Tι απαντά η Επιτροπή Ανταγωνισμού σε δημοσίευμα του Liberal

Tι απαντά η Επιτροπή Ανταγωνισμού σε δημοσίευμα του Liberal

Τη δική της απάντηση δίνει η Επιτροπή Ανταγωνισμού στο ρεπορτάζ που δημοσιεύθηκε στο Liberal στις 5 Οκτωβρίου με τίτλο «Σοβαρά Ερωτήματα για την Επιτροπή Ανταγωνισμού».

Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού κ. Ιωάννης Λιανός έστειλε αναλυτική απάντηση στο δημοσίευμα του Liberal. Την απάντηση στο ρεπορτάζ της 5ης Οκτωβρίου τη λάβαμε την πέμπτη ημέρα από τη δημοσίευσή του, δηλαδή στις 9 Οκτωβρίου.

Ακολουθεί η απάντηση του κ. Λιανού:

«Αξιότιμε κύριε Διευθυντή Σύνταξης του Liberal,

Σας γράφω σε συνέχεια της δημοσίευσης στην ιστοσελίδα της εφημερίδας σας την Πέμπτη 5.10.2023 τα μεσάνυχτα (12η βραδυνή) του άρθρου του κου Νικόλα Ταμπακόπουλου με τον τίτλο «Σοβαρά Ερωτήματα για την Επιτροπή Ανταγωνισμού» Βλ. Σοβαρά ερωτήματα για την Επιτροπή Ανταγωνισμού | Liberal.gr .

Σχετικά με το άρθρο αυτό λεκτέα είναι τα εξής:

Ο συντάκτης του άρθρου απέστειλε τις ερωτήσεις του στην Επιτροπή Ανταγωνισμού την Τρίτη 3 Οκτωβρίου 2023 στις 12.45 μμ και δημοσίευσε το άρθρο σε λιγότερο από 48 ώρες χωρίς να αναμένεται η απάντηση της ΕΑ γεγονός που δημιουργεί ερωτηματικά.

Το δημοσίευμα δεν προβαίνει σε αντικειμενική ανάλυση των αποφάσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού που αναφέρει, ενώ χρησιμοποιεί εκφράσεις και χαρακτηρισμούς («κυνήγι μαγισσών») τα οποία δείχνουν μία προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων, αρνητικών για το έργο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, κάτι το οποίο επίσης δε συνάδει με την ανάγκη αντικειμενικής ενημέρωσης των αναγνωστών σας.

Ο συντάκτης του δημοσιεύματος δεν λαμβάνει υπόψη ότι οι Αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι συλλογικές, και εν προκειμένω η συντριπτική πλειοψηφία της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού κατέληξε ότι υπήρξε παράβαση του δικαίου ανταγωνισμού από την ΟΠΑΠ ΑΕ (πλειοψηφία 6 έναντι 1). Αξίζει να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη πλειοψηφία αποτελείται από διεθνώς αναγνωρισμένους ειδικούς του δικαίου και οικονομικών του ανταγωνισμού, με εκατοντάδες δημοσιεύσεις σε έγκριτα περιοδικά διεθνώς, οι οποίοι/ες έχουν εκπονήσει διδακτορικές διατριβές και έρευνες στο συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο, έχουν χιλιάδες βιβλιο-αναφορές στο έργο τους και έχουν πολλά έτη εμπειρίας στην εφαρμογή του δικαίου ανταγωνισμού στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Αντί να δοθεί η πρέπουσα προσοχή στις απόψεις της Ολομέλειας, όπως αυτές εκφράστηκαν στην Απόφαση 787/2022 της ΕΑ, ο συντάκτης, ο οποίος φαίνεται να μην έχει κάποια εξειδίκευση στο επιστημονικό αντικείμενο (αναφέρεται στο βιογραφικό του μεταπτυχιακές σπουδές στο δίκαιο της ενέργειας) προβαίνει σε λανθασμένες και αστήρικτες κρίσεις οι οποίες δεν στηρίζονται σε κάποια αντικειμενική ανάλυση των στοιχείων, απλώς και μόνο για τη δημιουργία εντυπώσεων.

