Ο υπερτουρισμός, κίνδυνος για τη «βαριά βιομηχανία» της Ελλάδας
AP Photo/Thanassis Stavrakis
AP Photo/Thanassis Stavrakis

Ο υπερτουρισμός, κίνδυνος για τη «βαριά βιομηχανία» της Ελλάδας

Ο τουρισμός αποτελεί για πολλά κράτη τη βασική πηγή εσόδων τους, με καθοριστική συμβολή στο ΑΕΠ. Στην Ελλάδα, θεωρείται η βαριά βιομηχανία της χώρας, με άμεση συμβολή κατά 11,5% ή 24 δισ. ευρώ στην οικονομία το 2022. Η χώρα μας, όπως και οι γείτονές της στη Μεσόγειο, βρίσκεται, δικαίως, ανάμεσα στους κορυφαίους προορισμούς παγκοσμίως. Οι καμπάνιες του ΕΟΤ αναρτώνται κάθε χρόνο σε κεντρικά σημεία πόλεων ανά τον κόσμο - αρκεί μια βόλτα στο μετρό του Παρισιού στα τέλη του Φεβρουαρίου - διαφημίζοντας, με τον καλύτερο τρόπο το φυσικό και πολιτιστικό πλούτο της Ελλάδας.

Εμείς το γνωρίζουμε πολύ καλά, καθώς έχουμε την τύχη να βρισκόμαστε «μισή ώρα από την παραλία», ή «ένα καράβι μακριά από το νησί», ενώ, ορισμένοι «έχουμε σπίτι στο χωριό (ή και στο νησί - για τους πιο τυχερούς)». Το πρόβλημα παρουσιάζεται όταν το νησί, η παραλία, ή ακόμα και η καθιερωμένη βόλτα στην ιστορική Αθήνα, κινδυνεύει να χάσει πλέον τα χαρακτηριστικά που μας έκαναν να τα αγαπήσουμε και να δημιουργήσουμε αναμνήσεις.

Κατά τη διάρκεια του κορονοϊού, ο τουριστικός κλάδος της χώρας δέχθηκε ένα μεγάλο πλήγμα, καθώς η βιομηχανία απασχολεί ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού, κυρίως νέους κατά την καλοκαιρινή «σαιζόν», ενώ οι επιχειρήσεις προετοιμάζονται για τις τουριστικές ροές. Στη μετα-Covid εποχή, η τουριστική κίνηση αυξήθηκε, καταγράφοντας απανωτά ρεκόρ, κυρίως στις αφίξεις κρουαζιερόπλοιων, με την πρωτεύουσα να δέχεται καθημερινά χιλιάδες επισκέπτες.

Οι κορυφαίοι προορισμοί είναι γνωστοί. Φανταστείτε μια λίστα με τα «must see» μέρη που θα προτείνατε σε έναν ταξιδιώτη που επιθυμεί να επισκεφθεί για πρώτη φορά την Αθήνα: Η Ακρόπολη και το υπέροχο Μουσείο της, μια βόλτα στην Πλάκα και τα Αναφιώτικα, η αγορά της Ερμού, η Βουκουρεστίου και το  Μοναστηράκι, η Αρχαία Αγορά, ο Λυκαβηττός, ένα γεύμα σε γνωστά μαγαζιά της περιοχής, κλπ. Φανταστείτε τώρα να σας έλεγα να κάνετε αυτή τη βόλτα Σάββατο μεσημέρι, αρχές Ιουλίου.

Μια γρήγορη έρευνα στο διαδίκτυο έφερε τα ίδια αποτελέσματα. Λίγοι είναι οι ιστότοποι οι οποίοι προτείνουν μια διαφορετική διαδρομή στα αξιοθέατα της πόλης μας, και αυτή διαφημίζεται ως «εναλλακτική» πρόταση. 

Στόχος αυτού του άρθρου δεν είναι να δαιμονοποιήσει την ανάπτυξη του τουρισμού. Επιχειρεί, ωστόσο, να τονίσει την αναγκαιότητα της μετάβασης σε ένα βιώσιμο μοντέλο, που θα σέβεται και θα προωθεί με τον καλύτερο τρόπο τη μοναδικότητα και την παράδοση των Ελληνικών προορισμών. Άλλωστε, το πρόβλημα του υπερτουρισμού δεν είναι ελληνικό φαινόμενο, ούτε αφορά μόνο τους Έλληνες κατοίκους ή τους επισκέπτες της χώρας μας.

