Επιτροπή Γκόλνταμερ για δασικές πυρκαγιές: Ανεπάρκειες και έλλειψη συντονισμού

Επιτροπή Γκόλνταμερ για δασικές πυρκαγιές: Ανεπάρκειες και έλλειψη συντονισμού

Για ανεπάρκειες και έλλειψη συντονισμού σε πολλαπλά επίπεδα του ευρύτερου κρατικού μηχανισμού κάνει λόγο η επιτροπή υπό τον καθηγητή Γιόχαν Γκόλνταμερ που συστάθηκε με εντολή του Αλ. Τσίπρα μετά την τραγωδία με 100 νεκρούς στο Μάτι. Όπως επισημαίνεται σχετικά στην πρόληψη δασικών φωτιών συμμετέχουν 45 συναρμόδιοι φορείς χωρίς όμως να υπάρχει κεντρικός συντονισμός. Η Δασική Υπηρεσία που είναι τυπικά επιφορτισμένη με τον συντονιστικό ρόλο αδυνατεί να εκτελέσει πλήρως τα καθήκοντά της λόγω νομικού κενού.

Στην έκθεσή της η Επιτροπή επισημαίνει ότι η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας είναι υπεύθυνη για την κινητοποίηση και το συντονισμό των εμπλεκόμενων δημόσιων υπηρεσιών, όπως του Πυροσβεστικού Σώματος, της Ελληνικής Αστυνομίας, των Ένοπλων Δυνάμεων, των εθελοντών, των περιφερειακών και τοπικών αρχών, κ.α.. 

Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ευρώπης που δεν έχει ολοκληρώσει το εθνικό της κτηματολόγιο και δεν έχει δασολόγιο (χάρτες δημοσίων και ιδιωτικών δασών και δασικών εκτάσεων). Η έλλειψη εθνικού κτηματολογίου και δασολογίου καθιστά εύκολη και δυνατή την καταπάτηση και οικειοποίηση καμένων δημοσίων δασικών εκτάσεων για αλλαγή της χρήσης τους, γεγονός που δίνει ένα ισχυρό κίνητρο στους επίδοξους εμπρηστές. Αυτό συμβαίνει κυρίως σε περιοχές μεγάλης οικιστικής πίεσης και τουριστικής ανάπτυξης όπου τα δάση καίγονται για να οικοπεδοποιηθούν. Επίσης, σε αγροτικές περιοχές η χρήση φωτιάς είναι μέσο εκχέρσωσης δασών και μετατροπής δασικών εκτάσεων σε γεωργικές καλλιέργειες.

Σημαντική διαπίστωση της επιτροπής είναι και το γεγονός ότι δεν υφίστανται βασικά εργαλεία σχεδιασμού όπως σύγχρονα αντιπυρικά σχέδια για την αντιμετώπιση πυρκαγιών σε δασικές περιοχές αυξημένης πυροεπικινδυνότητας τα οποία να προβλέπουν και την άριστη κατανομή των δασοπυροσβεστικών δυνάμεων στο δάσος κατά την αντιπυρική περίοδο. Δεν έχουν ενσωματωθεί στην επιχειρησιακή πρακτική εργαλεία όπως η τυποποίηση και ο χαρακτηρισμός της δασικής καύσιμης ύλης για χρήση με θερμοδυναμικά μοντέλα προσομοίωσης της συμπεριφοράς επίγειων και επικόρυφων πυρκαγιών και οι χάρτες χωρικής κατανομής της δασικής καύσιμης ύλης σύμφωνα με την παραπάνω τυποποίηση. Τα εργαλεία αυτά αποτελούν βασικά στοιχεία της εργαλειοθήκης του αντιπυρικού σχεδιασμού και της διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών σε όλες τις προηγμένες επιστημονικά και τεχνολογικά χώρες στην Ευρώπη και τον κόσμο (Αμερική, Καναδάς, Αυστραλία, Ισπανία, Πορτογαλία κ.λπ.).

