Κουκουλοφόροι και Πνύκα δεν πάνε μαζί

Κουκουλοφόροι και Πνύκα δεν πάνε μαζί

Της Αγγελικής Κώττη

Αντιδρούν κάτοικοι της περιοχής Μακρυγιάννη και πέριξ, ζητώντας να μείνουν ανοιχτοί επί 24ώρου βάσεως όλοι οι λόφοι της περιοχής, οι οποίοι, ωστόσο, έχουν αρχαιότητες, επομένως χρειάζονται φύλαξη. Τις προηγούμενες ημέρες νυχτοφύλακας αρχαιοτήτων στην περιοχή δέχτηκε, μάλιστα, επίθεση από δύο κουκουλοφόρους που τον απείλησαν και έσπασαν το φυλάκιο της Πνύκας, στο οποίο πρόλαβε ευτυχώς να κλειδωθεί, με βαριοπούλες. Περιστατικό που δείχνει πόσο μεγάλη είναι η ανομία που κυριαρχεί στην περιοχή και πόσο αναγκαία είναι η ενίσχυση της φύλαξης.

Γιατί όμως πρέπει η Πνύκα τουλάχιστον, να αντιμετωπίζεται ως μνημείο; Επειδή πρόκειται για ένα κορυφαίο τοπόσημο της αθηναϊκής δημοκρατίας. Μέχρι τις αρχές του προηγούμενου αιώνα υπήρχαν πολλές θεωρίες περί της χρήσης κατά την αρχαιότητα της μεγάλης ημικυκλικής έκτασης στους δυτικούς λόφους της Αθήνας. Μόνο μετά από ανασκαφές, ταυτίστηκε με την Πνύκα, δηλαδή την θέση όπου συνεκαλείτο η Εκκλησία του Δήμου, δηλαδή η Συνέλευση των Αθηναίων. Εκεί έλαβαν τον λόγο ο Θεμιστοκλής, ο Περικλής, ο Δημοσθένης ανάμεσα σε άλλους κατά την αρχαιότητα αλλά και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης κατά τον 19ο αιώνα, απευθυνόμενος σε μαθητές.

Πρώτες ανασκαφές

Tο 1910, έπειτα από αίτημα του καθηγητού του πανεπιστημίου του Mονάχου Drerup, η Aρχαιολογική Eταιρεία διενήργησε δοκιμαστική ανασκαφή στην Πνύκα υπό την διεύθυνση του Γραμματέως της Xρήστου Tσούντα σε συνεργασία αρχικά με τον Έφορο Aρχαιοτήτων και εταίρο της Kωνσταντίνο Pωμαίο, και έπειτα με τον Σύμβουλό της Kωνσταντίνο Kουρουνιώτη. Στόχος της ανασκαφής ήταν η χρονολόγηση του μεγάλου ημικυκλικού αναλήμματος, και επομένως και της τελευταίας περιόδου της Πνύκας. Tο ανάλημμα αυτό είχε αποκαλυφθεί το 1862 από τον Ernst Curtius βορείως του βήματος. Kατά την ανασκαφή στην εσωτερική πλευρά του μεγάλου αναλήμματος αποκαλύφθηκε άλλο, μικρότερο, ημικυκλικό επίσης, αρχαιότερο του μεγάλου.

H ανασκαφή συνεχίσθηκε και το επόμενο έτος (1911) υπό την διεύθυνση του Kουρουνιώτη με τη συνεργασία του Συμβούλου της Eταιρείας Δημητρίου Aντωνιάδη. Τον ίδιο χρόνο, ανασκάφηκε χώρος BA του μεγάλου αναλήμματος και αποκαλύφθηκαν οικήματα ελληνιστικών χρόνων και δεξαμενή, όλα λαξευμένα στον βράχο. Tο 1916 έγινε πάλι ανασκαφή από τον Kουρουνιώτη με σκοπό να χρονολογηθεί ακριβώς το μεγάλο ανάλημμα και να βεβαιωθεί η ταύτιση του χώρου με την Πνύκα, ταύτιση η οποία είχε κλονισθεί από την προηγούμενη ανασκαφή. Xρονολογήθηκε το μεγάλο ανάλημμα βάσει των ευρημάτων (θραυσμάτων αγγείων, πηλίνων ειδωλίων κά.) στον 4ο αι. π.X., και αποκαλύφθηκε εκ νέου η κλίμακα την οποία είχε βρει ο Curtius, και η οποία προχωρούσε κάτω από τα θεμέλια του μεγάλου αναλήμματος (από τον  ιστότοπο της Αρχαιλογικής Εταιρείας).