Περαιτέρω, το άρθρο με στοχοποιεί (υπέρμετρα) προσωπικά μια και αναφέρεται μόνο το όνομά μου και όχι η Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού η οποία εξάλλου προχώρησε στην έκδοση της Απόφασης και προσπαθεί να δημιουργήσει την εντύπωση ότι δημιουργώ προσκόμματα σε επενδύσεις στην Ελλάδα. Δεν είναι η πρώτη φορά δυστυχώς που η εφημερίδα σας με στοχοποιεί και προωθεί απόψεις οι οποίες φαίνεται να μην υποστηρίζουν την ανάγκη ανταγωνιστικών αγορών– θα αναφέρω εδώ το άρθρο του κ. Θανάση Μαυρίδη σχετικά με την έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τις υψηλές χρεώσεις των υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα Kramer vs Kramer ή τα μυαλά στα κάγκελα! | Liberal.gr στο οποίο απάντησα εδώ Τι απαντά ο πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού στο άρθρο του Θ. Μαυρίδη | Liberal.gr .

Ο συντάκτης του άρθρου προβαίνει σε σημαντικά λάθη και παρερμηνείες, τα οποία δείχνουν έλλειψη ενημέρωσης για τη διαδικασία της Επιτροπής Ανταγωνισμού και γενικά έλλειψη γνώσης για το δίκαιο ανταγωνισμού, αλλά και ελλιπή εξέταση του κειμένου της Απόφασης 787/2022 της Επιτροπής. Ορισμένα από τα λάθη αυτά θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί με μία απλή ανάγνωση της Απόφασης, η οποία είναι αναρτημένη στο διαδίκτυο στην ιστοσελίδα της Επιτροπής Ανταγωνισμού (βλ. Απόφαση 787/2022 (epant.gr)) και δημοσιεύθηκε και στο ΦΕΚ. Μεταξύ άλλων, σημειώνουμε τα εξής:

(i) Η Απόφαση 787/2022 της ΕΑ αποτελεί την κατάληξη μίας πολυετούς έρευνας της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού. Η ΓΔΑ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρχαν σημαντικές ενδείξεις παραβατικής συμπεριφοράς από την ΟΠΑΠ ΑΕ σχετικά με τις διατάξεις του δικαίου ανταγωνισμού, και σε συνέχεια αυτού του πορίσματος η υπόθεση κληρώθηκε, όπως προβλέπεται από το ν. 3959/2011, σε εισηγητή, ο οποίος προχώρησε στην ενδελεχή εξέταση της υπόθεσης, και ο οποίος εν τέλει κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πράγματι ορισμένες πρακτικές της ΟΠΑΠ ΑΕ στις συγκεκριμένες αγορές ήταν παραβατικές. Η Ολομέλεια της ΕΑ, κατόπιν εκτεταμένης ακροαματικής διαδικασίας 10 ημερών κατά τη διάρκεια 3 μηνών, και ύστερα από την εξέταση μαρτύρων τόσο προτεινόμενων από τα μέρη (όπως η ΟΠΑΠ ΑΕ) όσο και κληθέντων από την Ολομέλεια, και έχοντας εξετάσει προσεκτικά τα τρία υπομνήματα που κατέθεσε το κάθε μέρος (όπως η ΟΠΑΠ ΑΕ) πριν την ακροαματική όσο και ύστερα από αυτήν, κατέληξε, με πλειοψηφία 6 έναντι 1 στη συγκεκριμένη απόφαση, η αιτιολογία της οποίας απαριθμεί πλέον των 400 σελίδων.

(ii) Σημειώνεται ότι προβαίνοντας σε αντικειμενική ανάλυση του αποδεικτικού υλικού, η Ολομέλεια της ΕΑ απέρριψε τους περισσότερους ισχυρισμούς των καταγγελλόντων (οι οποίοι ζητούσαν να χαρακτηριστούν ως παραβατικοί του δικαίου ανταγωνισμού σειρά ρητρών στις Συμφωνίες Πρακτόρευσης της ΟΠΑΠ ΑΕ) και εν τέλει κατέληξε στον χαρακτηρισμό ως παραβατικών μόνο ενός περιορισμένου αριθμού αυτών των ρητρών.

