Η νέα χρυσή σελίδα της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και το upside, η ισχυρή κερδοφορία και ανάπτυξη της Elvalhalcor, η τσουλήθρα του ΧΑ, το νέο τραπεζικό τοπίο, η ανάπτυξη της οικονομίας, οι ευρωπαϊκές μετοχές και η κατρακύλα του σιδηρομεταλλεύματος

Μία νέα σελίδα στην ιστορία της πρόσθεσε χθες η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, υπογράφοντας την παραχώρηση της Αττικής Οδού. Πλέον ο όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ συνδέει το όνομά του με τις μεγαλύτερες παραχωρήσεις και είναι ο μεγαλύτερος παίκτης πλέον και στο συγκεκριμένο κλάδο. Τα εμβληματικά έργα που κατέχει και αντιστοιχούν σε επενδύσεις πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, όπως το ολοκληρωμένο τουριστικό συγκρότημα στο Ελληνικό, ο Βόρειος Οδικός Άξονας Κρήτης, το νέο αεροδρόμιο του Ηρακλείου και πολλά ακόμα αναμένεται να προσθέσουν αξία στη μετοχή. Μαζί επίσης με την Αττικό Οδό και την Εγνατία, ο όμιλος αναμένεται μελλοντικά να έχει σημαντικές ροές από μερίσματα.

Πρόσφατα η Euroxx είχε αυξήσει την τιμή στόχο στα 26 ευρώ από 20,2 ευρώ και σημείωνε πως περιμένει EBITDA πάνω από 700 εκατ. ευρώ από το 2028 λόγω της ενοποίησης και της ωριμότητας των νέων παραχωρήσεων.

Η AXIA είχε δώσει τιμή στόχο τα 27,40 ευρώ από 24,80 ευρώ κάνοντας ειδική αναφορά στην απόκτηση της Αττικής Οδού, του ΒΟΑΚ αλλά και την πώληση της Τέρνα Ενεργειακή. Από το 2026 περιμένει EBITDA 680 εκατ. ευρώ με την Αττική Οδό και την Εγνατία να είναι σε πλήρη λειτουργία. Ο όμιλος σχεδίασε και υλοποίησε τα τελευταία χρόνια προσεκτικά την πορεία που ακολουθεί στοχεύοντας σε ιδιωτικές επενδύσεις με πολλαπλασιαστική αξία στην εγχώρια οικονομία. Η Αττική Οδός έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και επηρεάζει την κυκλοφοριακή πραγματικότητα της πρωτεύουσας. Επίσης, συνδέεται με τις εθνικές οδούς προς Πάτρα και Λαμία, δίνοντας τη δυνατότητα αποφυγής του κέντρου. Το κόστος της επένδυσης ανέρχεται στα 3,27 δισ. ευρώ και θα χρηματοδοτηθεί με συνδυασμό ιδίων κεφαλαίων και τραπεζικού δανεισμού.


Έντονο προβληματισμό έχει προκαλέσει η πορεία της αγοράς στις τελευταίες συνεδριάσεις. Δεν είναι μόνο ότι συμπλήρωσε πέντε συνεχόμενες πτωτικές που είχε να δει από τον περσινό Μάρτιο, είναι και ότι ανοίγει και κάνει υψηλό ημέρας το πρωί και στο κλείσιμο βρίσκεται σε χαμηλό ημέρας, εγκλωβίζοντας τους πρωινούς τολμηρούς αγοραστές. Με όποιο κλίμα στην Ευρώπη, εμείς στο τέλος κλείνουμε χαμηλότερα. Χθες ήταν καλό το κλίμα στο εξωτερικό αλλά εμείς πάλι υποχωρήσαμε.

Τα καλά αποτελέσματα των εταιρειών της υψηλής κεφαλαιοποίησης αν και τραβούν κάποιες επενδυτικές κινήσεις, δεν μπορούν να συντηρηθούν καθώς πολλοί επιλέγουν να αποφύγουν το ρίσκο και αυξάνουν τη ρευστότητά τους πουλώντας και τις φθηνές μετοχές.

Το είδαμε και χθες στην ΕΛΒΑΛΧΑΛΚΟΡ, στο Αεροδρόμιο Αθηνών και το βλέπουμε και στις τράπεζες, για τις οποίες όλοι οι αναλυτές, εγχώριοι και ξένοι αυξάνουν τις τιμές στόχους και εντοπίζουν σημαντικό discount έναντι των ομοειδών του εξωτερικού. Σήμερα το βράδυ θα έχουμε την αξιολόγηση της Moody’s και αν μας κάνει το χατίρι και μας αναβαθμίσει ίσως θα μπορέσουμε από την επόμενη εβδομάδα να ελπίζουμε σε μία καλύτερη πορεία.