Eurokinissi / ΚΩΣΤΑΣ ΤΖΟΥΜΑΣ

Η φετινή έκδοση της «No List» από τη Fodor’s Travel επικεντρώνεται σε τρεις κύριους τομείς - τον υπερτουρισμό, τη ρύπανση και την ποιότητα και επάρκεια των υδάτων - οι οποίοι δεν βλάπτουν μόνο τους ίδιους τους προορισμούς, αλλά και τις τοπικές κοινότητες που βασίζονται σε αυτούς. Η Αθήνα βρίσκεται στη δεύτερη θέση, με τη Βενετία να κατέχει την πρωτιά. 

Ο κορυφαίος προορισμός της Ιταλίας «μαστίζεται από τον υπερτουρισμό εδώ και χρόνια και εξακολουθεί να μην μπορεί να επιλύσει τα προβλήματά της. Η νεότερη μέθοδος περιορισμού των επισκεπτών, ένα μέτριο τέλος εισόδου, είναι απίθανο να λειτουργήσει ως αντικίνητρο για τους τουρίστες», αναφέρει το άρθρο.

Δεν είναι η πρώτη φορά που η Βενετία φιγουράρει στη λίστα: Το 2018, μετά την απαγόρευση των μεγάλων κρουαζιερόπλοιων λόγω της ζημιάς που προκλήθηκε στο οικοσύστημα της λιμνοθάλασσας, αλλά και πέρυσι, επικαλούμενη την «δυσάρεστη αναλογία» επισκεπτών ανά κάτοικο. Παρά τη δράση του δημοτικού συμβουλίου της Βενετίας, τα πράγματα δεν έχουν βελτιωθεί.

Στην περσινή λίστα, η Fodor's αναφέρθηκε στη χώρα μας με μια μόνο πρόταση: «Στη γειτονική Ελλάδα, τα ειδυλλιακά νησιά της, τα οποία εξαρτώνται από τις εισαγωγές νερού, αγωνίστηκαν να εξισορροπήσουν τις ανάγκες των νησιωτών και της γεωργίας με τις απαιτήσεις των τουριστών κατά τους καλοκαιρινούς μήνες».

Φέτος, αφιέρωσε μία ολόκληρη έρευνα για να θίξει το πρόβλημα του υπερτουρισμού.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού, το 2016, η Skift φέρεται να δημιούργησε (και αργότερα κατοχύρωσε) τη λέξη «overtourism». Διάφοροι ορισμοί του υπερτουρισμού έχουν προκύψει έκτοτε. Σύμφωνα με πανεπιστήμια που συνεργάστηκαν με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού σε σχετική μελέτη, ο υπερτουρισμός μπορεί να οριστεί ως «ο αντίκτυπος του τουρισμού σε έναν προορισμό, ή τμήματα αυτού, που επηρεάζει υπερβολικά την ποιότητα ζωής των πολιτών ή/και την ποιότητα των εμπειριών των επισκεπτών με αρνητικό τρόπο».

Η Σύμπραξη για τον Υπεύθυνο Τουρισμό αναφέρεται στον υπερτουρισμό ως «προορισμούς όπου οι οικοδεσπότες ή οι επισκέπτες αισθάνονται ότι υπάρχουν πάρα πολλοί επισκέπτες και ότι η ποιότητα ζωής στην περιοχή ή η ποιότητα της εμπειρίας έχει υποβαθμιστεί». Είναι το αντίθετο του υπεύθυνου τουρισμού, ο οποίος αφορά τη χρήση του τουρισμού ως μέσο αναβάθμισης των περιοχών, τόσο για αυτούς που ζουν σε αυτές, όσο και για αυτούς που τις επισκέπτονται.

Στην ενότητα που αφιέρωσε στην Αθήνα, η Fodor's αναφέρει ότι ο υπερβολικός τουρισμός και η έλλειψη εγκεκριμένων σχεδίων διαχείρισης προκαλούν ζημιές στην Ακρόπολη αλλά στις γύρω περιοχές, αλλάζοντας την καθημερινότητα των κατοίκων της πρωτεύουσας.

