Ναυάγιο στην Πύλο: Τι καταθέτουν οι διασωθέντες  - Τη Δευτέρα στην εισαγγελία οι 9 κατηγορούμενοι
AP Photos/Thanassis Stavrakis
AP Photos/Thanassis Stavrakis

Ναυάγιο στην Πύλο: Τι καταθέτουν οι διασωθέντες - Τη Δευτέρα στην εισαγγελία οι 9 κατηγορούμενοι

Βαριές κατηγορίες για δουλεμπόριο αντιμετωπίζουν οι εννέα Αιγύπτιοι διακινητές που συνελήφθησαν για το ναυάγιο στην Πύλο, στο οποίο έχασαν τη ζωή τους 78 μετανάστες και εκατοντάδες άλλοι εξακολουθούν να αγνοούνται, με τις έρευνες να συνεχίζονται.

Στις έρευνες παίρνουν μέρος μία φρεγάτα του Πολεμικού Ναυτικού, τρία παραπλέοντα πλοίο και ελικόπτερο του Λιμενικού ωστόσο οι ελπίδες για την ανεύρεση επιζώντων εξανεμίζονται ώρα με την ώρα.

Στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης της Μαλακάσας, έχουν οδηγηθεί 71 άτομα που διασώθηκαν από το ναυάγιο, ενώ 21 άτομα μαζί με ένα ακόμα που φέρεται ως διακινητής και φρουρείται, νοσηλεύονται στο νοσοκομείο της Καλαμάτας. Οι υπόλοιποι 8 κατηγορούμενοι που έχουν συλληφθεί ως οι διακινητές των μεταναστών παραμένουν στο Αστυνομικό Τμήμα της Καλαμάτας.

Ολοι οι κατηγορούμενοι θα οδηγηθούν το πρωί της Δευτέρας στην εισαγγελία, με τις κατηγορίες της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης που αφορά παράνομη διακίνηση παράτυπων μεταναστών πρόκληση ναυαγίου από αμέλεια και έκθεση ζωής σε κίνδυνο.

Τι καταθέτουν οι επιζώντες

Πέντε μετανάστες από τη Μαλακάσα κατέθεσαν την Κυριακή στο δικαστικό μέγαρο Καλαμάτας, στο πλαίσιο της προανάκρισης, ενώ τέσσερις αναμένεται να βρεθούν την Κυριακή στα δικαστήρια. 

Σύμφωνα με τον ΣΚΑΪ, στις καταθέσεις τους οι επιζώντες περιγράφουν πώς τους φοβέριζαν κρατώντας μάλιστα ο ένας εκ αυτών έναν σωλήνα, αλλά και τον ρόλο που είχε ο καθένας από τους συλληφθέντες.

«Από τις φωτογραφίες που μου δείχνετε, αναγνωρίζω το Νο 70 ως το άτομο που έπαιρνε το τιμόνι όταν ξεκουραζόταν ο καπετάνιος και ήταν ο δεύτερος που έκανε κουμάντο στο πλοίο μετά τον καπετάνιο. Όλοι τον φοβόμασταν πολύ. Το Νο 64 ήταν το άτομο που έφτιαχνε την μηχανή όταν χαλούσε. Τα άτομα με τα Νο 56 57 74 83, 84 και 94 ήταν τα άτομα που μας έδιναν φαγητό και νερό που κινούνταν ελεύθερα μέσα στο πλοίο και μας φώναξαν και μας φοβέριζαν» αναφέρει χαρακτηριστικά ένας από τους διασωθέντες. 

 «Το άτομο με το νούμερο 84 μας έβριζε γιατί ήθελε να κάνει κουμάντο. Το άτομο με το νούμερο 94 μας ζήταγε τα λεφτά μας και κράταγε έναν σωλήνα για να μας φοβερίζει» κατέθεσε ένας ακόμη διασωθέντας.

Οι επιζώντες αναφέρονται και στις πληρωμές των δουλεμπόρων. «Έδωσα σε κάποιον Πακιστανό 8.000 ευρώ για να κανονίσει το ταξίδι μου για την Ιταλία. Μετά τις 15 ημέρες και αφού ταξιδεύαμε οχτώ ώρες με βανάκια μας μετέφεραν όλους σε μια παραλία της Λιβύης. Εκεί στη θάλασσα περίπου δύο ναυτικά μίλια από την ακτή βρισκόταν ένα παλιό σκάφος μάλλον αλιευτικό. Ξεκινήσαμε ξημερώματα του Σαββάτου για το ταξίδι μας, με περίπου εξακόσια με εξακόσια πενήντα άτομα» ανέφερε διασωθέντας. 