Μάλιστα τονίζεται ότι δεν υπάρχουν σχέδια εκκένωσης του πληθυσμού που κινδυνεύει κατά τη διάρκεια πυρκαγιών με σχεδιασμό δρόμων διαφυγής, χώρων συγκέντρωσης, χώρων πρώτων βοηθειών κ.λπ. ούτε έχει ενταχθεί η συγκεκριμένη διαδικασία στον επιχειρησιακό σχεδιασμό της διαχείρισης των πυρκαγιών παρά τα τραγικά αποτελέσματα των πυρκαγιών τις τελευταίες δεκαετίες. Η ιδιαιτερότητα της έκδοσης οδηγιών και εγκυκλίων (π.χ. για την οργανωμένη απομάκρυνση πολιτών) χωρίς να υπάρχει μηχανισμός ελέγχου και πιστοποίησης της εφαρμογής και υλοποίησής τους είναι βασική ιδιαιτερότητα του ελληνικού προβλήματος.

Σε άλλο σημείο της έκθεσης τονίζεται ότι δεν υφίσταται ένα τυπικό και επιστημονικά τεκμηριωμένο εθνικό σύστημα εκτίμησης του κινδύνου εκδήλωσης πυρκαγιών δασών και υπαίθρου που να βασίζεται στις επικρατούσες συνθήκες πυρικού περιβάλλοντος (μετεωρολογία, υγρασία δασικής καύσιμης ύλης, ανθρωπογενείς δραστηριότητες). Η συγκεκριμένη προσέγγιση είναι τυπική σε πολλές χώρες προηγμένες επιστημονικά και τεχνολογικά σε θέματα πυρκαγιών. Η προσαρμογή και υιοθέτηση ενός τέτοιου συστήματος σε επίπεδο νομού θα μπορούσε να συνεισφέρει στην ευαισθητοποίηση, στην αυξημένη επαγρύπνηση του πληθυσμού και στην ετοιμότητα των δασοπυροσβεστικών δυνάμεων. Ο χάρτης που εκδίδει η ΓΓΠΠ έχει τέτοια χαρακτηριστικά αλλά δεν έχει την τεκμηρίωση και την εξωστρέφεια που υπάρχει σε αντίστοιχα προϊόντα και υπηρεσίες σε άλλες χώρες (π.χ. η Γαλλία χρησιμοποιεί τον δείκτη FWI για τη χαρτογράφηση, η Ιταλία τον δείκτη

Τέλος, η έκθεση υπογραμμίζει ότι στην καταστολή των πυρκαγιών δασών και υπαίθρου στην Ελλάδα εμπλέκονται λιγότερο ή περισσότερο πολλοί φορείς και δημόσιες υπηρεσίες (Πυροσβεστικό Σώμα, Δασική Υπηρεσία, Τοπική Αυτοδιοίκηση, Αεροπορία, Στρατός, Αστυνομία, Εθελοντικές Οργανώσεις κλπ.) με αποτέλεσμα να δημιουργούνται προβλήματα οργάνωσης, συντονισμού, ιεραρχίας, αρμοδιότητας και συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων.

Θεσμικά η πρόληψη των δασικών πυρκαγιών είναι αποκλειστική ευθύνη της δασικής υπηρεσίας, ενώ η καταστολή τους ανήκει από το 1998 και εντεύθεν στο Πυροσβεστικό Σώμα. Αυτό δημιουργεί προβλήματα ενιαίου αντιπυρικού σχεδιασμού (πρόληψη – καταστολή) και συνεργασίας μεταξύ Δασικής Υπηρεσίας και Πυροσβεστικού Σώματος κατά την καταστολή επειδή η γνώση του δασικού οδικού δικτύου και των συνθηκών βλάστησης είναι περιορισμένη έως ανύπαρκτη για τις ενεργούσες πυροσβεστικές δυνάμεις. Επιπρόσθετα, η διασπορά των επίγειων πυροσβεστικών δυνάμεων και μέσων ανάμεσα στο πυροσβεστικό σώμα και την τοπική αυτοδιοίκηση δημιουργούν σύγχυση, ασυνεννοησία και διαπληκτισμούς κατά τη διάρκεια της καταστολής των δασικών πυρκαγιών. Η έλλειψη ιδιαίτερης τεχνικής εκπαίδευσης των πυροσβεστών σε όλη την ιεραρχία όσον αφορά θέματα καταστολής πυρκαγιών δασών και υπαίθρου επιδεινώνει το πρόβλημα.

Ολόκληρη η έκθεση είναι διαθέσιμη εδώ.