Διχασμένη χώρα το Ισραήλ μετά τη δικαστική μεταρρύθμιση
AP Photo/Ohad Zwigenberg
AP Photo/Ohad Zwigenberg

Διχασμένη χώρα το Ισραήλ μετά τη δικαστική μεταρρύθμιση

Ένα οδυνηρό σχίσμα στην ισραηλινή κοινωνία αναφορικά με την ίδια την ταυτότητα του κράτους και το ποιος και πώς ελέγχει και μπορεί να διαμορφώσει το μέλλον του αντανακλά η διαμάχη που έχει πυροδοτήσει η δικαστική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης Νετανιάχου. Δύο αντίπαλες εκδοχές -η μία περί διάβρωσης και η άλλη περί ενίσχυσης της Δημοκρατίας- συγκρούονται γύρω από τον περιορισμό των εξουσιών του Ανώτατου Δικαστηρίου, και ο διχασμός βαθαίνει.

Με το Ισραήλ να έχει περιέλθει ενώπιον μίας πρωτόγνωρης στα χρονικά του πολιτικής πραγματικότητας, η επαύριο της ψήφισης του πρώτου σκέλους της επίμαχης δικαστικής μεταρρύθμισης από την κυβερνητική πλειοψηφία στην Κνέσετ βρίσκει ένα έθνος διαιρεμένο ανάμεσα σε εκείνους που επιδιώκουν μια πιο κοσμική και πλουραλιστική κοινωνία και εκείνους που προτάσσουν μία πιο θρησκευτική και εθνικιστική γραμμή, διαφωνώντας μεταξύ τους τόσο για το πώς να διατηρήσουν την εικόνα του Ισραήλ ως εβραϊκό και δημοκρατικό κράτος, όσο και για το τι σημαίνουν οι δύο έννοιες.

Έπειτα από επτά μήνες σφοδρής πολιτικής διαμάχης και κοινωνικής αναταραχής που έχει μετεξελιχθεί ίσως στη μεγαλύτερη εσωτερική κρίση στα 75 χρόνια του Ισραήλ, η πλέον δεξιά κυβέρνηση που έχει γνωρίσει η χώρα προχώρησε τελικά τη Δευτέρα στο πρώτο βήμα της δρομολογούμενης μεταρρύθμισης αφαιρώντας διά νόμου από το Ανώτατο Δικαστήριο τη δυνατότητα να αποφαίνεται επί του αποκαλούμενου «εύλογου χαρακτήρα» κυβερνητικών αποφάσεων (περιλαμβανομένων αμφιλεγόμενων διορισμών υπουργών), και κατ’ επέκταση να τις ακυρώνει. 

Η έγκριση του επίμαχου νόμου ήλθε εν μέσω σφοδρών αντιδράσεων εντός και εκτός Κνέσετ, με τους βουλευτές της αντιπολίτευσης να απέχουν από την ψηφοφορία και εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες να διαδηλώνουν έξω από το Κοινοβούλιο στην Ιερουσαλήμ, καθώς και στους δρόμους του Τελ Αβίβ.

Έως και δέκα χιλιάδες έφεδροι, περιλαμβανομένων πιλότων της πολεμικής αεροπορίας, έχουν προειδοποιήσει ότι δεν θα παρουσιαστούν για υπηρεσία εάν ισχύσει ο νόμος για να εισπράξουν εξίσου σκληρές προειδοποιήσεις εκ μέρους της κυβέρνησης. Η αντίθεση στη μεταρρύθμιση είναι ισχυρή τόσο στις τάξεις του στρατεύματος, όσο και στους κόλπους των υπηρεσιών πληροφοριών και ασφαλείας, περιλαμβανομένης της Μοσάντ. Τα συνδικάτα ζυγίζουν τις κινήσεις τους και το ενδεχόμενο μίας νέας γενικής απεργίας, οι εταιρείες και βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας στέκονται ενάντια στη μεταρρύθμιση, ενώ γεννάται ανησυχία και για σοβαρό οικονομικό αντίκτυπο εν μέσω μίας νέας εποχής αβεβαιότητας. 

Πόλωση και αβεβαιότητα

Η Κνέσετ διακόπτει τις εργασίες της σήμερα, Τετάρτη, και επανέρχεται τον Οκτώβριο, οπότε και αναμένεται να ανοίξει το επόμενο κεφάλαιο μίας μακράς πολιτικής κρίσης με ασαφή κατάληξη δεδομένου ότι θα έλθουν προς ψήφιση και άλλες πτυχές της αμφιλεγόμενης δικαστικής μεταρρύθμισης.

