Γιατί πρέπει να φορτσάρει η ενεργειακή μετάβαση ως το 2030

Γιατί πρέπει να φορτσάρει η ενεργειακή μετάβαση ως το 2030

Η πιο κρίσιμη δεκαετία στην παγκόσμια προσπάθεια για την απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα και τον περιορισμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, φτάνει σχεδόν τα… μισά του δρόμου. To 2030 αποτελεί χρονιά-ορόσημο για την ενέργεια και το κλίμα, καθώς εδώ και αρκετό καιρό ακούμε ότι τότε είναι που πρέπει να «πιάσουμε» τον στόχο για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα έτσι ώστε να μπει ο πλανήτης σε τροχιά συγκράτησης από την υπερθέρμανσή του.

Γιατί πρέπει να επιταχύνουμε τις διαδικασίες προς την ενεργειακή μετάβαση

Το τέλος της δεκαετίας δεν είναι πλέον τόσο μακρινό. Αυτό είναι ένα βασικό μήνυμα της Συνόδου Κορυφής του BloombergNEF στο Λονδίνο, όπου πολιτικοί, στελέχη και επενδυτές «έδωσαν» το παρών για να συζητήσουν το μέλλον της ενέργειας.

Ηχηρή ήταν και η παρέμβαση του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της ΔΕΗ, Γιώργου Στάσση, στη βρετανική πρωτεύουσα για περισσότερες και ταχύτερες επενδύσεις στα ηλεκτρικά δίκτυα αλλά και για ένα δυναμικό ρυθμιστικό πλαίσιο με ενοποίηση των κεφαλαιαγορών ώστε να επιταχυνθεί η πράσινη ενεργειακή μετάβαση. «Κινούμαστε πιο γρήγορα προς το στόχο μας, αλλά πρέπει να επιταχύνουμε ακόμη περισσότερο. Είναι το κλειδί για τη συνολική ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης»,  ανέφερε χαρακτηριστικά.

Τον κώδωνα του κινδύνου «έκρουσε» και ο Jon Moore, CEO του BloombergNEF προκειμένου να μπει ο πλανήτης σε τροχιά επίτευξης των καθαρών μηδενικών δεσμεύσεων και να επιτευχθούν οι στόχοι της Συμφωνίας του Παρισιού. Για να επιτευχθεί αυτό, ο κόσμος πρέπει να μειώσει τις εκπομπές κατά 30% έως 40% αυτή τη δεκαετία. «Κάθε χρόνο που περνάει, αυτό γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Έχετε μόνο πέντε χρόνια για να κάμψετε αυτή την καμπύλη», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Υπάρχει, βέβαια, ένα «φως στο τούνελ», το οποίο οφείλεται (και πάλι) στον «συνήθη ύποπτο», στην Κίνα. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ιδίως η ηλιακή ενέργεια, έχουν ξεπεράσει πολλές προβλέψεις για την ανάπτυξή τους χάρη στην κατασκευαστική δύναμη της ηγέτιδας στον κλάδο, της Κίνας. Αυτό βοήθησε στη μείωση του κόστους ταχύτερα από ό,τι εκτιμούσαν πολλοί αναλυτές.

Όμως, ο εχθρός του καλού είναι το καλύτερο. Θα πρέπει να επιστρατευτούν κι άλλοι τρόποι και εργαλεία, όπως η δέσμευση του άνθρακα, το καθαρό υδρογόνο και η απαλλαγή των εμπορευματικών μεταφορών από τον άνθρακα, τα οποία εξακολουθούν—προς το παρόν—να υστερούν.

«Θα χρειαστεί σημαντική πολιτική βούληση για να αλλάξει αυτή η πορεία», πρόσθεσε ο Moore. «Υπάρχουν ακόμα πολλές επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων. Και πρέπει να μειωθούν σταδιακά αυτές οι επιδοτήσεις και να αυξηθούν τα κίνητρα για καθαρή ενέργεια για να ξεκινήσει η μετάβαση».

Μέσα σε όλη αυτήν την προσπάθεια, οι αποστολές αργού πετρελαίου της Ρωσίας δεν στέκονται «αρωγός». Ειδικότερα, αυξήθηκαν στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων τριών μηνών. Ο μέσος όρος των φορτίων τεσσάρων εβδομάδων αυξήθηκε κατά περίπου 60.000 βαρέλια την ημέρα την εβδομάδα έως τις 6 Οκτωβρίου, φθάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο από τις αρχές Ιουλίου. Η αύξηση ήρθε παρά την πτώση των αποστολών από τα λιμάνια της Βαλτικής και της Ασίας κατά τη διάρκεια μιας επταήμερης περιόδου. 

Η Ευρώπη καλείται να ανακτήσει το χαμένο έδαφος, λαμβάνοντας αποφάσεις, όπως για τις μορφές συνεργασίας με την Κίνα για υποδομές αποθήκευσης ενέργειας ή αν θα επενδύσει σε δική της αλυσίδα εφοδιασμού. Μπορεί η «μάχη» να μην είναι εύκολη, αλλά ένα είναι το σίγουρο. Η Ευρώπη πρέπει να συμμετάσχει στην παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση, καθώς θα «ευημερήσει» μέσα σε αυτήν.