Το τολμηρό σχέδιο του Κυρ. Μητσοτάκη για διπλάσια ανάπτυξη

Το τολμηρό σχέδιο του Κυρ. Μητσοτάκη για διπλάσια ανάπτυξη

 

Του Γρηγόρη Σαμπάνη*

Ένα ερώτημα είχαν κατά νου οι περισσότεροι πολίτες, παρακολουθώντας τις φετινές ομιλίες του πρωθυπουργού και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης από το βήμα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης: ποιος έχει να παρουσιάσει ένα σοβαρό σχέδιο, για να κατακτήσει η οικονομία υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και να ξεφύγουμε -επιτέλους!- από το φαύλο κύκλο της μιζέριας και της διαρκούς επιδείνωσης του βιοτικού μας επιπέδου;

Αν αυτό ήταν το ερώτημα, αβίαστα εξάγεται το συμπέρασμα ότι μόνο ένας πολιτικός αρχηγός έδωσε μια σοβαρή και πειστική απάντηση: ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Παγιδευμένος ανάμεσα στις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει προς τους Ευρωπαίους δανειστές με το «σκιώδες», τέταρτο μνημόνιο, και στην αγωνία του να παρουσιάσει στους πολίτες κάποιες παροχές και ελαφρύνσεις, ο Αλέξης Τσίπρας παρουσίασε ένα σχέδιο εμφανώς κατώτερο των περιστάσεων, που δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική και πάντως βρίσκεται πολύ μακριά από την ανάγκη εκκίνησης μιας δυναμικής αναπτυξιακής πορείας της ελληνικής οικονομίας.

Οι αναλυτές βλέπουν ότι η Ελλάδα οδηγείται σε μια μακρά περίοδο μέτριας ανάπτυξης και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Σε πρόσφατη ανάλυσή της, η Deutsche Bank σημείωνε ότι η Ελλάδα εξήλθε επιτυχημένα από το πρόγραμμα και η οικονομία λογικά θα κλείσει το παραγωγικό κενό, αλλά η προοπτική θετικής έκπληξης στην ανάκαμψη δείχνει περιορισμένη λόγω της απουσίας ισχυρού πιστωτικού ή δημοσιονομικού καταλύτη. Η Ελλάδα ενδέχεται να μην έχει την πιστωτική, δημοσιονομική ή εξωγενή ώθηση, που επέτρεψε στην Ιρλανδία και την Ιβηρική να καταγράψουν εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια.

Η χώρα βρίσκεται μπροστά σε δύσκολες αποφάσεις: καλούμαστε να επιλέξουμε αν θα παραμείνουμε στην ίδια κατεύθυνση οικονομικής πολιτικής, για να συνεχίσουμε την πορεία μας με «μίζερους» ρυθμούς ανάπτυξης, πέριξ του 2%, ή αν θα αλλάξουμε πορεία, για να διπλασιάσουμε το ρυθμό ανάπτυξης.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρουσίασε από το βήμα της ΔΕΘ ένα τολμηρό, φιλόδοξο, αλλά εφαρμόσιμο σχέδιο επανεκκίνησης της αναπτυξιακής διαδικασίας, με καταλύτη μια δημοσιονομική πολιτική με νέα φιλοσοφία, που θα αφαιρέσει βάρη από τις παραγωγικές δυνάμεις και θα απελευθερώσει τη δημιουργικότητα των Ελλήνων για να δημιουργήσουν νέο πλούτο.

Ο πρόεδρος της ΝΔ πρότεινε ένα συνολικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων, οικονομικών και θεσμικών, με φιλελεύθερο παρονομαστή, που ικανοποιούν την απαίτηση των περισσότερων Ελλήνων να σταματήσουν οι ιδεοληπτικοί πειραματισμοί με μοντέλα τριτοκοσμικού σοσιαλισμού και να γίνει η Ελλάδα μια «κανονική» χώρα της Ευρώπης.

