Τα πλοία, τα λιμάνια και το μεγάλο στοίχημα για θαλάσσια αιολικά και κοιτάσματα

Τα πλοία, τα λιμάνια και το μεγάλο στοίχημα για θαλάσσια αιολικά και κοιτάσματα

Η υπεράκτια βιομηχανία αποτελεί παγκοσμίως έναν από τους πλέον ανερχόμενους κλάδους. Σε νούμερα η παγκόσμια αγορά θαλάσσιων αιολικών πάρκων ξεπέρασε πέρυσι τα 73 δισ. δολάρια και στις γεωτρήσεις για υδρογονάνθρακες τα 36 δισ. δολάρια, με τις τάσεις να είναι ανοδικές.

Στις δύο αυτές αγορές, οι πάντες «φουλάρουν» μηχανές, επενδύουν δισεκατομμύρια, το βλέπουμε και στη γειτονιά μας, όπου η Τουρκία κάνει σημαντικά βήματα σε αμφότερους τους τομείς, ωστόσο η Ελλάδα ακόμη απέχει, παρά τις μεγάλες ευκαιρίες.

Τόσο στους υδρογονάνθρακες, όπου η τελευταία ερευνητική γεώτρηση έχει να γίνει από το 2011, όσο και στα θαλάσσια αιολικά, όπου διαθέτουμε το καλύτερο αιολικό δυναμικό στη Μεσόγειο και το ενδιαφέρον από βιομηχανίες, ναυπηγεία, μεταλλουργίες και logistics είναι τεράστιο. 

Στο παιχνίδι τώρα μπαίνουν και οι ναυτιλιακές. Το θέμα της ναυπήγησης νέων πλοίων υποστήριξης αποκλειστικά για το αντικείμενο των offshore αιολικών και των ερευνών για υδρογονάνθρακες βρέθηκε στο επίκεντρο προ ημερών ημερίδας της Ένωσης Πλοιοκτητών στο πλαίσιο των Ποσειδωνίων. Τα μεγάλα ονόματα της ναυτιλίας που ναυπηγούν ήδη τέτοια ειδικευμένα πλοία για λογαριασμό πελατών τους σε άλλες γωνιές του πλανήτη βλέπουν τις ευκαιρίες που διανοίγονται τα επόμενα χρόνια και στην Ελλάδα.

Η νέα αυτή υπεράκτια βιομηχανία, των πολλών δισεκατομμυρίων, περιγράφεται μέσα από τα στοιχεία που παρουσίασε σήμερα σε εκδήλωση της DNV, του διεθνούς φήμης νορβηγικού νηογνώμονα, ο διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ), Αριστοφάνης Στεφάτος.

Μόνο για τα πρώτα πιλοτικά offshore αιολικά πάρκα, σταθερής έδρασης και συνολικής ισχύος 600 MW, στα ανοικτά της Αλεξανδρούπολης, υπολογίζεται ότι θα χρειαστούν 18-25 πλοία διαφορετικών τύπων. Από μεταφοράς προσωπικού (CTV) μέχρι πόντισης καλωδίων (CLV) και εγκατάστασης των βάσεων στο βυθό (FIV).

Ακόμη μεγαλύτερος αριθμός πλοίων θα απαιτηθεί για το πρόγραμμα εγκατάστασης των πλωτών αιολικών πάρκων, 85- 130 ανεμογεννητριών, συνολικής ισχύος 1.300 MW, που θα αναπτυχθούν σε διάφορες περιοχές της χώρας.

Τεράστιες οι ανάγκες και όταν θα ξεκινήσει το πρόγραμμα έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων όπου ανάλογα με τις περιοχές, θα απαιτηθεί, άγνωστος ακόμη αριθμός εξειδικευμένων πλοίων. Από σκάφη σεισμικών ερευνών (SV) και γεωτρύπανα (MODU) μέχρι τις μεγάλες πλωτές μονάδες παραγωγής, αποθήκευσης και εκφόρτωσης φυσικού αερίου, γνωστά ως FPSO (floating production, storage and offloading). 

Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει και ένας τρίτος τομέας για τον οποίο διεθνώς γίνεται πολύ μεγάλη συζήτηση, αλλά στην Ελλάδα ακόμη μικρή, η δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα από την ενεργοβόρο βιομηχανία.