Μετά την κρίση αλλά και το τέλος των περιορισμών που είχαν επιβληθεί κατά την περίοδο της πανδημίας, οι ταξιδιώτες που επέλεξαν την Ελλάδα αυξήθηκαν. Κρούοντας των κώδωνα του κινδύνου, οι συντάκτες του άρθρου τόνισαν ότι εάν το «κύμα των επισκεπτών συνεχιστεί ανεξέλεγκτα, οι αθηναϊκές συνοικίες θα διαβρωθούν πολιτιστικά και θα εξαφανιστούν».

Το κορυφαίο τουριστικό αξιοθέατο της Αθήνας, η Ακρόπολη, και τα εμβληματικά μνημεία της, ο Παρθενώνας, το Ερέχθειο και τα Προπύλαια, έχουν γνωρίσει αύξηση ρεκόρ επισκεπτών - περίπου 17.000 άτομα καθημερινά. Ωστόσο, ο αριθμός αυτός είναι πάρα πολύ μεγάλος για το μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. 

Για να καταπολεμήσει τον όγκο των τουριστών, η κυβέρνηση εξέδωσε ένα νέο σύστημα εκλεγόμενης εισόδου για τις επισκέψεις, το οποίο ξεκίνησε φέτος τον Σεπτέμβριο. Ωστόσο, το νέο σύστημα «Ζώνες Επισκεψημότητας» επιτρέπει ένα ημερήσιο ανώτατο όριο 20.000 επισκεπτών - λιγότερους από τους 23.000 ημερήσιους επισκέπτες σε περιόδους αιχμής, αλλά και πάλι χιλιάδες περισσότερους από τον τρέχοντα μέσο όρο.

Eurokinissi / ΚΩΣΤΑΣ ΤΖΟΥΜΑΣ

Η Εθνική Επιτροπή του Διεθνούς Συμβουλίου Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS), επίσημος τεχνικός σύμβουλος της UNESCO, αναφέρει ότι ο ιερός βράχος αποτελεί «τεκμήριο της προϊστορίας και της ιστορίας» εξίσου σημαντικό με τους ναούς που χτίστηκαν στην επιφάνειά του. Ωστόσο, οι υπερβολικές επισκέψεις θα μπορούσαν να προκαλέσουν φθορές στον βράχο.

«Ενώ οι ιστορικοί προσπαθούν να προστατεύσουν το ναό της Αθηνάς, οι κάτοικοι του κέντρου της Αθήνας προσπαθούν να προστατεύσουν άλλα δημοφιλή τουριστικά αξιοθέατα: τα σπίτια τους», αναφέρει το άρθρο. 

Κάτω από την Ακρόπολη, η γειτονιά της Πλάκας, «λυγίζει» από τα τεράστια πλήθη, και χάνει την εμβληματική γοητεία της. «Το κέντρο έχει κατακλυστεί από ξενοδοχεία, διαμερίσματα Airbnb, εστιατόρια, μπαρ, καφετέριες, ταβέρνες. Και ενώ δεν υπάρχει τίποτα κακό με το άνοιγμα νέων χώρων - πολλοί είναι πολύ ενδιαφέρουσες προσθήκες στον αστικό ιστό - όταν αυτοί οι νέοι χώροι εκτοπίζουν την καθημερινή τοπική ζωή από την πόλη και δεν συνυπάρχουν πλέον με τις παραδοσιακές πτυχές της αθηναϊκής ζωής, η πόλη χάνει το ενδιαφέρον της και γίνεται μονοθεματική και κατά συνέπεια flat. Η Αθήνα δεν είναι ένα υπαίθριο μουσείο όπως το Παρίσι, η Ρώμη, η Βαρκελώνη ή η Βενετία. Η γοητεία της είναι η τοπική της ζωή. Και αν αυτή δεν είναι πλέον ενδιαφέρουσα, τι θα προσελκύσει τον μελλοντικό επισκέπτη σε αυτή την πόλη;», αναφέρει στη Fodor's η Τίνα Κυριάκη, ιδρύτρια της Alternative Athens.

AP Photo/Thanassis Stavrakis

Αν χαθεί η γοητεία της Αθήνας σημαίνει ότι θα χαθεί και την αυθεντικότητά της. Και αυτό δεν είναι βιώσιμο. Σύμφωνα με την Ελληνική Συνομοσπονδία Τουρισμού, οι επισκέψεις το 2022 αυξήθηκαν κατακόρυφα μετά την πανδημία, αλλά τόσο ο χρόνος όσο και τα χρήματα που δαπανήθηκαν για διακοπές μειώθηκαν. Η Αθήνα αντιμετωπίζει μια νέα πηγή αφίξεων: ένα κύμα ημερήσιων τουριστών που προέρχονται από κρουαζιερόπλοια.