Oι ανασκαφές της Eταιρείας επιβεβαίωσαν την ταύτιση του χώρου με την αρχαία Πνύκα, όπου συνεδρίαζε η εκκλησία του δήμου, ταύτιση η οποία βασιζόταν κυρίως στις μαρτυρίες από την αρχαία γραμματεία αλλά και σε όρο της Πνύκας των μέσων του 5ου αι. π.X., τον οποίον είχε βρει ο Kυριακός Πιττάκης το 1839 νοτίως του βήματος (Όρος ή Ηορος, σήμαινε κατά την αρχαιότητα το όριο).

Τα λείψανα που βρέθηκαν στη μεγάλη θεατροειδή έκταση έδειξαν ότι η Πνύκα είχε τρεις οικοδομικές περιόδους. Στην πρώτη περίοδο, η φυσική πλαγιά του λόφου χρησιμοποιήθηκε ως κοίλο του θεάτρου. Η επιφάνεια ομαλοποιήθηκε με τη λατόμευση σκληρού ασβεστόλιθου, ενώ στη βόρεια πλευρά κατασκευάσθηκε ένας ευθύς αναλημματικός τοίχος. Στη δεύτερη περίοδο, η διευθέτηση του χώρου του ακροατηρίου ήταν πολύ διαφορετική. Ενας ψηλός ημικυκλικός αναλημματικός τοίχος κτίσθηκε στα βόρεια και ο προσανατολισμός ήταν αντίθετος σε σχέση με την προηγούμενη φάση. Η προσέγγιση γινόταν από δύο κλίμακες πλάτους 3.90μ.

Η Πνύκα της τρίτης περιόδου είχε το ίδιο σχέδιο, σε μεγαλύτερη κλίμακα. Ο μεγάλος αναλημματικός τοίχος κατασκευάσθηκε από μεγάλους κιβόλιθους που λατομήθηκαν στο χώρο, ενώ στα νότια διαμορφώθηκε το νέο βήμα.

Μνημεία του χώρου

Τα σημαντικότερα μνημεία και αρχιτεκτονικά σύνολα της Πνύκας είναι σύμφωνα με το υπουργείο Πολιτισμού:

- Οι δύο μεγάλες στοές που πλαισιώνουν την νότια πλευρά του ευρύχωρου επιπέδου πάνω από το βήμα. Οι στοές δεν μνημονεύονται στις αρχαίες πηγές και είναι βέβαιο ότι ουδέποτε τελείωσαν. Προορίζονταν να προστατεύουν τους ανθρώπους σε άσχημες καιρικές συνθήκες. Το διατείχισμα στην ίδια περιοχή, περιέτρεχε κατά τα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. το πίσω μέρος των ατέλειωτων στοών.

- Το μεγάλο ορθογώνιο λάξευμα πάνω από το βήμα, για τον βωμό του Διός Αγοραίου ανήκει επίσης στην τρίτη περίοδο, όπως οι στοές (330-326 π.Χ.). Στην εποχή του Αυγούστου ο βωμός μετακινήθηκε στην Αγορά και τοποθετήθηκε, μπροστά από το Μητρώο.

- Το μεγάλο λάξευμα (19Χ13 μ.) μεταξύ των δύο στοών, ανήκει επίσης στην τρίτη περίοδο. Σύμφωνα με τους ανασκαφείς, αποτελεί την θεμελίωση του προπύλου για ολόκληρο το αρχιτεκτονικό συγκρότημα, ο προγραμματισμός του οποίου αποδίδεται στον Λυκούργο. Τα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν, εμπόδισαν την αποπεράτωση του προγράμματος.

- Το ιερό του Διός Υψίστου. Έγινε γνωστό το 1803 από ενεπίγραφα πλακίδια που βρέθηκαν στις ανασκαφές του λόρδου Aberdeen΄s κοντά στο βήμα της Πνύκας. Εχει διατηρηθεί το δάπεδο του παλαιού ιερού, οι κλίμακες και ένας αριθμός κογχών στον κάθετα λαξευμένο βράχο. Η μεγάλη ορθογώνια κόγχη, όπου ήταν τοποθετημένο το λατρευτικό άγαλμα του θεού, ανήκει προφανώς στην ρωμαϊκή περίοδο.

Οι αρχαίες μαρτυρίες ανάγουν τις απαρχές της λειτουργίας του χώρου στα τέλη του 6ου ή στις αρχές του 5ου αι. π.Χ., οπότε μετά την πτώση της τυραννίδος (511/10 π.Χ.) και τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένους (508/7 π.Χ.) πρωτοχρησιμοποιήθηκε για περιοδικές συναντήσεις και σύντομα κατέστη ο βασικός τόπος συνάθροισης των Αθηναίων, όπου στο εξής θα συνεδρίαζε η Εκκλησία του Δήμου σε τακτά χρονικά διαστήματα.

Στη σύγχρονη ιστορία, ο Κολοκοτρώνης μίλησε το 1838 στην Πνύκα σε μαθητές του βασιλικού Γυμνασίου. Ο λόγος του αναφερόταν στην επανάσταση, τη θρησκεία και το ένδοξο παρελθόν των Ελλήνων.