Ποιος πρέπει να πληρώνει για τις ειδήσεις;

Για μήνες η κυβέρνηση  της Αυστραλίας συζητεί έναν νέο κώδικα για τα ΜΜΕ που θα υποχρεώνει εταιρείες γίγαντες όπως το Facebook και η Google να πληρώνουν παραδοσιακά ΜΜΕ όταν κάνουν link στο περιεχόμενό τους. Η διαμάχη τού ποιος πρέπει να πληρώνει για τις ειδήσεις έχει τεράστια σημασία για το τι μπορεί να ακολουθήσει για τα ΜΜΕ σε όλες τις χώρες. Την προηγούμενη εβδομάδα πήρε μια δραματική τροπή.

 Η Google αποφάσισε να συμμορφωθεί και να πληρώσει. Το Facebook, όμως, κράτησε άλλη στάση. Την επόμενη μέρα οι Αυστραλοί που ενημερώνονται από το Facebook ξύπνησαν χωρίς καθόλου πρόσβαση στην ειδησεογραφία. Το Facebook είχε μπλοκάρει όλες τις ειδησεογραφικές πηγές στη χώρα. Προφανώς, χρησιμοποίησε μια μέθοδο AI που δεν τα πήγε και τόσο καλά γιατί εκτός της ειδησεογραφίας μπλόκαρε ένα σωρό άλλες σημαντικές αναρτήσεις, όπως από την πυροσβεστική, τις υγειονομικές υπηρεσίες ή sites για φιλανθρωπικές δωρεές. 

Το Facebook έσπευσε να διορθώσει το μπλοκάρισμα των υπολοίπων αλλά σε όρους δημόσιας εικόνας η ζημιά είχε ήδη γίνει. Ο κόσμος ήταν έξαλλος. Τόσο επειδή μπλοκαρίστηκε η πρόσβαση σε απαραίτητες υπηρεσίες όσο και επειδή, εν μέσω πανδημίας, δεν είναι και η καλύτερη στιγμή για να αποκλειστούν από πρόσβαση σε έγκυρα δημοσιογραφικά sites που παρέχουν υπεύθυνη ενημέρωση. 

Το Facebook αποφάσισε ότι ήταν προτιμότερο να εξαφανίσει τα ειδησεογραφικά links παρά να δεχτεί την απόφαση, στέλνοντας έτσι ένα άμεσο μήνυμα στον υπόλοιπο κόσμο να μην προβεί σε παρόμοιες νομοθεσίες. 

Η διαμετρικά αντίθετη στάση των δυο κολοσσών αντικατοπτρίζει ουσιαστικά και το διαφορετικό επιχειρηματικό μοντέλο που έχουν. Το Facebook λέει ότι οι ειδήσεις είναι μόνο ένα μικρό κομμάτι αυτών που κάνει, λιγότερο του 4% από ό,τι βλέπει ένας χρήστης στο Newsfeed του.

Για την Google, το να μην μπορεί να εμφανίζει links για ειδησεογραφικά άρθρα, θα μπορούσε να κάνει τον κόσμο να το εγκαταλείψει και να στραφεί αλλού. Η Google αποφάσισε ότι θα ήταν υπερβολικά μεγάλο το πλήγμα αν δεν πλήρωνε, το Facebook αποφάσισε να το ρισκάρει.

Χθες Τρίτη το Facebook ανακοίνωσε ότι θα άρει το blackout των ειδήσεων στην Αυστραλία καθώς η κυβέρνηση δέχτηκε να κάνει κάποιες τροποποιήσεις στη νομοθεσία.

Αυτή τη στιγμή όλες οι χώρες παρακολουθούν. Και στον πυρήνα της διαμάχης βρίσκεται η κατάρρευση των διαφημιστικών εσόδων για τα παραδοσιακά ΜΜΕ.