Τα αποτελέσματα της ΕΛΒΑΛΧΑΛΚΟΡ αποκτούν ιδιαίτερη σημασία για διάφορους λόγους. Πρώτον σε μία περίοδο που δεν είναι και τόσο καλή για τις οικονομίες πολλών χωρών και η ζήτηση έχει υποχωρήσει, ο όμιλος βελτίωσε τους όγκους πωλήσεων εκμεταλλευόμενος την αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας που έχει πετύχει λόγω των σημαντικών επενδύσεων που έγιναν. Επιπλέον, έχει καταφέρει να μειώσει τις ανάγκες σε κεφάλαιο κίνησης και παράλληλα με την εξαιρετική κερδοφορία να μειώνει τον καθαρό δανεισμό. Σε σχέση με ένα χρόνο πριν το πρώτο φετινό εξάμηνο έκλεισε με μικρότερο δανεισμό κατά 107,7 εκατ. ευρώ έναντι του Ιουνίου του 2023.

Μάλιστα η διοίκηση περιμένει πως ο δείκτης net debt/EBITDA θα μειωθεί περαιτέρω καθώς ολοκληρώνεται το σημαντικό επενδυτικό της πρόγραμμα. Λόγω και της επίδρασης των τιμών των μετάλλων που ήταν μικρή κατάφερε να βελτιώσει τα δημοσιευμένα EBITDA στα 115 εκατ. ευρώ από 101 εκατ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη στα 46,9 εκατ. ευρώ από 25,9 εκατ. ευρώ. Ένας ακόμη σημαντικός λόγος που κάνει τα αποτελέσματα σημαντικά, είναι η εξαιρετικά χαμηλή αποτίμηση που έχει ο όμιλος στο Ελληνικό Χρηματιστήριο. Αποτιμάται κάτω από τα 700 εκατ. ευρώ, όταν τα ίδια κεφάλαια ανέρχονται στα 973,8 εκατ. ευρώ. Κάτι που δείχνει ότι έχει περιθώρια ανόδου.


Εξακολουθεί να παραμένει θετική η Barclays για τις ευρωπαϊκές μετοχές, αναμένοντας μια ήπια προσγείωση της οικονομίας λόγω του κύκλου μείωσης των επιτοκίων, παρά το γεγονός ότι δεν προβλέπει ράλι ή υπεραπόδοση των ευρωαγορών στη συνέχεια. Παράλληλα, προβλέπει άνοδο του πανευρωπαϊκού δείκτη EuroStoxx 600, στις 545 μονάδες ως το τέλος του έτους.

Σε ό,τι αφορά στη Wall Street, η Barclays εκτιμά ότι οι μακροοικονομικές προοπτικές παραμένουν υποστηρικτικές για επενδύσεις υψηλού ρίσκου, όπως οι μετοχές, καθώς, όπως αναφέρει, οι μειώσεις των επιτοκίων θα επηρεάσουν θετικά τις αγορές και παρά τον κίνδυνο ότι πολλοί επενδυτές θα «φύγουν από τις μετοχές» μέχρι να γίνουν οι αμερικάνικες εκλογές.

Οι θετικές εκτιμήσεις της Barclays για την αγορά της Νέας Υόρκης εδράζονται και στο γεγονός ότι η αγορά μετοχών έχει αρχίσει να μειώνει την εξάρτησή της από τον κλάδο των μετοχών της τεχνολογίας τους τελευταίους μήνες. Για παράδειγμα, τον Αύγουστο, ο S&P 500 σημείωσε θετικές αποδόσεις παρά την πτώση της Nvidia, ενώ τα small caps κατέγραψαν ένα δικό τους εντυπωσιακό ράλι, όπως σημειώνει η Barclays. Η αγορά έδειξε επίσης εντυπωσιακή ανθεκτικότητα μετά το κλείσιμο των θέσεων στο carry trade του γιεν στις αρχές Αυγούστου.

Σε ό,τι αφορά τους μετεκλογικούς κινδύνους, η Barclays εκτιμά ότι ο εμπορικός πόλεμος θα αποφευχθεί, είτε λόγω υποχώρησης από τις «σκληρές» θέσεις μιας νέας ρεπουμπλικανικής κυβέρνησης, είτε επειδή η Χάρις θα κερδίσει τις εκλογές. Συνεπώς, για το υπόλοιπο του 2024, παραμένει overweight στις μετοχές έναντι των κρατικών ομολόγων, ενώ διατηρεί την πρόβλεψή της ότι ο S&P 500 θα κλείσει το έτος στις 5.600 μονάδες.


Θα συνεχιστεί και στα επόμενα τρίμηνα η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας με ταχύτερους ρυθμούς απ' ό,τι στο πρώτο εξάμηνο του 2024, σύμφωνα με τους αναλυτές της Alpha Bank.