(iii) Το θέμα της αδειοδότησης του ΣΕΠΠΠ αναλύεται διεξοδικώς στις Ενότητες IV.3. και VIII.2.4.5 της Απόφασης. Σύμφωνα με την Απόφαση (α) η δραστηριοποίηση του ΣΕΠΠΠ στη συγκεκριμένη αγορά εδώ και έτη, χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε απαγόρευση λειτουργίας του από την Πολιτεία (συμπεριλαμβανομένης και της Τράπεζας της Ελλάδος), αρκεί για την εξέταση της καταγγελίας του και των ισχυρισμών του από την ΕΑ, (β) ο ΣΕΠΠΠ είναι τουλάχιστον δυνητικός ανταγωνιστής των εταιρειών της ΟΠΑΠ ΑΕ στις συγκεκριμένες αναφερόμενες δευτερεύουσες αγορές και (γ) δεν απαιτείται για την εξέταση μίας καταγγελίας στην Επιτροπή Ανταγωνισμού να στοιχειοθετήσει ο καταγγέλλων έννομο συμφέρον με την έννοια της δραστηριοποίησης του ως ανταγωνιστή στην συγκεκριμένη αγορά/ές.

(iv) Αντιθέτως με όσα εσφαλμένα υποστηρίζονται στο άρθρο του κου Ταμπακόπουλου, και όπως διεξοδικώς αναλύεται στην Ενότητα VIII.2.3.2. της Απόφασης, αποτελεί πάγια νομολογία τόσο ενωσιακή όσο και εθνική, ότι για την εφαρμογή των διατάξεων σχετικών με την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης αρκεί η εμπλεκόμενη επιχείρηση να κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά στην οποία προσφέρει τη δεσμεύουσα υπηρεσία (στην περίπτωση αυτή την αγορά επίγειων παιγνίων) και δεν απαιτείται δεσπόζουσα θέση στην αγορά του δεσμευόμενου προϊόντος/υπηρεσίας (εδώ τις δευτερεύουσες υπηρεσίες παροχής υπηρεσιών εξόφλησης λογαριασμών μέσω φυσικού δικτύου και πώλησης/διάθεσης προϊόντων τρίτων και συγκεκριμένα προπληρωμένων καρτών κινητής και σταθερής τηλεφωνίας και δεδομένων διαδικτύου μέσω φυσικού δικτύου). Συνεπώς, κάθε φορά που γίνεται αναφορά στην Απόφαση 787/2022 για δεσπόζουσα ή «υπερδεσπόζουσα» θέση αυτή αφορά την αγορά επίγειων παιγνίων, στην οποία η ΟΠΑΠ ΑΕ κατέχει νομοθετικά κατοχυρωμένο μονοπώλιο καθώς και τα δικαιώματα για κάθε κυκλοφορία νέου παιγνίου στο μέλλον, με τη δομή των εν λόγω σχετικών αγορών να παραμείνει μονοπωλιακή τουλάχιστον μέχρι το 2030. Με την απαγόρευση δεσμευμένων πωλήσεων και αντίστοιχων πρακτικών η ενωσιακή και εθνική νομολογία έχει ως σκοπό την προστασία της ανταγωνιστικής δομής των αγορών των δεσμευόμενων προϊόντων/υπηρεσιών από πρακτικές μόχλευσης της δεσπόζουσας θέσης που κατέχει η επιχείρηση στην αγορά του δεσμεύοντος προϊόντος. Όπως αναφέρει το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) σε πρόσφατη Απόφασή του 1410/2022, που δημοσιεύθηκε ύστερα από την Απόφαση 787/2022, η «δεσμοποίηση» λειτουργεί «ως εργαλείο μόχλευσης και ιμάντας μεταφοράς της ισχύος αυτής από την μία σχετική αγορά στην άλλη», και «οικοδομεί πολυεπίπεδα εμπόδια εισόδου, καθ’ ο μέρος οι ανταγωνιστές που δεν είναι σε θέση να προσφέρουν αντίστοιχη δέσμη καλούνται να αντισταθμίσουν την επενέργεια του σωρευτικού απομυζητικού αποτελέσματος όχι μόνο στις σχετικές αγορές όπου η επιχείρηση κατέχει δεσπόζουσα θέση, αλλά στο σύνολο των προϊόντων της δέσμης» (ΣτΕ 1410/2022, παρ. 10). Το ΣτΕ δε συμπληρώνει ότι «για την στοιχειοθέτηση του καταχρηστικού χαρακτήρα της συμπεριφοράς της δεσπόζουσας επιχείρησης αρκεί, κατ’ εύλογη εκτίμηση κινδύνου, λαμβάνοντας υπ’ όψη τα δομικά χαρακτηριστικά και την οικονομική λειτουργία της επίμαχης πρακτικής, μέσα στο οικονομικό της πλαίσιο (λαμβάνοντας δηλαδή υπ’ όψη την δομή και την δυναμική της αγοράς) η πρακτική να είναι πρόσφορη να αναπτύξει αντιανταγωνιστική επενέργεια σε επίπεδο δέσμης· δεν προσαπαιτείται απόδειξη ή σφοδρή πιθανολόγηση συγκεκριμένου αντιανταγωνιστικού αποτελέσματος είτε στην σχετική αγορά όπου εμφανίζεται δεσπόζουσα θέση, είτε εν γένει σε κάθε μια από τις κατ’ ιδίαν σχετικές αγορές αυτοτελώς». Κατά συνέπεια, το ερώτημά σας «πώς γίνεται να έχει υπερδεσπόζουσα θέση μία εταιρεία που έχει μηδενικά μερίδια αγοράς» παντελώς αγνοεί ότι η δεσπόζουσα θέση, στην περίπτωση αυτή αλλά και σε κάθε άλλη περίπτωση δεσμευμένης πώλησης, αφορά την αγορά του δεσμεύοντος προϊόντος, εν προκειμένω την αγορά επίγειων παιγνίων, όπου ο ΟΠΑΠ κατέχει μερίδιο 100%.