Τα κρουαζιερόπλοια προκαλούν ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα συνωστισμού στο μνημείο της Ακρόπολης. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, η πρωτεύουσα δέχεται καθημερινά εννέα κρουαζιερόπλοια με 2.000-3.000 επιβάτες το καθένα. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΛΠ, την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου του 2023 σημειώθηκε αύξηση στο σύνολο επιβατών κατά 85% σε σχέση με το 2022. Αυτό μεταφράζεται σε 928.357 επιβάτες το οκτάμηνο του 2023, έναντι 500.905 το ίδιο διάστημα το 2022.  

Η Αθήνα δεν είναι όμως ο μόνος προορισμός που «πάσχει» από το πρόβλημα του μαζικού, μη ελεγχόμενου τουρισμού. Στην Κρήτη, εδώ και χρόνια, τα Μάλια απευθύνονται σε ένα είδος τουρισμού, σχεδόν αποκλειστικά για ξένους επισκέπτες, με τους ντόπιους να αποφεύγουν την περιοχή. Τα Μάλια φιλοξενούν ένα σημαντικό μινωικό ανάκτορο που βρίσκεται στα ανατολικά της παραλίας. Ο μαζικός τουρισμός έχει ωστόσο επιφέρει αλλαγές στο τοπίο: μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, εστιατόρια, μπαρ και κίνηση στους δρόμους. Το ίδιο συμβαίνει και στον Κάβο της Κέρκυρας. Οι προαναφερθείσες περιοχές ζουν από τον τουρισμό και οι κοινότητες έχουν αναπτυχθεί χάρη σε αυτόν. 

Άλλες, τώρα γνωρίζουν αύξηση των ροών. Στο Πήλιο, παραδοσιακά προορισμός για τους πιο «εναλλακτικούς», κυρίως Γερμανούς, τουρίστες - με πολλούς από αυτούς να έχουν αγοράσει και χτίσει πέτρινα σπίτια στα χωριά του, διατηρώντας την αρχιτεκτονική της περιοχής - καταγράφεται μια αύξηση των αφίξεων, χωρίς αυτή ωστόσο να ενοχλεί τους ντόπιους.

Στα χωριά της Αρκαδίας, πολλοί ξένοι τουρίστες καταφθάνουν για να περπατήσουν στις όχθες του Λούσιου, να περιπλανηθούν στα ιστορικά μοναστήρια που κρύβει στα φαράγγια του και να απολαύσουν τη φυσική ομορφιά του τόπου.

Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πως θα είναι αυτά τα μέρη σε δέκα χρόνια, εάν αυξηθούν κατακόρυφα οι τουριστικές ροές χωρίς τον κατάλληλο σχεδιασμό για τη βιώσιμη ανάπτυξη και διαχείριση των τουριστικών ροών.

Υπεύθυνος τουρισμός - Το μέλλον του τουριστικού κλάδου

Τα παραδείγματα είναι πολλά. Η λύση μία. Να στρέψουμε το παραγωγικό μας μοντέλο σε μια υπεύθυνη μορφή τουρισμού. Υπάρχουν τρόποι να επιτευχθεί μια καλύτερη διαχείριση του τουρισμού με την προώθηση περισσότερων ταξιδιών off season, τον περιορισμό του αριθμού των ταξιδιωτών όπου αυτό είναι δυνατό και ένα καλύτερο ρυθμιστικό πλαίσιο για τον κλάδο, που να σέβεται παράλληλα τα αιτήματά του και τη βαρύτητα που έχει ο τουρισμός στην οικονομία της χώρας μας. 

Η ενθάρρυνση πιο βιώσιμων ταξιδιών και προορισμών και η εξεύρεση λύσεων για τη μείωση των τριβών μεταξύ κατοίκων και τουριστών θα μπορούσαν επίσης να έχουν θετικές επιπτώσεις, αναφέρει το National Geographic. 