Ήδη η χώρα μας κατέγραψε τον υψηλότερο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης σε σύγκριση με τις περισσότερες χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το πρώτο εξάμηνο, όπως αναφέρεται στο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων που καταρτίζει ο τομέας οικονομικών μελετών της Alpha Bank.

Σύμφωνα με τα εποχικά διορθωμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,2%, επιδεικνύοντας ανθεκτικότητα τόσο το πρώτο (2,1%), όσο και το δεύτερο τρίμηνο του έτους (2,3%). Παράλληλα, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές της Alpha Bank ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ στην Ελλάδα, το πρώτο εξάμηνο, ήταν υπερτριπλάσιος από τον μέσο όρο της ΕΕ-27 (0,7%), γεγονός που συνάδει με τον έντονα θετικό Δείκτη Οικονομικού Κλίματος (ESI) στη χώρα μας, ο οποίος κινείται σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό δείκτη (Αύγουστος 2024: 106,3 έναντι 96,9 μονάδων).

Η οικονομική μεγέθυνση το πρώτο εξάμηνο στηρίχθηκε στην ιδιωτική κατανάλωση, στις επενδύσεις και στην υψηλή συμβολή των αποθεμάτων. Η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία εξακολουθεί να αποτελεί τον βασικότερο πυλώνα του αναπτυξιακού προτύπου της χώρας αντιπροσωπεύοντας το 70% του ΑΕΠ, έλαβε ώθηση από τη συνεχιζόμενη αύξηση της απασχόλησης (α’ εξάμηνο: 1,8%), τη σημαντική άνοδο των τουριστικών εισπράξεων (α’ εξάμηνο: 12,2%) και την ενίσχυση των εισοδημάτων σε συνδυασμό με την επιβράδυνση του πληθωρισμού. Παράλληλα, οι επενδύσεις συνέχισαν να κινούνται ανοδικά, με ήπιο ωστόσο ρυθμό.


Οι μετοχές της Commerzbank και της Unicredit συνέχισαν την άνοδο τους την Πέμπτη καθώς ο διευθύνων σύμβουλος Andrea Orcel της ιταλικής τράπεζας σχεδιάζει να αυξήσει τη συμμετοχή της στη γερμανική τράπεζα ή και να την εξαγοράσει, σχέδιο που έδωσε τροφή για σενάρια νέων deal στο ευρωπαϊκό banking. Η μετοχή της Commerzbank κέρδιζε 2,6% στη Φρανκφούρτη μετά τις δηλώσεις του Orcel στο Bloomberg, ότι ενδιαφέρεται να αγοράσει το υπόλοιπο 12% της Commerzbank από τη γερμανική κυβέρνηση αν οι όροι είναι σωστοί, χωρίς να αποκλείει και πιθανή συγχώνευση. Η μετοχή της Unicredit στο Μιλάνο σημείωνε κέρδη 2% επίσης.

Σε έκθεσή της η JP Morgan αναφέρει ότι αναμένει περισσότερες ειδήσεις εξαγορών και συγχωνεύσεων στο ευρωπαϊκό banking μελλοντικά, κάτι που θα είναι θετικό για τις αποτιμήσεις των τραπεζών που ιστορικά θεωρούνταν ως πιθανοί στόχοι. Τέτοιες τράπεζες είναι οι ιταλικές Banco BPM και Μonte dei Paschi di Siena, η γαλλική Societe Generale, η Banco Commercial Portugues και η Standard Chartered στη Βρετανία. Οι αναλυτές της επενδυτικής τράπεζας θεωρούν ότι ένα deal εξαγοράς της Commerzbank μπορεί να επιτευχθεί στα 17,6 ευρώ ανά μετοχή, δηλαδή σε πριμ 20% πάνω στο κλείσιμο της μετοχής την Τετάρτη. Ο τραπεζικός δείκτης του ευρωπαϊκού STOXX 600 κέρδιζε 1,5%. 


Πολύς λόγος γίνεται τις τελευταίες εβδομάδες για την καθοδική πορεία της τιμής του αργού πετρελαίου στις διεθνείς αγορές. Το πετρέλαιο δεν είναι όμως το μόνο προϊόν που πέφτει σχεδόν συνεχώς στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων και γενικότερα στις διεθνείς αγορές. Πολύ κακή είναι και η πορεία στις τιμές του σιδηρομεταλλεύματος, της πρώτης ύλης για τη διεθνή βιομηχανία χάλυβα. Το σιδηρομετάλλευμα χαρακτηρίζεται παραδοσιακά από τις έντονες διακυμάνσεις στην τιμή του. Την τελευταία εικοσαετία, οι διακυμάνσεις αυτές έρχονται πάντα σαν άμεσο ή έμμεσο αποτέλεσμα της κατάστασης της κινεζικής οικονομίας, καθώς η Κίνα είναι με διαφορά ο μεγαλύτερος παγκόσμιος εισαγωγέας του μεταλλεύματος.