(v) Περαιτέρω, όπως αναλύεται διεξοδικά στις Ενότητες VIII.2.2.5. και VIII.2.2.6. της Απόφασης σκοπός του δικαίου ανταγωνισμού είναι να προστατεύσει τόσο τον ανταγωνισμό από επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται ήδη στην αγορά όσο και δυνητικούς ανταγωνιστές (επιχειρήσεις που θα μπορούσαν να δραστηριοποιηθούν στις δεσμευόμενες δευτερεύουσες αγορές ενισχύοντας τον ανταγωνισμό και την καινοτομία), και οι οποίες έχουν να αντιμετωπίσουν περαιτέρω φραγμούς εισόδου λόγω των πρακτικών δεσμοποίησης της δεσπόζουσας επιχείρησης.

(vi) Για τους ίδιους λόγους, οι οποίοι αναλύονται διεξοδικώς στην Ενότητα XI.2. της Απόφασης, και ακολουθώντας τόσο την ενωσιακή νομολογία, όσο και την πρακτική άλλων εθνικών αρχών ανταγωνισμού, η ΕΑ, ιδιαίτερα με σκοπό να εξασφαλισθεί ένα αρκούντως αποτρεπτικό πρόστιμο, αναλόγως των περιστάσεων της κάθε υπόθεσης, υπολόγισε αυτό με βάσει τον κύκλο εργασιών της επιχείρησης τόσο στις δεσμεύουσες όσο και στις δεσμευόμενες αγορές. Όπως αναφέρεται στις Κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑ για τον υπολογισμό των προστίμων (2022), «το πρόστιμο πρέπει αφενός να επιβάλλεται ως κύρωση για ορισμένη παράβαση και αφετέρου να συντελεί στην αποτροπή των επιχειρήσεων από την επανάληψη παρόμοιων αντι-ανταγωνιστικών συμπεριφορών στο μέλλον. Συνεπώς, το ύψος του προστίμου πρέπει να έχει το αναγκαίο αποτρεπτικό αποτέλεσμα, όχι μόνο έναντι των αποδεκτών της απόφασης που εκδίδει η ΕΑ αλλά και έναντι κάθε άλλης επιχείρησης, η οποία θα είχε την πρόθεση να υιοθετήσει ή να συνεχίσει παρόμοια συμπεριφορά». Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του προστίμου, σύμφωνα με τις Κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑ, τα ετήσια ακαθάριστα έσοδα προϊόντων και υπηρεσιών στις αγορές με τις οποίες σχετίζεται η παράβαση, άμεσα ή έμμεσα. Εν προκειμένω, η δεσπόζουσα θέση στη δεσμεύουσα αγορά (επίγεια παίγνια) αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της πρακτικής δεσμευμένων πωλήσεων και μόχλευσης (χωρίς αυτή δεν θα ήταν δυνατή η μόχλευση και συνεπώς οι επιπτώσεις στο πραγματικό και δυνητικό ανταγωνισμό στις δευτερεύουσες αγορές), και συνεπώς σχετίζεται τόσο άμεσα όσο και έμμεσα με την συγκεκριμένη παράβαση.

