Βρετανία: Ανακοίνωσε αποζημιώσεις στα χιλιάδες θύματα από το μολυσμένο αίμα

Βρετανία: Ανακοίνωσε αποζημιώσεις στα χιλιάδες θύματα από το μολυσμένο αίμα

Την καταβολή αποζημιώσεων στα χιλιάδες θύματα που μολύνθηκαν από το αίμα που είχε προσβληθεί με τον ιό της ηπατίτιδας C ή τον HIV, ένα σκάνδαλο που ταλανίζει τη Βρετανία, ανακοίνωσε στη Βουλή των Κοινοτήτων ο αρμόδιος υπουργός Τζον Γκλεν.

«Η κυβέρνηση θα προβεί σε περαιτέρω ενδιάμεσες πληρωμές πριν από την καθιέρωση του πλήρους προγράμματος», δήλωσε χαρακτηριστικά, ένα 24ωρο μετά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης και της αποκάλυψης ότι επί 20 χρόνια χιλιάδες αιμορροφιλικοί και ασθενείς που υποβλήθηκαν σε χειρουργική επέμβαση έλαβαν αίμα μολυσμένο με τον ιό της ηπατίτιδας C ή τον HIV.

Αποτέλεσμα ήταν να χάσουν τη ζωή τους σχεδόν 3.000 ανθρώπους στη Βρετανία, από τη δεκαετία του 1970 μέχρι και εκείνη του 1990, με ευθύνες υπουργών, κυβερνητικών αξιωματούχων και εργαζομένων στις υπηρεσίες υγείας.

Χθες, ο πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ  χαρακτήρισε «ημέρα ντροπής» για το βρετανικό κράτος τις αποκαλύψεις. «Η σημερινή είναι ημέρα ντροπής για το βρετανικό κράτος», είπε ο Σούνακ στην ομιλία του στο κοινοβούλιο, ζητώντας επίσημα συγγνώμη «για αυτήν τη φρικτή αδικία».

Ο πρωθυπουργός είπε ότι αύριο Τρίτη η κυβέρνησή του θα παρουσιάσει ένα πρόγραμμα αποζημίωσης των θυμάτων για την «χειρότερη ιατρική καταστροφή» στην ιστορία του εθνικού συστήματος υγείας της Βρετανίας, του NHS. «Όποιο και αν είναι το κόστος για την υλοποίηση, θα το πληρώσουμε», διαβεβαίωσε, υποσχόμενος ότι τα θύματα και οι οικογένειές τους «θα αποζημιωθούν πλήρως».

Έπειτα από έρευνα επτά ετών, σήμερα δόθηκε στη δημοσιότητα η έκθεση που επιρρίπτει ευθύνες σε διαδοχικές κυβερνήσεις για το σκάνδαλο και τη συγκάλυψή του.

Το NHS καθυστέρησε να ενημερώσει όσους μολύνθηκαν (κάποιες φορές το έκανε έπειτα από χρόνια), ενώ οι αρχές δεν απέσυραν τα ύποπτα προϊόντα αίματος όταν εκφράστηκαν αμφιβολίες για την ποιότητά τους. Επίσης, το NHS δεν προσπάθησε να μειώσει τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ, ενώ το αίμα που προερχόταν από δότες στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν ελεγχόταν επαρκώς.