Γιατί Ουγγαρία και Πολωνία «τορπιλίζουν» τη Διακήρυξη
AP Photo/Fermin Rodriguez
AP Photo/Fermin Rodriguez
Μεταναστευτικό

Γιατί Ουγγαρία και Πολωνία «τορπιλίζουν» τη Διακήρυξη

Σαν να μην… υπήρξε ποτέ ούτε συζήτηση, ούτε και συμφωνία για τον Κανονισμό διαχείρισης κρίσεων, απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στο μεταναστευτικό ζήτημα από το κοινό ανακοινωθέν του άτυπου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Γρανάδας ελέω Ουγγαρίας και Πολωνίας. Βίκτορ Όρμπαν και Ματέους Μοραβιέτσκι επιβεβαίωσαν τη φήμη τους και «τορπίλισαν» τη Διακήρυξη της Γρανάδας στο σκέλος που αφορά στο μεταναστευτικό, εμποδίζοντας την Ευρωπαϊκή Ένωση να παρουσιαστεί με κοινή προσέγγιση και αναγκάζοντας τον πρόεδρο του Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, να εκδώσει ξεχωριστή ανακοίνωση. 

Η παράγραφος που αφορούσε στο μεταναστευτικό, και η οποία είχε αποτελέσει ήδη αντικείμενο διαπραγμάτευσης, αφαιρέθηκε από το τελικό ανακοινωθέν του άτυπου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κατόπιν των ενστάσεων που ήγειραν Βουδαπέστη και Βαρσοβία, με τον μεν Βίκτορ Όρμπαν να ξεπερνά τον εαυτό του μιλώντας περί «νομικού βιασμού» από τις Βρυξέλλες και τον δε Ματέους Μοραβιέτσκι να διαμηνύει πως δεν δέχεται διαταγές.

Παρεμπιπτόντως Ουγγαρία και Πολωνία είχαν συναινέσει εντός της εβδομάδας στο θεσμικό πλαίσιο που τελικώς συμφωνήθηκε αναφορικά με την αντίδραση της ΕΕ σε περιόδους κρίσεων ανάλογων αυτής του 2015 και έξαρσης των μεταναστευτικών ροών, ωστόσο η Σύνοδος της Γρανάδας προσέφερε μίας πρώτης τάξεως ευκαιρία να επιδείξουν τη σκληρή εθνικιστική γραμμή τους που δεν συμβαδίζει ούτε με την αλληλεγγύη προς τα ευρωπαϊκά κράτη που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, ούτε σαφώς και με τους ίδιους τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που αναζητούν καταφύγιο στην Ευρώπη.

Για τον Ματέους Μοραβιέτσκι η… ανάγκη ήταν μεγαλύτερη εν όψει των βουλευτικών εκλογών της 15ης Οκτωβρίου, ίσως των κρισιμότερων στην Πολωνία από την πρώτη του κομμουνισμού. Η κάλπη είτε θα οδηγήσει σε μία τρίτη συναπτή θητεία του εθνικιστικού Κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη (Pis) του Γιάροσλαβ Καζίνσκι -ο οποίος και είναι ο ντε φάκτο ηγέτης της χώρας-, είτε θα φέρει στην εξουσία την φιλοευρωπαϊκή αντιπολίτευση υπό τον πρώην πρωθυπουργό Ντόναλντ Τουσκ σηματοδοτώντας τους τίτλους τέλους μίας οκταετίας δημοκρατικής οπισθοδρόμησης και συστηματικής διάβρωσης του Κράτους Δικαίου.

Η κυβέρνηση κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι επί χρόνια συνώνυμη με τον αυταρχισμό και το λαϊκισμό· έχει εμπλακεί συστηματικά σε σκληρές συγκρούσεις με τις Βρυξξέλες για τις πρακτικές της όσον αφορά στο Κράτος Δικαίου και την οπισθοχώρηση στα δημοκρατικά δικαιώματα. Ο ανεξάρτητος Τύπος έχει στοχοποιηθεί, τα δικαιώματα των μειονοτήτων έχουν αποδυναμωθεί, ο εθνικισμός και οι αντιμεταναστευτικός κορόνες κατακλύζουν την πολιτική ζωή. Η προεκλογική εκστρατεία διεξάγεται σε ακραία τοξικό κλίμα, με την κυβέρνηση να κατηγορεί τον Τουσκ ότι θα «πλημμυρίσει τη χώρα με μετανάστες» και είναι «υποτελής» των Γερμανών.