(vii) Για τον υπολογισμό μεριδίων αγοράς η Επιτροπή Ανταγωνισμού έλαβε υπόψη της τα στοιχεία που κατέθεσε η ΟΠΑΠ και τις απαντήσεις των υπόλοιπων παρόχων.

(viii) Η ΕΑ έλαβε υπόψη τις απόψεις της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) οι οποίες εξάλλου κατατέθηκαν από τα μέρη στο πλαίσιο της διαδικασίας.

(ix) Όπως αναφέρθηκε στο σημείο (v) σκοπός του δικαίου ανταγωνισμού είναι να προστατεύσει την ανταγωνιστική δομή της αγοράς, δηλαδή όχι μόνο τον ανταγωνισμό από πραγματικούς ανταγωνιστές αλλά και από δυνητικούς ανταγωνιστές. Σε κάθε περίπτωση, εν προκειμένω, υπήρξε εκφρασμένη βούληση δραστηριοποίησης στις σχετικές αγορές από τρίτες επιχειρήσεις. Δεν μπορούν να δοθούν περισσότερες λεπτομέρειες λόγω της προστασίας απορρήτου.

(x) Συμπερασματικά, η μεθοδολογία που ακολούθησε η ΕΑ στην απόφαση 787/2022 είναι απολύτως συμβατή με το ενωσιακό δίκαιο αλλά και την πρακτική άλλων αρχών ανταγωνισμού χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(xi) Αντίθετα με αυτά που αναφέρονται στο άρθρο, στη διαδικασία ενώπιον της ΕΑ συμμετείχε και εκπρόσωπος της Επιτροπής Ελέγχου Παιγνίων και της Τριμελούς Επιτροπής Ελέγχου της ΟΠΑΠ ΑΕ, η οποία τοποθετήθηκε ενώ εξετάστηκαν τόσο από την ΕΑ όσο και από τα μέρη εκπρόσωποι της Επιτροπής Ελέγχου Παιγνίων. Συνεπώς, λήφθηκαν υπόψη οι απόψεις τους και εξετάστηκαν με προσοχή (βλ. ιδιαιτέρως Ενότητα V.4. της Απόφασης). Υπενθυμίζεται ότι η Επιτροπή παιγνίων δεν έχει καμία αρμοδιότητα στην εφαρμογή των κανόνων του δικαίου ανταγωνισμού, κάτι που είναι ξεκάθαρο στο άρθρο 14, παρ. 1 ν. 3959/2011. Σε κάθε περίπτωση η ΕΑ με σεβασμό στην αρμοδιότητα της Επιτροπής Ελέγχου Παιγνίων στη οργάνωση του ελέγχου του μονοπωλίου της ΟΠΑΠ στην αγορά επίγειων παιγνίων, από σκοπιάς προστασίας άλλων πτυχών του δημοσίου συμφέροντος και όχι για θέματα ανταγωνισμού, δεν προέβη στον καθορισμό ενός νέου πλαισίου για την ρύθμιση της αγοράς που να συνάδει με τους ενωσιακούς κανόνες ανταγωνισμού, αλλά απλώς προέβη στην επιβεβαίωση των γενικών αρχών ανταγωνισμού οι οποίοι, κατά την κρατούσα νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), επιβάλλονται όχι μόνο σε επιχειρήσεις αλλά και σε κρατικούς φορείς (βλ. τον οδηγό που προσφάτως δημοσίευσε η Επιτροπή Ανταγωνισμού Οδηγός Προώθησης & Ενίσχυσης του Ανταγωνισμού κατά τον Σχεδιασμό Δημόσιων Πολιτικών (epant.gr) .

