Τουρκία: Η εμπιστοσύνη των επενδυτών κερδίζεται μόνο με βαθιές τομές
AP Photo/Emrah Gurel
AP Photo/Emrah Gurel
Ανάλυση Reuters

Τουρκία: Η εμπιστοσύνη των επενδυτών κερδίζεται μόνο με βαθιές τομές

Η αναμενόμενη επιστροφή της Τουρκίας σε πιο «ορθόδοξες» οικονομικές πολιτικές ίσως να μην είναι αρκετή από μόνη της για να εξασφαλίσει πιο μακροπρόθεσμες διεθνείς επενδύσεις.

Την ίδια στιγμή απαιτείται επίσης η αποκατάσταση της προβλεψιμότητας και του κράτους δικαίου για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης, λένε οι αναλυτές.

Παρότι τα υψηλότερα επιτόκια θα πρέπει να προσελκύσουν ορισμένους ξένους επενδυτές στα τουρκικά assetts, οι αναλυτές λένε ότι μόνο θεμελιώδεις αλλαγές στη νομική υπόσταση θα φέρουν τη σταθερότητα, τη λογοδοσία και τη διαφάνεια που απαιτούνται για να καθησυχάσουν τους επενδυτές.

Ο Σιμσέκ ήρθε, τα προβλήματα παραμένουν

Μια εβδομάδα μετά την επανεκλογή του, ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν διόρισε νέο υπουργό Οικονομικών, τον Μεχμέτ Σιμσέκ, για να απομακρυνθεί από ορισμένες από τις προηγούμενες ανορθόδοξες πολιτικές του, οι οποίες εκτίναξαν τον πληθωρισμό στα ύψη και έκαναν τη λίρα να πέσει. Ο Σιμσέκ έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από τις χρηματοπιστωτικές αγορές όταν κατείχε τον ίδιο ρόλο στο παρελθόν.

Όμως, έπειτα από χρόνια απρόβλεπτης νομοθέτησης και αυτό που οι επικριτές αποκαλούν «διάβρωση των ελευθεριών» στο πλαίσιο ενός προεδρικού συστήματος, και με τον Ερντογάν να μην αναμένεται να προβεί σε θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις, η Τουρκία είναι απίθανο να δει μια αλλαγή στο κλίμα των επενδυτών.

«Προκειμένου αυτό να είναι μια μόνιμη κατάσταση, δεν θα πρέπει να εξαρτάται μόνο από τους ανθρώπους αλλά και από τον σεβασμό του κράτους δικαίου», δήλωσε ο Mεχμέτ Γκουν, πρόεδρος της Better Justice Association.

«Πρέπει να ενισχύσουμε τη νομική υποδομή για να διασφαλίσουμε ότι το νέο πρόσωπο που θα αντικαταστήσει (στο μέλλον) τον Σιμσέκ θα λαμβάνει τις σωστές αποφάσεις. Πρέπει να περιορίσουμε τις εξουσίες του προέδρου», πρόσθεσε.

Τι φοβούνται οι ξένοι

Ο Γκουν, δικηγόρος στο επάγγελμα, ανέφερε ως παράδειγμα την απόφαση της Τουρκίας το 2021 να εγκαταλείψει τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, μια διεθνή συνθήκη για την καταπολέμηση της βίας λόγω φύλου. Αυτό «έδωσε ένα μήνυμα στις διεθνείς αγορές ότι οποιαδήποτε διεθνής συμφωνία μπορεί να ακυρωθεί αυθαίρετα με προεδρικό διάταγμα», είπε.

Οι Τούρκοι υιοθέτησαν μια συγκεντρωτική προεδρική κυβέρνηση σε δημοψήφισμα του 2017, αφήνοντας τεράστιες εξουσίες στα χέρια του Ερντογάν, ένα σύστημα που η κυβέρνηση λέει ότι αποδίδει αποτελεσματική και ξεκάθαρη νομοθέτηση.

Οι επιχειρήσεις πρέπει τώρα να προσαρμοστούν στους ενίοτε σαρωτικούς κανόνες και κανονισμούς που καλύπτουν τη φορολογία, τον δανεισμό, την οριοθέτηση και το εμπόριο και δημοσιεύονται καθημερινά στην Επίσημη Εφημερίδα του προέδρου.

Η Παγκόσμια Τράπεζα δήλωσε ότι η Τουρκία ανήκει σε ένα στρατόπεδο χωρών που δημοσιεύουν σχέδια κανονισμών και ζητούν ανατροφοδότηση από τα ενδιαφερόμενα μέρη, αλλά δεν υποβάλλουν εκθέσεις για τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων.

