Κίνα και Ρωσία συνασπίζονται απέναντι στον Τραμπ

Κίνα και Ρωσία συνασπίζονται απέναντι στον Τραμπ

Του Γιάννη Μαντζίκου

Μπορεί οι ηγέτες της Δύσης να κινούνται στον ρυθμό των εορτασμών για την συμπλήρωση των 75 χρόνων από την απόβαση των Συμμαχικών Δυνάμεων στην Νορμανδία, δεν ίσχυε όμως το ίδιο για τους Βλαντιμίρ Πούτιν και Σι Τζινπίνγκ.

Ο τελευταίος βρίσκεται για τριήμερη επίσημη επίσκεψη στην Ρωσία με αφορμή το Ετήσιο Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης, γεγονός στο οποίο δεν μετέχει η Αμερικανική πλευρά με αφορμή την σύλληψη του επενδυτή Μάικλ Κάλβει από τις Ρωσικές αρχές με την κατηγορία της διαφθοράς.

Η απουσία των ΗΠΑ αναμένεται να επηρεάσει ελάχιστα τους δυο ηγέτες οι οποίοι έχουν εξαιρετικές σχέσεις, παρά τις δεκαετίες έχθρας και δυσπιστίας ανάμεσα σε Μόσχα και Πεκίνο. Εν αντιθέσει με τις προβλέψεις ειδικών ότι η σχέση αυτή (θα) είναι «λυκοφιλία», η κατασκευή της γέφυρας στον ποταμό Χαιλοτζάνγκ ή Αμουρ (στα Ρώσικα) ο οποίος χωρίζει τις πόλεις Μπλάγκενβισκ (από την Ρωσική πλευρά) και την Χειχέ (από την Κινεζική), αποτελεί σύμφωνα με τις Κινέζους αξιωματούχους την «καλύτερη» απάντηση.

Πέραν αυτού, του εν πολλοίς συμβολικού δεσμού, δεν είναι δύσκολο να βρει κανείς τον λόγο που οι δυο δυνάμεις έχουν έρθει κοντά τα τελευταία χρόνια και αυτός δεν είναι άλλος από τις ΗΠΑ. Για την Ρωσία, οι σχέσεις με την Ουάσινγκτον άρχισαν να επιδεινώνονται ραγδαία από το 2014 με αφορμή την απόσχιση της Κριμαίας, όποτε και οι αμερικανικές αρχές επέβαλαν κυρώσεις σε Ρώσους αξιωματούχους και εταιρείες. Έκτοτε και παρά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, η οποία θεωρήθηκε από το Κρεμλίνο «βολική», οι σχέσεις δεν έχουν βελτιωθεί όσο κανείς θα περίμενε. Ένα εκ των πολλών αιτίων μπορεί να αναζητηθεί στην Ρωσική παρεμβατικότητα στην Βενεζουέλα, χώρα την οποία οι Αμερικανοί θεωρούν «προνομιακό» τους πεδίο λόγω γεωγραφικής εγγύτητας.

Για την Κινεζική πλευρά όμως η εκλογή Τραμπ ήταν ακόμα χειρότερη εξέλιξη, αφού αποτέλεσε την «λυδία λίθο» του συνεχιζόμενου και διαρκώς κλιμακούμενου εμπορικού πολέμου. Δυο από τις τελευταίες «πράξεις» της σύγκρουσης έλαβαν χώρα τον περασμένο μήνα, Μάιο, όταν οι  ΗΠΑ αύξησαν τους δασμούς σε εισαγωγές 200 δισ. δολαρίων στο 25% από 10%, με την Κίνα να απαντά με την επιβολή δασμών έως και 25% σε 5.000 αμερικανικά προϊόντα από 1ης Ιουνίου. Σχεδόν παράλληλα όμως, ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, κήρυξε πόλεμο στην Huawei την μεγαλύτερη εταιρεία τεχνολογίας της Κίνας που πρακτικά απαγορεύει στις αμερικανικές εταιρείες τη χρήση τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού από εταιρείες που θεωρείται πως συνιστούν κίνδυνο εθνικής ασφαλείας.

Ως εκ τούτου, οι δυο δυνάμεις της Ανατολής έχουν κάθε λόγο να βλέπουν την Ουάσινγκτον ως απειλή για τα συμφέροντα τους, αν όχι ως εχθρό. Οι εμπορικές συναλλαγές άλλωστε Κίνας και Ρωσίας το 2018 υπερέβησαν τα 100 δισ. δολάρια που είχαν θέσει ως όριο, φθάνοντας τα 108 δισ. δολάρια, ενώ το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους αυξήθηκαν κατά 3,4%. Παράλληλα όμως, οι δυο πλευρές θεωρούν πως υπάρχουν πολλά περιθώρια συνεργασίας κυρίως στον ενεργειακό τομέα μια εκ των οποίων είναι η κυοφορούμενη συμφωνία ανάμεσα στον Κινεζικό ενεργειακό γίγαντα Sinopec με την Novatek την Ρωσική εταιρεία αερίου. Τέλος, όπως επισημαίνουν ειδικοί την επόμενη δεκαετία, πρέπει να αναμένουμε να αυξηθεί το μέγεθος και το εύρος των σινο-ρωσικών στρατιωτικών ασκήσεων. Οι από του 2015 παραδόσεις από την Ρωσία στην Κίνα των συστημάτων αεροπορικής άμυνας Su-35s και S-400 δείχνει ότι υπάρχει μέλλον...