Η εφαρμογή των ενωσιακών και εθνικών κανόνων του ανταγωνισμού έναντι καταχρήσεων δεσπόζουσα θέσης αποτελεί πρωταρχικό καθήκον της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Πράγματι, τα τελευταία 4 έτη, η ΕΑ δραστηριοποιήθηκε ίσως περισσότερο από προηγούμενες περιόδους στην συστηματική εφαρμογή των διατάξεων του ενωσιακού και εθνικού δικαίου που αφορούν δεσπόζουσες επιχειρήσεις. Σημειώνεται ότι από το 2011 έχουν εκδοθεί 20 αποφάσεις της ΕΑ σχετικές με κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης (δεν συμπεριλαμβάνονται δύο αποφάσεις ασφαλιστικών μέτρων), εκ των οποίων οι 9 (ποσοστό 45%) έχουν εκδοθεί κατά τη διάρκεια της θητείας μου, τα τελευταία 4 έτη, (ακολουθώντας μία περίοδο σημαντικής πτώσης των υποθέσεων κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης από την ΕΑ το 2015-2018). Από τις 9 Αποφάσεις της ΕΑ, σε δύο από αυτές η ΕΑ κατέληξε ότι δεν είχε στοιχειοθετηθεί παράβαση του δικαίου ανταγωνισμού, ενώ όπως σημείωσα και παραπάνω σε αρκετές και από τις άλλες καταδικαστικές για τις επιχειρήσεις αποφάσεις η ΕΑ δεν δέχτηκε όλους τους ισχυρισμούς των καταγγελλόντων ή του/της Εισηγητή/ιας. Συνεπώς, δεν ευσταθεί η εντύπωση που προσπαθείτε να δημιουργήσετε με το άρθρο σας ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού προχωράει σε «κυνήγι μαγισσών». Η συστηματική εφαρμογή όλων των διατάξεων του δικαίου ανταγωνισμού, και η ενίσχυση των επιτοπίων ελέγχων και προστίμων έχει ως σκοπό την αποτροπή αντι-ανταγωνιστικών πρακτικών που βλάπτουν τους καταναλωτές και την οικονομία.

Σε κάθε περίπτωση, αναφέρουμε τη δυνατότητα προσφυγής έναντι της Απόφασης της ΕΑ στη διοικητική δικαιοσύνη, η οποία είναι η μόνη αρμόδια να εξετάσει τους ισχυρισμούς των μερών και να εκφέρει εμπεριστατωμένη άποψη.

Γενικά, φαίνεται από το άρθρο σας, ότι θεωρείτε ότι η προστασία του ανταγωνισμού και η προστασία των επενδυτών αντίκεινται. Δεν συμφωνούμε με αυτή τη θεώρηση μια και πιστεύουμε ότι η προσέλκυση σοβαρών επενδυτών επιτυγχάνεται μέσω της δημιουργίας μίας υγιούς και ανταγωνιστικής αγοράς. Όπως αναφέρεται και στην πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ Going for Growth 2023 (Economic Policy Reforms 2023 : Going for Growth | OECD iLibrary (oecd-ilibrary.org) ), η Ελλάδα θα πρέπει να ενισχύσει, μεταξύ άλλων μέτρων που προτείνονται, και τον ανταγωνισμό ώστε να προσελκύσει ποιοτικές επενδύσεις οι οποίες δημιουργούν θέσεις εργασίας και προστιθέμενη αξία. Σε παρόμοια συμπεράσματα για την ανάγκη ενίσχυσης του ανταγωνισμού για την ενίσχυση των επενδύσεων κατέληξε και η Επιτροπή Πισσαρίδη στο Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία το 2020 (government.gov.gr/wp-content/uploads/2020/11/growth_plan_2020-11-23_1021.pdf βλ. ειδικά σελ. 57-58 και Ενότητα 5.2.), η οποία μάλιστα πρότεινε στην Πολιτεία και μέτρα ενίσχυσης της Επιτροπής Ανταγωνισμού και επέκτασης των αρμοδιοτήτων της, για τα οποία δυστυχώς μέχρι στιγμής έχει υπάρξει ελάχιστη πρόοδος. Στο πλαίσιο αυτό, η δράση της Επιτροπής Ανταγωνισμού τα τελευταία τέσσερα έτη, παρά την υποστελέχωση που αντιμετωπίζει, έχει εστιάσει στο άνοιγμα κλειστών αγορών και στην προώθηση του ανταγωνισμού ιδιαίτερα σε νέους τομείς όπου υπάρχουν περιθώρια δυναμικής αποτελεσματικότητας/καινοτομίας και ανάπτυξης επιχειρήσεων με υψηλή προστιθέμενη αξία για την οικονομία, ειδικά με τον περιορισμό στρεβλώσεων ανταγωνισμού που μπορεί να προέρχονται από προσπάθειες επέκτασης της ισχύος αγοράς από πρώην κρατικά μονοπώλια ή/και επιχειρήσεις στις οποίες έχουν χορηγηθεί αποκλειστικά δικαιώματα, το πεδίο των οποίων θα πρέπει να ερμηνεύεται περιοριστικά, λόγω της Συνταγματικής Αρχής του ελεύθερου Ανταγωνισμού (άρ. 5, παρ. 1 και 106 του Συντάγματος). Για παράδειγμα, η ΕΑ έχει ιδιαιτέρως δραστηριοποιηθεί στον τομέα των υπηρεσιών πληρωμών με σκοπό την ενίσχυση του ανταγωνισμού και της καινοτομίας, με πληθώρα δράσεων, όπως η δημοσίευση κλαδικής έρευνας το 2022 για το Fintech (Δελτίο Τύπου - Η Τελική Έκθεση της κλαδικής έρευνας Fintech (epant.gr) και η προσπάθεια ενίσχυσης του ανταγωνισμού και προστασίας του ανοίγματος των αγορών, με υποθέσεις εφαρμογής, όπως για παράδειγμα η Απόφαση 787/2022. Σε αυτές τις δράσεις της, η ΕΑ ακολουθεί όχι μόνο τις επιταγές του ενωσιακού δικαίου αλλά και του Συντάγματος, το οποίο, όπως αναφέρει σε πρόσφατη Απόφασή του το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ 1410/2021), προστατεύει την οικονομική ελευθερία ως ελευθερία συμμετοχής και πρόσβασης στις αγορές, ενώ δε το Σύνταγμα δεν κατοχυρώνει «σύστημα ελεύθερης (δηλαδή αρρύθμιστης) [οικονομίας], αλλά σύστημα κοινωνικής οικονομίας της αγοράς» (ΣτΕ 1410/2021, παρ. 7].