Υπό αυτές τις συνθήκες δεν προκαλεί έκπληξη η στάση Μοραβιέτσκι στη Γρανάδα και το μπλόκο στη Διακήρυξη για το μεταναστευτικό, το οποίο και θα αξιοποιήσει καταλλήλως απευθυνόμενος στο εσωτερικό ακροατήριο, όμως αποδεικνύεται για μία ακόμη φορά το γεγονός ότι τόσο η Βαρσοβία, όσο και η Βουδαπέστη του Βίκτορ Όρμπαν, έχουν διολισθήσει σε επικίνδυνους εθνικιστικούς δρόμους, αποτελούν αγκάθια στην ευρωπαϊκή συνοχή απέναντι σε μείζονα ζητήματα όπως το μεταναστευτικό και αποκλίνουν όλο και περισσότερο από τις κοινές αξίες της Ένωσης. 

Όσον αφορά ειδικά την Ουγγαρία, η φιλορωσική στάση Όρμπαν εξαντλεί επίσης την υπομονή της ΕΕ, η οποία θα κληθεί προσεχώς να αντιμετωπίσει και τον συνοδοιπόρο που βρίσκει ο Ούγγρος πρωθυπουργός στο πρόσωπο του λαϊκιστή Ρόμπερτ Φίτσο στη Σλοβακία. Στην Πολωνία, κυβέρνηση και αντιπολίτευση βρίσκονται στην ίδια γραμμή όσον αφορά το Ουκρανικό, όμως η εκλογική έκβαση θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στις ισορροπίες εντός του μπλοκ, καθώς και καθ' οδόν προς τις ευρωεκλογές του 2024 που έρχονται σε περίοδο ενίσχυσης δυνάμεων της ακροδεξιάς ανά την Ευρώπη με «όχημα» ακριβώς το μεταναστευτικό.

«Υπό τις διαταγές του Βερολίνου, οι Βρυξέλλες άρχισαν πάλι να εφαρμόζουν το σχέδιό τους με την υποστήριξη του κόμματος του Τουσκ [ηγέτη της πολωνικής αντιπολίτευσης], που συνίσταται στην υποδοχή παράνομων μεταναστών και στην επιβολή δρακόντειων ποινών για τις χώρες εκείνες που δε θέλουν να τους δεχθούν. Μετέφερα σε αρκετούς πρωθυπουργούς χθες, και θα το μεταφέρων και σήμερα, ότι η Πολωνία το απορρίπτει αυτό κατηγορηματικά πρώτα απ’ όλα για λόγους ασφάλειας της χώρας μας» δήλωσε ο Ματέους Μοραβιέτσκι προσερχόμενος την Παρασκευή στις εργασίες του άτυπου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Λίγες ώρες αργότερα, αναχώρησε από τη Γρανάδα έχοντας μπλοκάρει μαζί με τον Βίκτορ Όρμπαν την κοινή διακήρυξη και υποβάλλοντας τη δική του πρόταση για τη διαχείριση του μεταναστευτικού, που περιλαμβάνει και δημοψηφίσματα στα κράτη-μέλη. Σημειωτέον, στις επικείμενες εκλογές της 15ης Οκτωβρίου στην Πολωνία οι εθνικιστές θέτουν σε δημοψήφισμα τέσσερα ερωτήματα, μεταξύ των οποίων: «Υποστηρίζετε την εισδοχή χιλιάδων παράτυπων μεταναστών από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική, βάσει του μηχανισμού υποχρεωτικής μετεγκατάστασης που επιβάλλει η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία;». Πολωνία και Ουγγαρία απορρίπτουν τον μηχανισμό κατανομής προσφύγων που συμφωνήθηκε πρόσφατα.

«Ως υπεύθυνος πολιτικός, απορρίπτω ολόκληρη την παράγραφο των συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής σχετικά με τη μετανάστευση. […] Εξέφρασα τη θέση μας πολύ έντονα και πήρα την απόφαση να ασκήσω βέτο στο σκέλος που αφορούσε στη μετανάστευση», ανέφερε ο Μοραβιέτσκι σε διαδοχικές αναρτήσεις του στο Χ.

Πιο εμπρηστικός ήταν ο λόγος του Βίκτορ Όρμπαν: «Αν έχεις υποστεί νομικό βιασμό, αν σε εξαναγκάζουν να δεχθείς κάτι που δεν σου αρέσει, τότε πώς μπορεί να φτάσεις σε συμβιβασμό και συμφωνία; Είναι αδύνατον» είπε ο Ούγγρος πρωθυπουργός. Ο «νομικός βιασμός» έγκειται στις «πιέσεις» που καταγγέλλει ότι δέχθηκαν Ουγγαρία και Πολωνία να στηρίξουν το σχέδιο μεταρρύθμισης εντός της εβδομάδας, και γι’ αυτό πάντα κατά δήλωσή του αρνήθηκε να υπογράψει οποιαδήποτε συμβιβαστική θέση στη Γρανάδα.

Σύμφωνα με κοινοτικές πηγές η γλώσσα της επίμαχης παραγράφου για το μεταναστευτικό είχε «σκληρύνει», αλλά και πάλι Βουδαπέστη και Βαρσοβία αρνήθηκαν να συμβαδίσουν.