Κυβερνήτης σκάφους Λιμενικού: Αγνόησαν τις επανειλημμένες εκκλήσεις μας να τους συνδράμουμε

Τα όσα συνέβησαν από τη στιγμή της ενημέρωσης από το Κέντρο Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης μέχρι τη στιγμή που το αλιευτικό άρχισε να βυθίζεται στη θαλάσσια περιοχή ανοιχτά της Πύλου, περιέγραψε στην κατάθεσή του ο κυβερνήτης του σκάφους του Λιμενικού που προσέγγισε πρώτο το σαπιοκάραβο στο οποίο βρίσκονταν στοιβαγμένοι μετανάστες.

Όπως σημείωσε, σύμφωνα με τον ΣΚΑΪ, ο ίδιος ενημερώθηκε περί τις 15:00 από το Ενιαίο Κέντρο Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης και απέπλευσε άμεσα. Το σκάφος εντοπίστηκε περί τις 23:00 σε απόσταση περίπου έξι ναυτικών μιλίων από φορτηγό πλοίο.

«Στις 23:40 προσεγγίστηκε σε απόσταση 200 μέτρων», σημειώνει ο κυβερνήτης και προσθέτει: «Ενημερώσαμε ότι έχουμε έρθει να συνδράμουμε και να παρέχουμε οποιαδήποτε βοήθεια απαιτηθεί».

Ωστόσο, όπως τόνισε, «δεν λάβαμε καμία απάντηση από το σκάφος, αλλά συνεχίσαμε να το ακολουθούμε από ασφαλή απόσταση».

Λίγο αργότερα, περί τις 23.45, «διαπιστώσαμε ότι το σκάφος σταμάτησε να κινείται. Εγινε προσέγγιση αυτού με σκοπό να γίνει οπτικός έλεγχος στην κατάσταση αυτού και των επιβαινόντων και εάν απαιτείται παροχή συνδρομής από το σκάφος μας».

Οι άνδρες του Λιμενικού προσέγγισαν στις 23:50 το πλοίο προκειμένου να δουν τι ακριβώς χρειάζονται. «Μετά την πρόσδεση με την πλώρη του αλιευτικού σκάφους, ακούστηκαν φωνές στην αγγλική γλώσσα “Νο Help”, “Go Italy” και, παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις αν θέλουν βοήθεια-συνδρομή, μας αγνόησαν και περί ώρα 23.57 έλυσαν κάβο που τους είχαμε δώσει. Εβαλαν μπροστά ξανά τη μηχανή του σκάφους και κινήθηκαν σε δυτική κατεύθυνση με χαμηλή ταχύτητα», λέει ο κυβερνήτης.

Άμεσα ενημερώθηκε το ΕΣΚΕΔ και συνεχίστηκε η επιτήρηση από απόσταση περίπου 200 μέτρων.

«Περί τη 1.40 ενημερωθήκαμε από το ΕΣΚΕΔ ότι το αλιευτικό σκάφος σταμάτησε εκ νέου να κινείται και μας δόθηκε εντολή να ελέγξουμε την κατάστασή του. Για τον λόγο αυτό, το προσέγγισα με χαμηλή ταχύτητα για τυχόν παροχή συνδρομής. Ευρισκόμενοι σε απόσταση 70 μέτρων από το σκάφος, αντιλήφθηκα ότι το σκάφος αυτό είχε αρχίσει να παίρνει μεγάλη κλίση, ενώ επικρατούσε στους επιβαίνοντες μεγάλη αναστάτωση και φωνές. Σε λιγότερο από ένα λεπτό το σκάφος ανατράπηκε», σημειώνει ο κυβερνήτης του σκάφους του Λιμενικού.

Συγκλονίζουν οι μαρτυρίες

Διέσχιζαν το δρόμο του λιμανιού της Καλαμάτας που οδηγούσε στον χώρο όπου διέμεναν οι διασωθέντες μετανάστες και πρόσφυγες του ναυαγίου που συνέβη ανοιχτά της Πύλου πολλές φορές μέσα στην ημέρα. Κρατούσαν τα κινητά τους και έδειχναν φωτογραφίες των δικών τους ανθρώπων που γνώριζαν ότι είχαν επιβιβαστεί στο αλιευτικό σκάφος που βυθίστηκε, αλλά δεν είχαν ακόμη νέα τους.