Καταλήγοντας θα ήθελα να σημειώσω τις προσπάθειες που έχει κάνει η ΕΑ τα τελευταία τέσσερα έτη για την προώθηση της δημόσιας συζήτησης για θέματα ανταγωνισμού, μέσω της δημοσίευσης Οδηγών (Οδηγοί (epant.gr) ), Ενημερωτικών Δελτίων (Ενημερωτικά Δελτία (epant.gr), Επιστημονικών Ερευνών (Ερευνητικές Δημοσιεύσεις (epant.gr)), τη διενέργεια δημόσιων διαβουλεύσεων και επιστημονικών εκδηλώσεων (βλ. Media (epant.gr) και τη δημιουργία ειδικού τμήματος ψηφιακής επικοινωνίας. Στην προσπάθεια αυτή η συνεισφορά των δημοσιογράφων και γενικά των ΜΜΕ είναι απαραίτητη, μέσω της αντικειμενικής και εμπεριστατωμένης κάλυψης των δράσεων της ΕΑ, αλλά και ενδεχομένως αντικειμενικής κριτικής σε αυτή. Δυστυχώς, το συγκεκριμένο άρθρο δεν συνεισφέρει σε αυτή την προσπάθεια και μάλλον προσπαθεί να υποτιμήσει το έργο που έχει γίνει τα τελευταία έτη από την Επιτροπή Ανταγωνισμού παραπληροφορώντας το κοινό σχετικά με τα ζητήματα που θίχτηκαν στη συγκεκριμένη υπόθεση. Σε κάθε περίπτωση, η ΕΑ στο πλαίσιο της προσπάθειάς της αντικειμενικής ενημέρωσης των πολιτών, θα τοποθετείται συστηματικά και δημόσια σε οποιαδήποτε προσπάθεια μη αντικειμενικής ενημέρωσης του κοινού για θέματα ανταγωνισμού.

Παρακαλώ να δημοσιευθεί αυτούσια η παραπάνω απάντησή και να σχετιστεί στην ιστοσελίδα σας με το συγκεκριμένο άρθρο, ώστε ο αναγνώστης του άρθρου να έχει πρόσβαση και στην απάντηση.

Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας και βρίσκομαι στη διάθεσή σας για περαιτέρω ενημέρωση.

Ι. Λιανός

Πρόεδρος Επιτροπής Ανταγωνισμού»