιοι έχουν κυριολεκτικά θυσιαστεί γι' αυτά- και να προσπαθούμε να πετυχαίνουμε το «μη μέχρι στιγμής γενόμενο», το φρέσκο, το πρωτοπόρο.

Κάποιος δεν πρέπει να ασχοληθεί με την εθνική μας αισιοδοξία; Mε την ομαλή μας συνύπαρξη, τις ευκαιρίες, τη δικαιοσύνη στην καθημερινότητά μας, την ορατότητα στο μέλλον, την αίσθηση ότι κάπου πάμε;

Kάποια τέλος πάντων, κυβέρνηση δεν πρέπει να φτιάξει ένα ολοκληρωμένο αφήγημα ελπίδας για την εθνική μας αυτοπραγμάτωση; Συλλογικό, υπέροχο και ελπιδοφόρο;

Να φυτρώσουν πάλι ουσιαστικά, εσωτερικά χαμόγελα. Κι αν γίνεται, να ζωγραφιστούν και στα πρόσωπά μας.

*H κ. Γεωργία Δρακάκη είναι Νομικός και Συγγραφέας.