Πρόσωπα βουβά και σκυθρωπά, πλησίαζαν την περιφραγμένη είσοδο, κοιτούσαν από τις χαραμάδες μήπως και βρουν τον/την συγγενή τους και ρωτούσαν συνεχώς τις λιμενικές αρχές με την ίδια αγωνία πάντοτε ζωγραφισμένη στο πρόσωπό τους. Ορισμένοι λύγιζαν, ξεσπούσαν κι άλλοι παρέμεναν στον χώρο μήπως μάθουν κάτι παραπάνω. Καθώς περνούσαν οι ώρες όλο και περισσότεροι συγγενείς αγνοουμένων κατέφταναν στο λιμάνι της Καλαμάτας, άλλοι έχοντας μαζί τους ελάχιστα πράγματα και άλλοι με βαλίτσες στα χέρια τους.

Το δεύτερο βράδυ από την ημέρα που έγινε το ναυάγιο ο Ταχίρ Ραζάρ από το Πακιστάν που εδώ και χρόνια μένει στην Ελλάδα πλησιάζει στην είσοδο της αποθήκης στο λιμάνι της Καλαμάτας και ρωτάει τις αρχές μήπως έχουν δει τον 18χρονο ξάδερφό του. Δείχνει τη φωτογραφία του νεαρού συγγενή του από το Πακιστάν που έφυγε από τη χώρα του, πήγε στη Λιβύη και επιβιβάστηκε στο αλιευτικό σκάφος. «Ήθελε να φύγει από το Πακιστάν και να πάει στην Ιταλία. Δεν άντεχε άλλο την κατάσταση και τη φτώχεια στη χώρα του, μας έλεγε δεν αντέχεται άλλο, πρέπει να φύγουμε από εδώ», αναφέρει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, δείχνοντάς μας τη φωτογραφία του ξαδέρφου του. « Πλήρωσε 5.000 δολάρια για να φύγει να πάει να βρει δουλειά», εξηγεί. Μια μέρα πριν ταξιδέψει, επικοινώνησε με τους δικούς του και τους είπε «να κάνουν την προσευχή τους για να φτάσει». Δεν έφτασε ποτέ όμως. « Μίλησα με τους γονείς του προσπαθούσα να τους καθησυχάσω, αλλά δεν τον βρίσκουμε πουθενά», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, αποχωρώντας από το λιμάνι, δίχως να έχει κάποιο νεότερο για τον συγγενή του.

Από την άλλη πλευρά, στο επιχειρησιακό κέντρο που είχε στηθεί, κλιμάκιο του τομέα αναζητήσεων και αποκατάστασης οικογενειακών δεσμών του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού προσπαθούσε να βοηθήσει τους διασωθέντες να επικοινωνήσουν με κάποιο οικείο τους πρόσωπο. «Το βράδυ της Πέμπτης 15 Ιουνίου κάναμε πάνω από 78 τηλέφωνα. Όσοι είχαν διασωθεί και θυμούνταν κάποιο τηλέφωνο συγγενή τους απευθύνονταν σε εμάς για να μιλήσουν με τους δικούς τους. Οι κλήσεις διαρκούσαν περίπου 3 λεπτά ώστε να επικοινωνήσουν για να πουν ότι είναι καλά και σώοι», επισημαίνει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η τομεάρχης αναζητήσεων και αποκατάστασης οικογενειακών δεσμών Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, Μαρία Λιανδρή. Μπορεί να μην καταλάβαιναν τη γλώσσα ωστόσο, όπως εξηγεί, στο πρόσωπο των διασωθέντων μεταναστών και προσφύγων αποτυπώνονταν όλα τους τα συναισθήματα. « Εμείς δεν καταλαβαίνουμε τη γλώσσα , αποτυπώνονται όμως όλα τα συναισθήματα και στο πρόσωπο και στους ήχους, την ίδια ώρα που από την άλλη μεριά της γραμμής μπορεί να ακούσεις μία κραυγή χαράς, ένα κλάμα, μία φωνή. Συμμετέχεις. Είναι ανάμεικτα τα συναισθήματα. Αυτό που είναι κοινό και συζητούσαμε είναι ότι όλα τα πρόσωπα όταν έρχονται είναι κατηφή και όταν κλείνουν τα τηλέφωνα λάμπουν», περιγράφει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Λιανδρή προσθέτοντας ότι το πιο δύσκολο κομμάτι είναι να μην θυμάται κάποιος το τηλέφωνο ή να μην μπορείς να πιάσει εύκολα γραμμή. «Η επικοινωνία είναι ένα δικαίωμα όπως και να ψάχνουν και να αναζητούν οι άνθρωποι τους δικούς τους. Κι εμείς αυτή την υποχρέωση έχουμε να καλύπτουμε αυτό το δικαίωμα. Εμάς μας δηλώνουν ποιους θα καλέσουν και ρωτάμε και τη συγγένεια για να δούμε υποστηρικτικά μήπως χρειαστούμε. Οι πιο πολλοί κάλεσαν τα αδέρφια τους και τις μαμάδες τους», τονίζει.

