Να μεταβληθεί η στάση των κρατών απέναντι στις πολιτικές μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα

Να μεταβληθεί η στάση των κρατών απέναντι στις πολιτικές μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα

Μόλις το 9% των καπνιστών παγκοσμίως αξιοποιούν σήμερα προϊόντα καπνού μειωμένου κινδύνου. Από μια δεξαμενή περίπου 1,1 δισεκατομμυρίων ανθρώπων που καπνίζουν σε καθημερινή βάση σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), μόλις 98 εκατομμύρια άνθρωποι χρησιμοποιούν προϊόντα πρόσληψης νικοτίνης με εναλλακτικά μέσα π.χ. ηλεκτρονικό τσιγάρο, προϊόντα θέρμανσης καπνού, μασώμενο καπνό (snus) κ.ά. 

Τα μεγέθη αυτά ανακοινώθηκαν στο διεθνές συνέδριο που πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά πριν λίγες ημέρες με τίτλο «Burning Issues: The Global State of Tobacco Harm Reduction 2020 (Φλέγοντα θέματα: Η παγκόσμια κατάσταση της πολιτικής μείωσης καπνού 2020)» (https://events.gsthr.org/, 4 Οκτ. 2020).

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο συνέδριο, τα 2/3 των χρηστών εναλλακτικών μέσων πρόσληψης νικοτίνης, δηλαδή περίπου 68 εκατ. άνθρωποι στον πλανήτη, κάνουν χρήση ηλεκτρονικού τσιγάρου (e-cigarette). Πρόκειται για χρήστες που βρίσκονται κυρίως σε ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, Ην. Βασίλειο, Γαλλία, Ιαπωνία, Γερμανία και Μεξικό. Το 1/5 των χρηστών εναλλακτικών μέσων καπνίσματος, δηλαδή περίπου 20 εκατ. άτομα κάνουν χρήση προϊόντων θέρμανσης καπνού (heated tobacco products ή HTP) τα οποία είναι ιδιαίτερα διαδεδομένα στην Ιαπωνία. Ακόμη εκτιμάται ότι στις ΗΠΑ υπάρχουν περίπου 10 εκατ. χρήστες μη καπνιζόμενων προϊόντων νικοτίνης, όπως είναι τα αυτοκόλλητα και τα χάπια νικοτίνης, ο μασώμενος καπνός (snus) κ.λπ.

Σύμφωνα με τους ομιλητές του συνεδρίου, οι περισσότερες μελέτες δείχνουν ότι τα εναλλακτικά μέσα πρόσληψης νικοτίνης, προσφέρουν μεγαλύτερη προστασία της ανθρώπινης υγείας από τα παραδοσιακά καιόμενα προϊόντα καπνού, όπως είναι τα τσιγάρα, τα ROY προϊόντα (στριφτά), ο καπνός της πίπας κ.λπ. Οι ομιλητές σημείωσαν εμφατικά ότι δεν είναι η νικοτίνη που σκοτώνει τον άνθρωπο -παρόλο που η συγκεκριμένη ουσία είναι υπεύθυνη για τον εθισμό του στο κάπνισμα- αλλά τα παραπροϊόντα της καύσης του καπνού (πίσσα). Όπως αναφέρθηκε κατά την καύση του καπνού εκλύονται περίπου 6.000 τοξικές ουσίες από τις οποίες περίπου 100 έχουν χαρακτηριστεί ως επιβλαβείς ή δυνητικά επιβλαβείς για τον οργανισμό. 

Τα εναλλακτικά προϊόντα, είτε είναι ηλεκτρονικά τσιγάρα, είτε  προϊόντα θέρμανσης καπνού, μπορούν να προστατεύσουν τον άνθρωπο από αυτή την έκλυση τοξικών ουσιών. Παράλληλα ικανοποιούν την ανάγκη του ατόμου για νικοτίνη. Επιτρέπουν δηλαδή την πρόσληψη νικοτίνης μειώνοντας την έκθεση του οργανισμού στα επιβλαβή προϊόντα που δημιουργεί η καύση του καπνού.