Σε αυτό το σημείωμα, θα σχολιάσουμε μόνο τα βασικά μέτρα οικονομικής που παρουσιάσθηκαν από τον Κ. Μητσοτάκη, τα οποία θεωρούμε ότι συνθέτουν ένα σχέδιο γρήγορης επανεκκίνησης της αναπτυξιακής διαδικασίας και απομακρύνουν την οικονομία από το φαύλο κύκλο της επιβολής βαριάς φορολογικής επιβάρυνσης σε μια «καχεκτική» οικονομία:

  1. Ο Κ. Μητσοτάκης δεσμεύεται ότι θα δώσει τέλος στην πολιτική των «υπερπλεονασμάτων», που «γονατίζουν» τον ιδιωτικό τομέα, για να παρέχουν την ευχέρεια στην κυβέρνηση να μοιράζει ταπεινωτικά φιλοδωρήματα στους ασθενέστερους. Πίσω από την πολιτική των «υπερπλεονασμάτων» κρύβεται μια αρρωστημένη ιδεοληψία της Αριστεράς και μια παλαιοκομματικού χαρακτήρα πελατειακή λογική. Πιστεύουν ότι το κράτος αξιοποιεί καλύτερα τους πόρους της οικονομίας από τον ιδιωτικό τομέα, άρα νομιμοποιείται να προχωρεί σε φορολογικές αφαιμάξεις και αναδιανομή των πόρων κατά το δοκούν. Οι δικαιούχοι των επιδομάτων αντιμετωπίζονται σαν μια εξαθλιωμένη κομματική πελατεία, που αύριο θα δώσει την ψήφο της για να συνεχίσει να λαμβάνει τα φιλοδωρήματα. Ο Κ. Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι ο ίδιος θα δώσει τέλος σε αυτή την αθλιότητα: το κράτος θα αντλεί μόνο όσα χρειάζονται για να επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι, ενώ οι ασθενέστεροι πολίτες θα υποστηρίζονται μέσα από το θεσμικό μηχανισμό του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, όχι με έκτακτα «μερίσματα» που ισοδυναμούν με αναδιανομή της φτώχειας.

  2. Ο Κ. Μητσοτάκης δίνει προτεραιότητα στην ανάπτυξη, όχι στην αναδιανομή πλούτου που δεν υπάρχει. Θέτει αναπτυξιακό στόχο 4% για την επόμενη δεκαετία και επιδιώκει τη δημιουργία 700.000 θέσεων εργασίας, μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Οι στόχοι είναι φιλόδοξοι, αλλά δεσμεύεται να αξιοποιήσει αμέσως μέτρα οικονομικής πολιτικής που θα περιορίσουν αισθητά τις επιβαρύνσεις του ιδιωτικού τομέα και βελτιώσουν τις συνθήκες για νέες επενδύσεις. Ενδεικτικά: Μείωση εισαγωγικού συντελεστή της φορολογίας εισοδήματος μισθωτών και συνταξιούχων για εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ στο 9%, από 22%. Συντελεστής 10% για τα συλλογικά σχήματα των αγροτών, ώστε να δοθεί ισχυρό κίνητρο αναδιοργάνωσης του αγροτικού δυναμικού. Μείωση ΦΠΑ στην εστίαση στο 13% από 24%. Μείωση πραγματικού φορολογικού συντελεστή επιχειρηματικών κερδών από 40% σε 24%. Σταδιακή κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος. Μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% με όφελος και για τη μεσαία τάξη. Αναστολή ΦΠΑ στην οικοδομή για τρία χρόνια και έκπτωση φόρου ίση με το 40% της δαπάνης για αναβάθμιση κατοικιών. Κατάργηση του νόμου Κατρούγκαλου και μείωση των εισφορών από 20% σε 15%. Επικουρικές συντάξεις για τους νέους ασφαλισμένους με ατομικό λογαριασμό, ώστε να ενισχυθούν τα κίνητρα ασφάλισης. Πλήρης κατάργηση των capital controls.

Αυτά τα μέτρα είναι βέβαιο ότι θα προσφέρουν πολύ γρήγορα τους καταλύτες που χρειάζεται η οικονομία για να επιταχύνει αποφασιστικά το βηματισμό της. Το κύριο ερώτημα που γεννάται σε πολλούς είναι αν μπορεί πράγματι αυτό το πρόγραμμα να τεθεί σε εφαρμογή.