Επιχειρηματολογώντας τη Δευτέρα ότι η ψήφιση του νόμου ήταν απαραίτητη ώστε η κυβέρνηση να είναι σε θέση να λαμβάνει ανεμπόδιστα πολιτικές αποφάσεις με βάση τη βούληση της πλειοψηφίας των πολιτών, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου άφησε «χώρο» για επανάληψη των συνομιλιών με τα κόμματα ακόμη και έως το Νοέμβριο -πρόταση που ο ηγέτης της κεντρώας αντιπολίτευσης Γιαΐρ Λαπίντ απέρριψε ως προσχηματική και άνευ περιεχομένου, λέγοντας ότι ο Νετανιάχου είναι «όμηρος των συμμάχων του στην κυβέρνηση».

Στο πλαίσιο μίας διαφαινόμενης απόπειρας αναζήτησης συναίνεσης, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου έχει αποσύρει, παρά την αντίδραση των υπερεθνικιστών και υπερορθόδοξων εταίρων του, ένα από τα πλέον ακραία σκέλη της μεταρρύθμισης που θα έδινε στην Κνέσετ το δικαίωμα να παρακάμπτει αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου με απλή πλειοψηφία 61 εδρών. Όπως όμως ξεκαθάρισε και σε πρόσφατη συνέντευξή του στην Wall Street Journal, δεν προτίθεται να υπαναχωρήσει από ένα έτερο αμφιλεγόμενο μέτρο που στοχεύει στο να αποκτήσει η κυβέρνηση μεγαλύτερο έλεγχο στο διορισμό δικαστών. Η σχετική αρχική πρόταση θα τροποποιηθεί, είπε χωρίς όμως να δώσει περαιτέρω λεπτομέρειες. 

Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός προτάσσει ότι η δικαστική μεταρρύθμιση είναι απαραίτητη προς εξισορρόπηση των εξουσιών, υποστηρίζοντας πως το Ανώτατο Δικαστήριο -και τα μη εκλεγμένα μέλη του- παρεμβαίνουν δυσανάλογα και όλο και περισσότερο στις πολιτικές αποφάσεις που αντίθετα λαμβάνουν εκλεγμένοι αξιωματούχοι. Η «δημοκρατία δεν υπονομεύεται, αλλά ενισχύεται», επιμένει. Οι υποστηρικτές της παρούσας κυβέρνησης -πολλοί από πιο εθνικιστικό και θρησκευτικό υπόβαθρο- ισχυρίζονται ότι η αντιπολίτευση αρνείται να δεχθεί τις απώλειές της όχι μόνο σε μια σειρά δημοκρατικών εκλογών, αλλά και μέσω σαρωτικών δημογραφικών και πολιτισμικών αλλαγών που συντελούνται στη χώρα.

Κίνδυνο διάβρωσης της Δημοκρατίας, αργής και σταθερής διολίσθησης προς τον αυταρχισμό και τη θεοκρατία και περιστολής κοινωνικών ελευθεριών και δικαιωμάτων καταγγέλλει από την πλευρά του το κίνημα διαμαρτυρίας που διαδηλώνει επί εβδομάδες στους δρόμους του Ισραήλ. Το Ανώτατο Δικαστήριο είναι ο κύριος πυλώνας ελέγχου της Κνέσετ και του πρωθυπουργού στο κοινοβουλευτικό σύστημα μίας χώρας που δεν διαθέτει Σύνταγμα, τονίζει το μέτωπο της αντιπολίτευσης καταγγέλλοντας σταθερά πως οι εξελίξεις δεν είναι ασύνδετες με τη δικαστική υπόθεση κατά Νετανιάχου και τις κατηγορίες για διαφθορά.

Μία σειρά ακροδεξιών, υπερεθνικιστικών και υπερορθόδοξων κομμάτων που το καθένα προωθεί τη δική του ατζέντα επιχαίρει για το βήμα της Κνέσετ τη Δευτέρα. Είναι διαδεδομένη η αντίληψη στους κύκλους τους ότι το Ανώτατο Δικαστήριο είναι υπερβολικά ισχυρό και προκατειλημμένο ενάντια στο κίνημα των εποίκων, αλλά και την κοινότητα των υπερορθόδοξων εβραίων. Πολλοί από τα δεξιά του πολιτικού φάσματος δεν «συγχώρησαν» ποτέ το Ανώτατο Δικαστήριο για τις αποφάσεις του που σχετίζονται με τη μονομερή απόσυρση από τη Λωρίδα της Γάζας το 2005, ενώ αυτό που επιζητούν -πιο δυναμικά πλέον λόγω της παρουσίας τους στην κυβέρνηση- είναι να ανοίξει περισσότερο ο δρόμος τόσο στην επέκταση, όσο και στη νομιμοποίηση των παράνομων βάσει του Διεθνούς Δικαίου εβραϊκών οικισμών στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη. Πάγιο ζήτημα αποτελεί επίσης η απαλλαγή των υπερορθόδοξων εβραίων από την υποχρεωτική στράτευση.