Μιλώντας στο συνέδριο ο ψυχίατρος και καθηγητής νευροψυχοφαρμακολογίας του Imperial College, David Nutt, αφού υπογράμμισε ότι οι καπνιστές καπνίζουν γιατί επιζητούν την νικοτίνη, αναφέρθηκε στην μελέτη «Assessing Comparative Harms (Αξιολόγηση Συγκριτικών Βλαβών)» που έκανε μαζί με τον συνάδελφό του Larry Philips, ομότιμο Καθηγητή Επιχειρησιακής Έρευνας του LSE. Πρόκειται για μια μελέτη που ακολουθεί μια διαδικασία τεσσάρων σταδίων, η οποία επιχειρεί να κατηγοριοποιήσει και να αξιολογήσει τις βλάβες στην υγεία τόσο του χρήστη, όσο και των άλλων. 

Η μελέτη εξέτασε 14 διαφορετικούς κινδύνους και κάθε κίνδυνος αξιολογήθηκε. Στον πίνακα που παρουσίασε, τα τσιγάρα αξιολογήθηκαν ως το προϊόν με τον μέγιστο κίνδυνο (100% στην κλίμακα), τόσο για τον χρήστη όσο και για την κοινωνία. Ακολουθούν όλα τα προϊόντα καπνού, ενώ τα ηλεκτρονικά τσιγάρα έχουν κίνδυνο που κυμαίνεται κάτω από 5% στην κλίμακα. 

Στη συνέχεια ο καθηγητής David Nutt παρουσίασε δύο μελέτες, μια από τη Ν. Αφρική για τα προϊόντα νικοτίνης και μια από την Αυστραλία (2019) για τα τσιγάρα και το ηλεκτρονικό τσιγάρο («άτμισμα»). Στην Αυστραλιανή μελέτη και πάλι το «άτμισμα» βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο της κλίμακας, αναφορικά με τους κινδύνους. Τέλος, παρουσίασε μελέτη από κρατικό οργανισμό δημόσιας υγείας της Αγγλίας (Public Ηealth England), σύμφωνα με την οποία η στροφή των καπνιστών στο «άτμισμα», μπορεί να μειώσει κατά 6 εκατομμύρια τους πρόωρους θανάτους από κάπνισμα κάθε χρόνο.

Η πολιτική μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα

Μια πολιτική ώθησης των καπνιστών σε λιγότερο επιβλαβείς μορφές λήψης νικοτίνης, μπορεί να μετριάσει τα παραπάνω αποτελέσματα. Πρόκειται ουσιαστικά για μια Πολιτικής Μείωσης της Βλάβης (Tobacco Ηarm Reduction) από το κάπνισμα η οποία εκτιμάται ότι θα έχει σημαντικά αποτελέσματα στην δημόσια υγεία. Σημειώνεται ότι μια πολιτική μείωσης της βλάβης δεν συνδέεται αμφινομοσήμαντα με το κάπνισμα. Ανάλογες πολιτικές μπορούν να ασκηθούν σε μια σειρά άλλων εξαρτήσεων, όπως είναι π.χ. το αλκοόλ, ή πρόληψης ασθενειών π.χ. HIV και των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων ασθενειών με τη χρήση προφυλακτικού κ.ά. 

Το πιο σύνηθες παράδειγμα πολιτικής μείωσης της βλάβης, αφορά τις πολιτικές ενθάρρυνσης της χρήσης των ζωνών ασφαλείας στο αυτοκίνητο. Η χρήση της ζώνης δεν εξασφαλίσει 100% τη ζωή του επιβάτη του αυτοκινήτου από ένα ατύχημα, αλλά σίγουρα θα τον προστατεύει από το μεγαλύτερο αριθμό των πιθανών ατυχημάτων που θα υπάρξει κατά την επιβίβασή του σε ένα όχημα.

Για τον έλεγχο του καπνίσματος η ιδέα της Πολιτικής Μείωσης της Βλάβης προτείνει, δίπλα στους βασικούς Άξονες  της Διακοπής και της Πρόληψης, να υπάρχει μέριμνα και για εκείνους τους καπνιστές που δεν μπορούν να διακόψουν. Σε αυτή την περίπτωση προτείνεται η στροφή τους σε εναλλακτικά προϊόντα καπνίσματος, όπως τα ηλεκτρονικά τσιγάρα και τα προϊόντα θέρμανσης του καπνού, τα οποία  μετά από ενδελεχή αξιολόγηση των επιστημονικών δεδομένων τους από τις Ρυθμιστικές Αρχές, θα κρίνονται για το αν μειώνουν σημαντικά τη βλάβη στον οργανισμό. Αυτή η πολιτική αναμένεται μακροπρόθεσμα να έχει οφέλη συνολικά στη δημόσια υγεία. 