Ένα ζήτημα υπαρξιακό για την ελληνική βιομηχανία, η οποία επενδύει εκατοντάδες εκατομμύρια σε τεχνολογίες δέσμευσης άνθρακα, CCS και καλείται να «πρασινίσει» για να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητα της τόσο εντός ΕΕ, όσο κυρίως απέναντι σε παίκτες τρίτων χωρών. Είναι μια αγορά που θα μπορούσε να φτάσει τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα, ακόμη και τα 6 δισ. ευρώ, αλλά με μια προϋπόθεση.

Τον ενεργό ρόλο της ναυτιλίας με την προμήθεια νέων εξειδικευμένων σκαφών μεταφοράς όλων αυτών των ποσοτήτων CO2 στα σημεία αποθήκευσης.  Εδώ, εκτιμάται ότι θα απαιτηθεί ένας πολύ μεγάλος αριθμός σκαφών και δεκάδες δρομολόγια το χρόνο για τη μεταφορά των παραγόμενων ποσοτήτων διοξειδίου του άνθρακα από τσιμεντοβιομηχανίες, μεταλλουργίες και διυλιστήρια προς τους επιλεγέντες χώρους.

Ποιοί είναι αυτοί; Στο Πρίνο, η δυνατότητα αποθήκευσης, εφόσον ολοκληρωθούν και οι δύο φάσεις της επένδυσης, φτάνει τους 3 εκατομμύρια τόνους CO2. Αυτό μεταφράζεται σε 73 δρομολόγια πλοίων το χρόνο, ικανά να μεταφέρουν όγκους, ίσους με 15.000 κυβικά μέτρα υγροποιημένου CO2.

Αλλά, επειδή, όπως σημείωσε ο κ. Στεφάτος, η χωρητικότητα αυτή δεν αρκεί και θα πρέπει να βρεθούν μεγαλύτεροι χώροι για την αποθήκευση των επιπλέον 3 εκατ. τόνων CO2 που παράγουν οι ελληνικές βιομηχανίες, η λύση θα μπορούσε να προέλθει από την Αίγυπτο, εφόσον η ΕΕ εγκρίνει την εξαγωγή διοξειδίου του άνθρακα σε τρίτες χώρες. 

Σε μια τέτοια περίπτωση, υπολογίζεται ότι θα απαιτηθούν προς την Αίγυπτο περίπου 45 δρομολόγια το χρόνο για τη μεταφορά 22.000 κυβικών μέτρων. Από εκεί και πέρα υπάρχουν και άλλοι δυνητικοί προορισμοί, όπως π.χ. η εγκατάσταση Northern Lights στη Νορβηγία, όπου υπολογίζεται ότι θα απαιτηθούν 14 ταξίδια ετησίως για τη μεταφορά 32.500 κυβικών μέτρων υγροποιημένου CO2.

Καθίσταται προφανές από όλα τα παραπάνω, όπως είπε ο κ. Στεφάτος, ότι «τα επόμενα χρόνια θα αναπτυχθεί μια μεγάλη ναυτιλιακή, βιομηχανική δραστηριότητα και υπεράκτια δραστηριότητα στον ελλαδικό χώρο, με απαιτήσεις για ναυπήγηση δεκάδων νέων πλοίων, κάθε τύπου», με τον διευθύνοντα σύμβουλο της ΕΔΕΥΕΠ να απευθύνει κάλεσμα στην ελληνική ναυτιλία να παίξει ενεργό ρόλο σε αυτή τη νέα αγορά.

Κομβικό ρόλο σε κάθε ένα από τους παραπάνω τομείς δραστηριότητας, από τα υπεράκτια αιολικά μέχρι τις έρευνες υδρογονανθράκων, καλούνται να παίξουν φυσικά και οι λιμενικές εγκαταστάσεις. Η ύπαρξη λιμανιών με επαρκή χώρο για τη συναρμολόγηση των ανεμογεννητριών, καθώς και για υποστηρικτικές δραστηριότητες στην έρευνα υδρογονανθράκων είναι καθοριστική, με τον κ. Στεφάτο να κάνει ειδική μνεία στον Οργανισμό Λιμένος Πατρών, ο πρώτος της χώρας που πληροί παρόμοιες προδιαγραφές.

Το σκέλος της ναυπήγησης νέων πλοίων έρχεται να προσθέσει ένα καθοριστικό κρίκο στην εφοδιαστική αλυσίδα της υπεράκτιας οικονομικής δραστηριότητας, που θα δούμε να αναπτύσσεται τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα, με εμπλοκή πλειάδας κλάδων, από λιμάνια και ναυπηγεία, μέχρι μεταλλουργίες και βιομηχανίες παραγωγής καλωδίων.