Τους μήνες που προηγήθηκαν ο ίδιος ο Ισραηλινός πρόεδρος, Ισαάκ Χέρτσογκ, είχε προειδοποιήσει για τον κίνδυνο διολίσθησης της χώρας σε εμφύλιο, αναλαμβάνοντας μεσολαβητικές πρωτοβουλίες που έπεσαν στο κενό. Η μεταρρύθμιση «πάγωσε» τον Μάρτιο κατόπιν πρωτοβουλίας Νετανιάχου και «ξεπάγωσε» τον Ιούνιο, με την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση να αλληλοκατηγορούνται για την αποτυχία να καταλήξουν στον ελάχιστο βαθμό συναίνεσης, ενώ η θέση που ουσιαστικά έλαβε ανοιχτά ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, κατά της μεταρρύθμισης δεν έκαμψε τον Μπενιαμίν Νετανιάχου.

Σε συμπληγάδες το Ανώτατο Δικαστήριο

Εν μέσω μίας πρωτοφανούς κατάστασης που αγγίζει έως και τα όρια της συνταγματικής κρίσης, το Ανώτατο Δικαστήριο θα κληθεί προσεχώς να αποφανθεί επί προσφυγών ενάντια στη νομοθεσία που στρέφεται εις βάρος του. Το δίλημμα για το πώς πρέπει να αντιδράσει απέναντι στην αμφισβήτηση της δικής του εξουσίας είναι βαρύ και θα υπάρξουν συνέπειες για όποια στάση και αν τηρήσει. O νόμος, δε, θεσπίστηκε ως τροπολογία σε έναν από τους Βασικούς Νόμους του Ισραήλ, τους οποίους ουδέποτε στο παρελθόν οι δικαστές έχουν καταργήσει.

Αναλυτές διαβλέπουν ότι το Ανώτατο Δικαστήριο έχει ουσιαστικά τρεις επιλογές: Να καταργήσει το νόμο, να προχωρήσει σε μία πολύ στενή ερμηνεία του ώστε να περιορίσει τον αντίκτυπο και την εμβέλειά του ή και να μην λάβει καμία απόφαση αρνούμενο να εξετάσει οποιαδήποτε από τις προσφυγές. Θα χρειαστεί μία εξαιρετικά λεπτή άσκηση ισορροπίας απέναντι σε μία πρωτόγνωρη πρόκληση για τους ίδιους τους δικαστές σε στιγμές κρίσιμες και καθοριστικές για τη χώρα. Εάν το δικαστήριο απορρίψει τις προσφυγές αυτό θα αποθαρρύνει και αποδυναμώσει τις διαδηλώσεις, αλλά αν ενεργήσει κατά της κυβέρνησης θα ενδυναμώσει τους επικριτές του, λέει στους New York Times ο Άνταμ Σίναρ του Πανεπιστημίου Reichman στη Χερζλίγια του Ισραήλ μιλώντας για τις στρατηγικές πολιτικές εκτιμήσεις που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη.

Από πλευράς της κυβέρνησης, ενδεχομένως μία από τις πρώτες κινήσεις μετά την ψήφιση του νόμου θα είναι η προσπάθεια επανόδου του Άριε Ντέρι, ηγέτη του υπερορθόδοξου κόμματος Σας, ο οποίος είχε διοριστεί υπουργός Εσωτερικών και Υγείας, αλλά βρέθηκε απέναντι στο μπλόκο του Ανώτατου Δικαστηρίου εξαιτίας πρόσφατης καταδίκης του για φοροδιαφυγή.

Διαβάστε επίσης

Ισραήλ: Η δικαστική μεταρρύθμιση και τα όρια της επιρροής Μπάιντεν

Ισραήλ: Το κοινοβούλιο ψήφισε νόμο που περιορίζει τις εξουσίες του Ανώτατου Δικαστηρίου