Ο Κ. Μητσοτάκης δίνει μια πολιτικά υπεύθυνη απάντηση, δεν υπόσχεται τα πάντα σε όλους: οι ελαφρύνσεις φόρων και εισφορών θα χρηματοδοτηθούν εν μέρει από περικοπές δημόσιας σπατάλης και εξορθολογισμό δαπανών.

Στο δημόσιο τομέα, ακόμη και μετά τις μεγάλες περικοπές δαπανών που έχουν γίνει από το 2010, εξακολουθεί να βασιλεύει ο ανορθολογισμός: για παράδειγμα, την ίδια στιγμή που τα νοσοκομεία μπορεί να μην έχουν γάζες ή τα λεωφορεία να μένουν στα αμαξοστάσια από ελλείψεις ανταλλακτικών, έχουν γίνει χιλιάδες προσλήψεις συμβασιούχων, κατά κανόνα με πελατειακή λογική. Με ορθολογική κατανομή των δαπανών και μείωση «λίπους», ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεσμεύθηκε να εξασφαλίσει μεγάλο μέρος των πόρων, που θα χρηματοδοτήσουν την ελάφρυνση φόρων και εισφορών.

Δεν υπάρχει αμφιβολία, όμως, ότι για να αλλάξει η κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής θα χρειασθεί μια νέα διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους εταίρους για τους υπερβολικούς στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα, που παγιδεύουν την οικονομία σε μια πολιτική που «πνίγει» την ανάπτυξη.

Πολλοί αμφισβητούν ότι αυτή η συζήτηση μπορεί να ανοίξει και ότι θα έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Ας μην βιάζονται! Οι Ευρωπαίοι εταίροι αντιλαμβάνονται πολύ καλά ότι η υπερβολική εμμονή σε φιλόδοξους δημοσιονομικούς στόχους θα τους φέρει αργότερα μπροστά στον κίνδυνο νέου «εκτροχιασμού» της Ελλάδας. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σταθερά υποστηρίζει ότι ο μακροπρόθεσμος στόχος για το πλεόνασμα, που μπορεί να αντέξει η ελληνική οικονομία, είναι πολύ χαμηλότερος από αυτόν που έχει αποδεχθεί ο Αλέξης Τσίπρας, στο πλαίσιο της καταστροφικής διαπραγμάτευσης που έκανε.

Αυτό που χρειάζεται για να γίνει με επιτυχία μια νέα διαπραγμάτευση είναι να βεβαιωθούν οι Ευρωπαίοι ότι έχουν απέναντί τους έναν αξιόπιστο συνομιλητή. Η χώρα πλήρωσε πολύ ακριβά την αναξιοπιστία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ, αλλά μπορεί να περάσει σε μια νέα σχέση με την Ευρώπη, υπό την ηγεσία ενός νέου πολιτικού με καθαρές ιδέες και συνέπεια στην υλοποίηση των σχεδίων του.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδειξε στη δημιουργική Ελλάδα το μονοπάτι που μπορεί να μας οδηγήσει σε μια «χρυσή» δεκαετία προόδου, για να καλυφθεί το χαμένο έδαφος αυτής της καταστροφικής δεκαετίας. Έδειξε ότι υπάρχει διέξοδος από τον φαύλο κύκλο αναπτυξιακής καχεξίας και υπερχρέωσης. Ο δρόμος που υποδεικνύει ο πρόεδρος της ΝΔ δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα, θα χρειασθεί σκληρή δουλειά για να φθάσουμε στο διπλασιασμό του ρυθμού ανάπτυξης, την επόμενη δεκαετία.

Όμως, αφού παρασυρθήκαμε από τους μαθητευόμενους μάγους του λαϊκισμού, που κάποτε έπεισαν πολλούς ότι όλα τα προβλήματα θα λύνονταν με σκίσιμο μνημονίων και φθηνές «μαγκιές» στους Ευρωπαίους, έχουμε τώρα την ευκαιρία να δούμε καθαρά ποια είναι η ορθολογική επιλογή για ένα καλύτερο μέλλον.

* Ο κ. Γρηγόρης Σαμπάνης είναι οικονομολόγος, στέλεχος τραπεζών.