Τι γίνεται στην πράξη, τι γίνεται στην Ελλάδα

Παγκοσμίως υπάρχει μια συντηρητική αντιμετώπιση από τους φορείς δημόσιας υγείας σχετικά με το θέμα της μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα. Τελευταία εμφανίζονται εξαιρέσεις από φορείς όπως ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) στις ΗΠΑ, ή ο φορέας Δημόσιας Υγείας στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Νέα Ζηλανδία που έχουν κάνει σημαντικά βήματα στο να αναγνωριστεί αυτή η ανάγκη και να γίνουν τα εναλλακτικά καπνικά προϊόντα περισσότερο προσβάσιμα στους καπνιστές με στόχο να εγκαταλείψουν το τσιγάρο. 

Επίσης στην χώρα μας ελήφθησαν πρόσφατα σημαντικά μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση. Ενώ αρχικά, συλλήβδην τα προϊόντα νικοτίνης χαρακτηρίστηκαν ως επιβλαβή για ανθρώπινη υγεία χωρίς καμία διαβάθμιση του κινδύνου τους, τώρα η κατάσταση αυτή αλλάζει. Η αρχή έγινε το 2019 όταν η κυβέρνηση παρουσίασε το Εθνικό Σχέδιο για τη Διαχείριση του Καπνίσματος, μέσα στο οποίο υπήρχε ένας τέταρτος πυλώνας -μετά την πρόληψη, τον περιορισμό του παθητικού καπνίσματος με την εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου και τη διακοπή- ο οποίος προέβλεπε την πολιτική της Μείωσης της Βλάβης και την αξιολόγηση των νέων καπνικών προϊόντων. 

Πρόσφατα μάλιστα (Ιούλιος 2020) ο νόμος 4715/2020 θεσμοθέτησε την πολιτική μείωσης της βλάβης, καθιερώθηκε αυστηρή διαδικασία βάσει της οποίας ειδική επιτροπή θα αξιολογεί τα επιστημονικά δεδομένα των εναλλακτικών προϊόντων και θα αποφασίζει για το εάν το συγκεκριμένο προϊόν μπορεί να συνοδεύεται από μηνύματα επικοινωνίας για μειωμένη βλάβη.

Και ένα παράδοξο

Μιλώντας στο συνέδριο «Burning Issues: The Global State of Tobacco Harm Reduction 2020» ο ομότιμος καθηγητής δημόσιας υγείας του Imperial College, Gerry Stimson είπε οι πολιτικές μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα έχουν σημασία για τέσσερις λόγους:

-πρώτον, οι καπνιστές έχουν κάθε δικαίωμα να προστατεύσουν την υγεία τους, 

-δεύτερον, η διακοπή του καπνίσματος με αυτό τον τρόπο μπορεί να επιτευχθεί χωρίς να μετακυλύεται το βάρος στις κυβερνήσεις, κάτι εξαιρετικά σπάνιο στον χώρο της δημόσιας υγείας, 

-τρίτον, δεν οδηγεί σε καταστροφή, αλλά σε μετασχηματισμό τις καπνοβιομηχανίες, οι οποίες μπορούν να στραφούν στην παραγωγή των νέων αυτών, μη καιόμενων προϊόντων και τέλος, τίθενται τα θεμέλια για μια καλύτερη και πιο υγιεινή διαβίωση των ατόμων μέσα στις κοινωνίες.

Ιδιαίτερη σημασία έχει ο δεύτερος, αλλά και ο τρίτος παράγοντας, αφού οι ασκούμενες πολιτικές μειωμένης βλάβης, δεν επιβαρύνουν δημοσιονιομικά τις κυβερνήσεις, ενώ η ίδια η βιομηχανία, σε μια προσπάθεια επιβίωσης, αυτό-μετασχηματίζεται δημιουργώντας λιγότερο επιβλαβή προϊόντα για την ανθρώπινη υγεία. Σαν συνέπεια θα έπρεπε τέτοιους είδους πολιτικές να επικροτούνται από κάθε πλευρά.