Μακάρι να μπορούσαμε να γίνουμε όλοι Τσιτσιπάδες...

Μακάρι να μπορούσαμε να γίνουμε όλοι Τσιτσιπάδες...

Η καλύτερη ευχή θα ήταν, να μπορούσαμε όλοι κάποια στιγμή να γίνουμε Τσιτσιπάδες, ο καθένας στον τομέα του. Πολλοί το ονειρεύονται, λίγοι το προσπαθούν και ελάχιστοι το καταφέρνουν. Βολεύονται, λοιπόν, κριτικάροντας - πολλές φορές με φθόνο και χωρίς προσωπικό κόστος - όσα κατά καιρούς λέει και κάνει κάποιος που πραγματικά κοιτάζει ψηλά και ξεχωρίζει. Τον «δικάζουν» με ανόητες προσεγγίσεις. Και φυσικά, το μόνο που καταφέρνουν είναι να αναδείξουν την δική τους ανεπάρκεια.

Για όσους ενδιαφέρονται, ο Τσιτσιπάς κι ο κάθε Τσιτσιπάς ξεκινά από πολύ πολύ χαμηλά. Θυσιάζει την παιδική του ηλικία επειδή βρήκε και αφοσιώθηκε σε κάτι που σε πολλούς αρέσει, μα λίγοι τολμούν. Ξοδεύει τα λίγα της οικογένειάς του. Τρώει για ολόκληρα χρόνια την απόλυτη μοναξιά, γιορτές και καθημερινές, μακριά απ’ όλους κι απ’ όλα, αλλάζοντας συνεχώς αεροδρόμια, χώρες και γήπεδα, άγνωστος μεταξύ αγνώστων, από τη μια άκρη της γης στην άλλη, μέχρι να έρθουν οι πρώτες μικρές επαγγελματικές νίκες και να γίνουν σιγά σιγά μεγαλύτερες, φέρνοντας τα καλά λεφτά και τις πρώτες ανάσες κανονικής ζωής.

Για όσους δεν το ξέρουν, λοιπόν, αυτή είναι η ζωή του τενίστα. Κι από εκείνους που αρχίζουν με όνειρα χίλια, οι περισσότεροι δεν φτάνουν όχι στο No6 του κόσμου, αλλά ούτε στο 500. Ο συντελεστής δυσκολίας του σπορ είναι τεράστιος. Η σκληρή προπόνηση έχει πολλά κοινά με εκείνη του μποξέρ. Η μοναξιά την ώρα του αγώνα γίνεται πολλές φορές αφόρητη, ειδικά όταν το παιχνίδι δεν πάει καλά κι ο παίκτης ψάχνει ένα στήριγμα που δεν υπάρχει όπως στα ομαδικά αθλήματα.

Είναι στη φύση τού σπορ να εκπαιδεύει, να συντηρεί και να αναδεικνύει μοναχικούς λύκους διαμορφώνοντας και τους ανάλογους χαρακτήρες. Καμιά υπερβολή σ’ όλα αυτά. Και μόνο ότι για να φτάσει κανείς στην πρώτη μεγάλη του νίκη, απαιτείται προσεκτικός σχεδιασμός και προσήλωση σε πλάνο δύο χρόνων, τα λέει όλα. 

Οταν ένας τοπ πρωταθλητής, λοιπόν, περάσει απ’ όλα τούτα τα δύσκολα, αντί να θυμώνει, ξεκαρδίζεται βλέποντας, ακούγοντας και διαβάζοντας κάποιους να τον δικάζουν και να τον καταδικάζουν χωρίς να έχουν ιδέα τι θα πει αθλητισμός και ειδικότερα τένις υψηλού επιπέδου, προσπαθώντας να τον κόψουν και να τον ράψουν στα μέτρα τους, λες και τον βλέπουν να νικάει κάποιον στις ρακέτες, στην παραλία.

Και φυσικά, δεν δέχεται να μπαίνει χωροφύλακας ο οποιοσδήποτε στη ζωή του, να του κουνάει το δάχτυλο, να τού λέει τι θα πει, πως θα ζήσει, γιατί θα κάνει αυτό κι όχι εκείνο, τι και πού θα ψωνίσει, αν θα παρτάρει, αν θα τουιτάρει -πόσο μάλλον να τον βάζει να... απολογείται επειδή δεν του αρέσει το στυλ ζωής που εκείνος είναι αναγκασμένος να υπομένει επειδή δεν τα κατάφερε όπως αυτός. Και γίνεται ακόμη πιο αστείο, όταν κάποιοι τον κατηγορούν επειδή ανήκει σ’ έναν άλλο κόσμο, με διαφορετικές αξίες, πιστεύω αλλά και συνθήκες ζωής, αρνούμενος να μπει στο συλλογικό κοστούμι που φοράει ο κάθε ιδεοληπτικός που στέκεται απέναντι...