Παρατηρήσεις για τη δημοσκόπηση της GPO

Όταν η χώρα έχει υποστεί τη δοκιμασία των πολυήμερων πυρκαγιών υπό πρωτοφανείς κλιματολογικές συνθήκες, μας φαίνονται άστοχα τα πανηγυρικού χαρακτήρα σχόλια για τις μικρές απώλειες που καταγράφονται στο δείκτη πρόθεσης ψήφου για την κυβέρνηση. 

Όπως έχουμε επιχειρηματολογήσει πολλάκις ο δείκτης πρόθεσης ψήφου, όταν δεν έχουν προκηρυχθεί εκλογές συμβάλλει μόνο στη δημιουργία κλίματος και δίνει ελάχιστες πληροφορίες για τις στάσεις της ελληνικής κοινωνίας.

Όχι πως δεν είναι αξιοπρόσεκτο ότι η κυβέρνηση δεν καταγράφει φθορά -μεγαλύτερη εντύπωση, βέβαια, προκαλεί η αδυναμία της αντιπολίτευσης να καρπωθεί έστω κι αυτές τις μικρές απώλειες- αλλά γιατί είναι ανοίκειο και απρεπές προς του συμπολίτες μας που υποφέρουν αυτό να σχολιάζεται με διθυραμβικό ύφος λες και το θέμα δεν είναι η ευημερία της χώρας αλλά της εκάστοτε εξουσίας.

Η πρώτη αυτή δημοσκόπηση στα όρια μεταξύ του «εντός και εκτός σεζόν» με ό,τι προβλήματα κι αν συνεπάγεται αυτό, σηματοδοτεί μια ενδιαφέρουσα και πολύ σημαντική καμπή στην κυβερνητική θητεία: η κυβέρνηση πλέον είναι αυτού του κόσμου και όχι τοποθετημένη, από τους πολίτες, σε κάποιον Όλυμπο, με τους υπουργούς και τους υφυπουργούς να λατρεύονται ως ημίθεοι, συχνά ερήμην τους.

Η δημοσκόπηση αυτή αποτυπώνει την εικόνα μιας κανονικής κυβέρνησης που αντιμετωπίζει πολύ μεγάλες προκλήσεις, κάποιες φορές αστοχεί, είναι σε θέση να διορθώνει σφάλματα και αστοχίες και δεν έχει χάσει την εμπιστοσύνη των πολιτών. 

Ένα ακόμα αξιοσημείωτο στοιχείο είναι ότι οι πολίτες δεν έχουν απομακρυνθεί στο ελάχιστο από τη συμφωνία αλήθειας που υπέγραψαν με τον Κυριάκο Μητσοτάκη προσωπικά. Από τον πρωθυπουργό περιμένουν να τους λέει την αλήθεια, δεν έχει χαθεί ακόμα ο ιδιαίτερος, προσωπικός χαρακτήρας της σχέσης πρωθυπουργούς και πολιτών. 

Επιπροσθέτως,  η ασφαλής καθημερινότητα και η αποτελεσματικότητα παραμένουν στην κορυφή των κοινωνικών αιτημάτων ενώ τέλος, από τις απαντήσεις στις ερωτήσεις, προκύπτει ότι οι πολίτες είναι περισσότερο από ποτέ συνειδητοποιημένοι.

Χαρακτηριστικό το εύρημα ότι στην πλειοψηφία τους, δεν έχουν πειστεί ότι η κυβέρνηση είχε ένα οργανωμένο και επεξεργασμένο σχέδιο για την εξάπλωση των πυρκαγιών αλλά την ίδια στιγμή αξιολογούν θετικά τα μέτρα ανακούφισης των πυρόπληκτων που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, τη συγγνώμη του πρωθυπουργού και την επιστράτευση του Σταύρου Μπένου στην εκστρατεία ανασυγκρότησης της Βόρειας Εύβοιας.

Οι πολίτες προσγειώθηκαν, κρίνουν ακριβοδίκαια και αξιολογούν θετικά όταν υπάρχει πράγματι κάτι θετικό.

Το πιο ανησυχητικό στοιχείο για την κυβέρνηση είναι κατά τη γνώμη μας η αξιολόγηση της διαχείρισης της πανδημίας. Ανήκουμε στους ελάχιστους που διατηρούν την αντιδημοφιλή άποψη ότι η κυβέρνηση δεν έχει διαχειριστεί άσχημα την πανδημία. Μια άποψη που έχουμε δημιουργήσει διαβάζοντας καθημερινά και εκτενώς τον ξένο Τύπο. Η Ελλάδα τα έχει πάει πολύ καλύτερα από άλλες χώρες και ως κοινωνία. Δεν έχουμε ζήσει τις εντάσεις και τις συγκρούσεις που συμβαίνουν σε εβδομαδιαία βάση στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.

Γιατί λοιπόν οι πολίτες αξιολογούν αρνητικά την κυβέρνηση στη διαχείριση της πανδημίας; Γιατί η κυβέρνηση χρεώνεται την παντελή έλλειψη ελέγχων εφαρμογής των μέτρων κατά της διάρκεια των διακοπών. Προφανώς και δεν είναι δουλειά του κράτους να βρίσκεται δίπλα από κάθε πλοίο, σε κάθε λιμάνι, για να ελέγχει πιστοποιητικά εμβολιασμού και rapid test, αυτό είναι ευθύνη των επιχειρηματιών κάθε κατηγορίας.

Όμως, ο πολίτης τον έλεγχο τον έχει ταυτίσει με την κυβέρνηση. Και δεν έχει καμία σημασία αν ο ίδιος πολίτης που εξανίσταται για την έλλειψη ελέγχων, θα δήλωνε ενοχλημένος αν θα έπρεπε να περιμένει στην ουρά για να ελεγχθεί πριν επιβιβαστεί στο πλοίο.

Μπορεί η κυβέρνηση να άφησε πίσω της τις πυρκαγιές του Αυγούστου αλλά η πανδημία παραμένει η μεγάλη πρόκληση που έχει μπροστά της. Τα πράγματα το φθινόπωρο θα είναι πολύ δύσκολα. Και ομολογούμε πως μας γεμίζουν ανησυχία τα «ρεπορτάζ από το Μαξίμου» που θέλουν τον πρωθυπουργό να πιστεύει ότι «έχει αφήσει πίσω του την πανδημία». Ουδέν ανακριβέστερο. 

Η πανδημία είναι μπροστά μας, το άνοιγμα των σχολείων θα τη βάλει σε κάθε σπίτι, τα νοικοκυριά θα έχουν να λύσουν πλήθος προβλημάτων, θα υπάρξει δυσφορία. Και τη δυσφορία ποιος θα τη χρεωθεί; Απαιτείται αλλαγή του μηνύματος για να μην βρεθεί η κυβέρνηση στη δυσάρεστη θέση, ενώ δεν θα διαχειρίζεται άσχημα την πανδημία να δημιουργηθεί στους πολίτες η εντύπωση ότι όσα θα ζήσουμε, μόνο στην Ελλάδα συμβαίνουν.