Η κ. Λιανδρή θυμάται χαρακτηριστικά τον πρώτο άνθρωπο που προσπάθησε να μιλήσει με κάποιον δικό του. « Ο πρώτος που κάθισε για να μιλήσει φαινόταν ότι ήταν ταλαιπωρημένος. Ήταν πάρα πολύ ήσυχος και αμίλητος που φαινόταν σαν να μην έχει συναίσθημα μόλις μίλησε άρχισε να κλαίει. Ήταν τελείως άλλος άνθρωπος ήταν σαν να ξέσπασε», λέει και τονίζει ότι ήταν αρκετοί αυτοί που ξέσπασαν σε λυγμούς.

Στην αρχή, όπως αναφέρει, οι περισσότεροι νιώθουν μια αγωνία. Την ίδια αγωνία νιώθουν κι εκείνοι που μεσολαβούν για να μιλήσουν με τις οικογένειές τους.

«Εμείς έχουμε πιο πολύ την ανάγκη να βρούμε τον δρόμο να καθοδηγήσουμε τους ανθρώπους για το τι πρέπει να κάνουν, ειδικά όταν πρόκειται για ένα τόσο μεγάλο δυστύχημα με τόσους νεκρούς και αγνοούμενους. Αυτό που είναι το πιο δύσκολο είναι να μπούνε τα πράγματα σε μια σειρά και να ξέρουν οι άνθρωποι που να ψάξουν και πως να ψάξουν οπότε εμείς αισθανόμαστε όλοι αυτή την πίεση», σημειώνει ενώ προσθέτει ότι χρειάζεται να κοινοποιηθεί ότι ο ερυθρός σταυρός είναι το ίδιο ακριβώς σε όλο τον κόσμο οπότε σε όποια χώρα και να είναι κάποιος μπορεί να απευθυνθεί στον αντίστοιχο Ερυθρό Σταυρό για να αναζητήσει κάποιο οικείο του πρόσωπο.

«Οι διακινητές έκαναν πλύση εγκεφάλου στο παιδί μου», λέει πατέρας αγνοούμενου

Την ευθύνη στους διακινητές που επηρέασαν τον γιο του και τον έπεισαν να κάνει το επικίνδυνο ταξίδι προς την Ευρώπη καταλογίζει ένας από το Πακιστάν που αναζητά τον γιο του μετά το ναυάγιο στην Πύλο.

Όπως είπε στο BBC ο πατέρας του Σεχριάρ Σουλτάν, οι διακινητές έκαναν «πλύση εγκεφάλου» στον γιο του και τον έπεισαν να κάνει το ταξίδι από τη Λιβύη στην Ευρώπη.

«Του έλεγε ο “ταξιδιωτικός πράκτορας” ότι “θα ταξιδεύεις μόνο δυο-τρεις ημέρες”. Ο γιος μου ήταν ευκολόπιστος για αυτό και πήγε μαζί τους», δήλωσε.

«Έστειλε μήνυμα και έλεγε ότι καθόταν με 400-500 ανθρώπους. Περίμεναν ότι θα ήταν στη θάλασσα για πέντε-έξι ημέρες», υπογράμμισε και επισήμανε:

«Όλα αυτά είναι πολύ λάθος. Η κυβέρνηση πρέπει να τσακίσει όλους αυτούς τους “ταξιδιωτικούς πράκτορες”», είπε στο βρετανικό δίκτυο.

 

Διαβάστε επίσης:

Ναυάγιο στην Πύλο: Βίντεο ντοκουμέντα μέσα από το αλιευτικό λίγο πριν βυθιστεί

Συγκλονίζουν οι μαρτυρίες - Εξανεμίζονται οι ελπίδες για επιζώντες

Η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερη αλληλεγγύη από τους εταίρους της