Σύμφωνα με τον Χάρολντ Γκούντγουιν, ομότιμο καθηγητή στο Μητροπολιτικό Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, «ο υπερτουρισμός είναι συνάρτηση του όγκου των επισκεπτών, αλλά και των συγκρουσιακών συμπεριφορών, του συνωστισμού σε ακατάλληλα μέρη και της ιδιωτικής ζωής. Οι κοινωνικοί ανθρωπολόγοι μιλούν για χώρους μπροστά και πίσω από τη σκηνή. Οι τουρίστες σπάνια είναι ευπρόσδεκτοι στους χώρους του παρασκηνίου. Για να διαχειριστούμε τον συνωστισμό, πρέπει πρώτα να αναλύσουμε και να προσδιορίσουμε τα αίτια που τον προκαλούν».

 «Ωστόσο, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί για να μην δημιουργήσουμε ξάνα απλώς τα ίδια προβλήματα αλλού. Το πιο σημαντικό είναι να διαμορφώσουμε μια σαφή στρατηγική, σε συνεννόηση με τους ντόπιους για το τι θέλει ή χρειάζεται ένας τόπος από τον τουρισμό», επισημαίνει από την πλευρά του ο Τζάστιν Φράνσις, συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Responsible Travel.

Ο υπεύθυνος τουρισμός απαιτεί από τους φορείς εκμετάλλευσης, τους ξενοδόχους, τις κυβερνήσεις, τις τοπικές κοινότητες και τους τουρίστες να αναλάβουν την ευθύνη, να αναλάβουν δράση, για να κάνουν τον τουρισμό πιο βιώσιμο.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού υιοθέτησε τον ορισμό της Διακήρυξης του Κέιπ Τάουν για τον Υπεύθυνο Τουρισμό για την Παγκόσμια Ημέρα Υπεύθυνου Τουρισμού, η οποία ενθαρρύνει τον κλάδο να αναλάβει την ευθύνη να καταστήσει τον τουρισμό πιο βιώσιμο και να επιδείξει την υπευθυνότητά του.

Αναγνωρίζει ότι ο υπεύθυνος τουρισμός είναι πολυδιάστατος, δηλαδή χαρακτηρίζεται από μορφές τουρισμού που:

  • Ελαχιστοποιούν τις αρνητικές οικονομικές, περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις
  • Δημιουργούν μεγαλύτερα οικονομικά οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες και ενισχύουν την ευημερία των κοινοτήτων υποδοχής
  • Βελτιώνουν τις συνθήκες εργασίας και την πρόσβαση στον κλάδο
  • Εμπλέκουν τον τοπικό πληθυσμό στις αποφάσεις που επηρεάζουν τη ζωή του και τις αλλαγές στη ζωή του 
  • Συμβάλλουν θετικά στη διατήρηση της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, στη διατήρηση της παγκόσμιας ποικιλομορφίας
  • Παρέχουν πιο ευχάριστες εμπειρίες στους τουρίστες μέσω πιο ουσιαστικών δεσμών με τους ντόπιους και μεγαλύτερης κατανόησης των τοπικών πολιτιστικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών θεμάτων
  • Παρέχουν πρόσβαση σε άτομα με αναπηρίες
  • Σέβονται τον πολιτισμό
  • Δημιουργούν σχέση σεβασμού μεταξύ τουριστών και οικοδεσποτών 
  • Ενισχύουν την τοπική υπερηφάνεια και αυτοπεποίθηση

Σήμερα, ο υπερτουρισμός είναι ένα εποχικό ζήτημα για έναν αυξανόμενο αριθμό προορισμών. Η Πολιτεία οφείλει, σε συνεργασία με τον τουριστικό κλάδο και τις τοπικές κοινωνίες, να λάβει μια σειρά μέτρων για τη διαφοροποίηση των προορισμών, την προώθηση ενός πιο βιώσιμου τουρισμού και νέων, «out-of-the-box» προτάσεων, που θα ενθαρρύνουν τους ξένους επισκέπτες αλλά και τον εγχώριο τουρισμό να γνωρίσει και να βιώσει την αυθεντικότητά τους.

Ο σεβασμός του περιβάλλοντος, των κατοίκων, των επισκεπτών αλλά και των επαγγελματιών του κλάδου είναι αλληλένδετος με το μοντέλο ενός υπευθύνου τουρισμού, που όχι μόνο θα ενισχύσει την οικονομία της χώρας μας, αλλά θα μας επιτρέψει να γίνουμε ακόμα ένα «success story» παγκοσμίως. Αναμένουμε την επόμενη λίστα της Fodor's για το 2025.


Με πληροφορίες από Fodor's, Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού, ΙΝΣΕΤΕ, National Geographic, Responsible Tourism Partnership