Χρειάζεται μια στροφή στη Δύση

Ο Ορχάν Τουράν, πρόεδρος της κορυφαίας επιχειρηματικής ένωσης της Τουρκίας TUSIAD, δήλωσε σε συνέδριο του Μαρτίου ότι η χώρα πρέπει να ενισχύσει τις σχέσεις της με τους δυτικούς συμμάχους ενισχύοντας το κράτος δικαίου και την ανεξάρτητη δικαιοσύνη.

Δύο υψηλόβαθμα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος AKP δήλωσαν -εν μέρει για να καθησυχάσουν τους ξένους επενδυτές – πως η προώθηση των δικαστικών μεταρρυθμίσεων είναι κρίσιμη και το νέο υπουργικό συμβούλιο θα ανακοινώσει σύντομα μέτρα για την αποκατάσταση της «δια γυμνού οφθαλμού ζημίας» στο δικαστικό σύστημα.

«Είναι σαφές ότι για να διασφαλιστεί η οικονομική εμπιστοσύνη, η νομική συνέπεια είναι απαραίτητη», δήλωσε ένας από τους ανώτερους αξιωματούχους.

Υποστηρικτές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η πολιτική αντιπολίτευση λένε ότι το ΑΚΡ έχει κατά καιρούς χρησιμοποιήσει το δικαστικό σύστημα για να τιμωρήσει τους διαφωνούντες, κατηγορία που αρνούνται οι αρχές.

Πολλά τα «αγκάθια»

Η Τουρκία δεν έχει συμμορφωθεί με αρκετές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης του δικαστηρίου ότι ο φιλάνθρωπος Οσμάν Καβάλα πρέπει να αφεθεί ελεύθερος, καθώς η κράτησή του παραβιάζει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Ο 65χρονος Καβάλα φυλακίστηκε ισόβια χωρίς αναστολή αφού καταδικάστηκε για προσπάθεια ανατροπής της κυβέρνησης με τη χρηματοδότηση των διαδηλώσεων του Γκεζί το 2013, κάτι που αρνείται.

Ο Σεραφετίν Τζεν Αταλάι, νεοεκλεγείς βουλευτής, παραμένει υπό κράτηση με παρόμοιες κατηγορίες. Ο Ντενίζ Οζέν, δικηγόρος του βουλευτή του Τουρκικού Εργατικού Κόμματος, δήλωσε ότι οι αρχές παραβιάζουν την τουρκική νομοθεσία κρατώντας τον στη φυλακή.

Η Έμμα Σινκλέρ - Γουέμπ, διευθύντρια Τουρκίας του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, δήλωσε ότι το απαξιωμένο σύστημα δικαιοσύνης αποτελεί θέμα ανησυχίας, ιδίως για τους Ευρωπαίους επενδυτές.

«Χωρίς ελεύθερο Τύπο, χωρίς ανεξάρτητα δικαστήρια, το κλίμα για τις επενδύσεις είναι γενικά αρνητικό», δήλωσε η ίδια.

«Θέμα» και ο παρεμβατισμός του Ερντογάν

Με τα συναλλαγματικά αποθέματα να έχουν εξαντληθεί σε μεγάλο βαθμό και τη λίρα να έχει αγγίξει χαμηλά επίπεδα ρεκόρ, ο διορισμός του Σιμσέκ έχει αυξήσει τις προσδοκίες ότι οι αρχές θα χαλαρώσουν τους ελέγχους στις αγορές συναλλάγματος, πιστώσεων και χρέους.

Ενισχύοντας τη διαφαινόμενη στροφή, ο Ερντογάν όρισε την Παρασκευή τη Χαφίζ Γκαγιέ Ερκάν ως διοικήτρια της κεντρικής τράπεζας, ανοίγοντας το δρόμο για αυξήσεις των επιτοκίων.

Ωστόσο, μακροπρόθεσμα, οι αναλυτές λένε ότι η επιρροή του Τούρκου προέδρου σε φαινομενικά αυτόνομες οντότητες όπως η κεντρική τράπεζα θα κρατήσει τις άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) σε απόσταση.

Τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών δείχνουν ότι οι ΑΞΕ ήταν περίπου 13,1 δισ.δολάρια πέρυσι, αυξημένες σε σχέση με πριν από πέντε χρόνια, αλλά περίπου σε αντιστοιχία με το 2021.

Ο Χάουαρντ Άιζενστατ, αναπληρωτής καθηγητής ιστορίας και πολιτικής της Μέσης Ανατολής στο Πανεπιστήμιο St. Lawrence, δήλωσε ότι μια ουσιαστική αύξηση των ΑΞΕ είναι απίθανη, εκτός εάν η Τουρκία προβεί σε θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις που θα αντιμετωπίσουν βασικά προβλήματα όπως η διαφθορά.

«Ανεξάρτητα από τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, οι επενδύσεις δεν θα αυξηθούν σημαντικά», είπε.