Στην Αυστραλία, πριν από 10 χρόνια το 80% της διαφημιστικής πίτας ανήκε στα παραδοσιακά Μέσα. Τώρα έχει πέσει στο 40%. Η ίδια εικόνα ισχύει πάνω - κάτω σε όλες τις χώρες με το 60% των διαφημιστικών εσόδων να πηγαίνουν σε Facebook και Google. 

Τα ερωτήματα που προκύπτουν για όλα τα κράτη και που καλούνται πλέον να βρούνε απαντήσεις αφού τα επόμενα χρόνια παρόμοιες προκλήσεις θα αυξηθούν, έχουν να κάνουν πρώτον, με τη φορολόγηση των τεχνολογικών εταιρειών «νέας γενιάς» και δεύτερον, αν υπάρχουν τρόποι για να στηριχθεί η παραδοσιακή δημοσιογραφία. 

Η κυβέρνηση της Αυστραλίας επιχείρησε να απαντήσει με έναν μηχανισμό που θα κάνει αυτές τις εταιρίες να διοχετεύουν κάποια από τα λεφτά τους στα παραδοσιακά δημοσιογραφικά Μέσα. 

Ο Τιμ Μπέρνερς Λι, ο άνθρωπος που εφηύρε τον Παγκόσμιο Ιστό, είπε στο Αυστραλιανό κοινοβούλιο ότι απειλείται το ελεύθερο διαδίκτυο κι ότι η συγκεκριμένη νομοθεσία υπονομεύει την θεμελιώδη αρχή της δωρεάν σύνδεσης σε οτιδήποτε χωρίς να πληρώνεις. «Αν αυτό το προηγούμενο ακολουθηθεί και αλλού, θα μπορούσε να κάνει το ίντερνετ μη λειτουργικό σε ολόκληρο τον κόσμο. Γι’ αυτό σας παρακαλώ να αφαιρέσετε αυτόν τον μηχανισμό», πρόσθεσε.

Από την πλευρά της, η Αυστραλία ισχυρίζεται ότι οι ειδήσεις, η δημοσιογραφία δηλαδή, κοστίζουν λεφτά για να παραχθούν και είναι ζωτικής σημασίας για μια υγιή δημοκρατία.

Το ίντερνετ έχει αλλάξει από το 1989. Σήμερα ζούμε σε έναν κόσμο όπου για πολλούς το Facebook είναι η πηγή ενημέρωσής του και η Google είναι εξίσου κυρίαρχη στο κομμάτι των αναζητήσεων.

Πριν τελικά αποφασίσει να συμμορφωθεί, η Google ανακοίνωσε στην αυστραλιανή κυβέρνηση ότι αν η νομοθεσία εφαρμοστεί τότε η εταιρεία θα αποσύρει την «μηχανή αναζήτησης» από τη χώρα. Η απάντηση του πρωθυπουργού ήταν «Δεν ανταποκρινόμαστε σε απειλές». 

Με πληθυσμό 26 εκατ., η Αυστραλία αντιπροσώπευε 4 δισ. δολάρια από τα έσοδα των 162 δισ. δολαρίων για την Google το 2019. Η εταιρεία τελικά δεν επέλεξε να φύγει από την συγκεκριμένη αγορά. 

Το ενδιαφέρον τώρα είναι αν θα αποφασίσουν ανάλογες κινήσεις κι άλλες χώρες. 

Η ΕΕ ενέκρινε το 2019 μια σχετική οδηγία κατανομής εσόδων που τα κράτη - μέλη θα πρέπει να μεταφράσουν σε εθνική νομοθεσία. Στην Αμερική ο Τζο Μπάιντεν δεν τάσσεται υπέρ της απεριόριστης ισχύος των big tech. Ακόμα κι αν θεωρητικά αυτές οι εταιρίες αποφάσιζαν να φύγουν από μια μικρή χώρα, το να εγκαταλείψουν τις τεράστιες αγορές της ΕΕ ή των ΗΠΑ δεν θα μπορούσε να αποτελεί επιλογή.