Τα κινεζικά χαλυβουργία έχουν τη μεγαλύτερη παραγωγή στον κόσμο, καθώς τροφοδοτούν τη βαριά βιομηχανία αλλά και όλη την οικοδομική δραστηριότητα της χώρας. Η φετινή πορεία του σιδηρομεταλλεύματος είναι απολύτως απογοητευτική, καθώς η τιμή του πέφτει κατά περίπου 35% από τις πρώτες μέρες του Ιανουαρίου. Αυτές τις μέρες βρίσκεται κοντά στα 90 δολάρια/τόνο ενώ τον Ιανουάριο ξεπερνούσε τα 140, σύμφωνα με τα στοιχεία του χρηματιστηρίου της Σιγκαπούρης που παραθέτει το Bloomberg. Η αιτία της πτώσης είναι πολύ απλή και δεν πρέπει να εκπλήσσει κανέναν: η ζήτηση από την Κίνα είναι αναιμική. Καθώς οι περσινές εισαγωγές σιδηρομεταλλεύματος από την ασιατική υπερδύναμη ήταν της τάξης των 1,2 δισεκατομμυρίων τόνων και η παγκόσμια παραγωγή για το 2023 ήταν κοντά στα 2,5 δισεκατομμύρια τόνους, είναι προφανές πως η οποιαδήποτε αλλαγή στο επίπεδο ζήτησης από την Κίνα επηρεάζει άμεσα την τιμή του μεταλλεύματος.

Η υποτονική ζήτηση έχει άμεση σχέση με τα μεγάλα προβλήματα στην οικοδομική δραστηριότητα. Τα χαλυβουργεία της χώρας δυσκολεύονται να πουλήσουν όλη την παραγωγή τους μέσα στη χώρα και έχουν αρχίσει, σχεδόν αναγκαστικά, να αυξάνουν τις εξαγωγές τους προς τον υπόλοιπο κόσμο.

Οι αυξημένες εξαγωγές, οι οποίες ήδη έχουν αρχίσει να δημιουργούν προβλήματα στον κλάδο της χαλυβουργίας παγκοσμίως καθώς ρίχνουν τις τιμές, δεν σώζουν την κατάσταση και η ζήτηση παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Bloomberg, τα αποθέματα σιδηρομεταλλεύματος στα κινεζικά λιμάνια είναι κοντά στα 150 εκατομμύρια τόνους, ποσότητα που είναι η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί για αυτή την εποχή του χρόνου.

Η τωρινή τιμή του μεταλλεύματος είναι η χαμηλότερη από το τέλος του 2022, όταν είχε κατεβεί προς τα 80 δολάρια/τόνο, και είναι πάρα πολύ πιο κάτω από τα 225 δολάρια/τόνο του καλοκαιριού του 2022. Οι περισσότεροι αναλυτές της αγοράς πιστεύουν πως για να γίνει μία ουσιαστική ανάκαμψη στην τιμή του μεταλλεύματος θα πρέπει να γίνουν περικοπές στην παραγωγή από την πλευρά των επιχειρήσεων που λειτουργούν τα ορυχεία, καθώς η αύξηση της ζήτησης από την Κίνα δεν θεωρείται πολύ πιθανή αυτή τη στιγμή.

Σύμφωνα με τον αναλυτή Ian Roper της Kallanish Consulting Services, η παραγωγή θα πρέπει να μειωθεί κατά περίπου 100 εκατομμύρια τόνους (σε ετήσια βάση), κάτι που θα γίνει μόνο αν η τιμή πέσει ακόμα περισσότερο, προς τα 80 δολάρια/τόνο. Σύμφωνα με το Bloomberg, οι περικοπές θα έρθουν μάλλον από μεσαίου και μικρού μεγέθους παραγωγούς στην Ινδία, την Μογγολία και την Βραζιλία και όχι από τα τρία μεγαθήρια του τομέα, την BHP (BHP NYSE), την Rio Tinto (RIO NYSE) και την Vale (VALE NYSE).

Αν όμως δεν δούμε άμεσα ενδείξεις μείωσης της παραγωγής, τότε μπορεί η τιμή του μεταλλεύματος να υποχωρήσει ακόμα περισσότερο, κάτι που δεν θα αρέσει καθόλου στους μετόχους των τριών μεγαθηρίων που έχουν δει τις μετοχές τους να υποχωρούν σημαντικά και ξέρουν πως δεν θα ανεβούν και πάλι αν δεν αλλάξει η κατάσταση στην αγορά σιδηρομεταλλεύματος. Λογικά, μέσα στις επόμενες εβδομάδες θα ξέρουμε αν η ταλαιπωρία των μετόχων φθάνει στο τέλος της ή όχι.

 

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.