2024. Αισιόδοξοι για την Ελλάδα, ανήσυχοι για την Ευρώπη

Αυτές οι τελευταίες ημέρες του 2023 ήταν πράγματι διαφορετικές, σε σχέση με παλαιότερα. Περισσότερο χαρούμενες, περισσότερο αισιόδοξες, περισσότερο γιορτινές. Λιγότερο τοξικές, λιγότερο συγκρουσιακές, λιγότερο εχθρικές. Σε μια χρονιά που επιτέλους είναι φυσιολογική και κανονική, που κλείνει με υψηλότερα εισοδήματα, με μεγαλύτερη απασχόληση και με μια αδιαμφισβήτητη θετική προοπτική.

Η Ελλάδα αφήνει πίσω της για τα καλά μια άχρηστη δωδεκαετία παλαβομάρας, ιδεοληψίας, τοξικότητας και εχθροπάθειας. Μια αχρείαστη χρονική περίοδο τα αποτυπώματα της οποίας, τα απαρνούνται σήμερα ακόμα και οι ίδιοι οι δημιουργοί τους. Μια περίοδο που ίσως η ιστορία την ονομάσει δωδεκαετία των τεράτων, διότι κατά τη διάρκεια της κυριάρχησαν ακραίες θέσεις και επικίνδυνες τακτικές ταυτίσεις ανάμεσα στα δύο άκρα του πολιτικού τόξου.

Διότι αυτό ήταν το κύριο και βασικό χαρακτηριστικό. Το αντιευρωπαϊκό μένος της ακροδεξιάς και του αριστερού λαϊκίστικου μορφώματος του Σύριζα. Το μίσος κατά της μετριοπάθειας, της λογικής και της κανονικότητας. Και η λατρεία του χάους, των συγκρούσεων και των κινημάτων. Και να που σήμερα αυτά τα χαρακτηριστικά εξατμίστηκαν ως δια μαγείας. Η κατάρρευση του μύθου του Σύριζα και η γελοιοποίηση του ακροδεξιού χώρου, συντελέστηκαν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Δυσανάλογα μικρό, σε σχέση με το εκτόπισμα που φαινόταν πως είχαν.

Πολιτική πλέον παράγεται μόνο από την κυβέρνηση που ξετυλίγει τη θετική της ατζέντα. Θα θέλαμε η ατζέντα αυτή να είναι περισσότερο διευρυμένη; Ναι. Θα θέλαμε να κινείται με μεγαλύτερη ταχύτητα; Ναι. Θα θέλαμε να είναι περισσότερο οικονομικά φιλελεύθερη; Ασφαλώς και ναι. Θα θέλαμε να είναι εντελώς αποκομμένη από κρατικίστικες αντιλήψεις; Ναι. Ωστόσο, το κυβερνητικό κόμμα είναι αυτό που παράγει θετικές πολιτικές στρατηγικές και αφήνει πίσω της έργο.

Η Ελλάδα πατάει σε ένα στέρεο πολιτικό και οικονομικό βατήρα. Εμφανίζει πολιτική σταθερότητα και επιτυγχάνει οικονομική ανάπτυξη, διεκδικώντας με αξιώσεις να ξαναβρεθεί εκεί που βρισκόταν πριν από 15 έτη. Δηλαδή στον πυρήνα της ευρωπαϊκής ανάπτυξης. Έτσι μέσα σε ένα όχι και τόσο ευοίωνο μακροοικονομικό περιβάλλον παρουσιάζει δείκτες ανάπτυξης πρωτοφανείς για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. Η κανονικότητα επιτρέπει στην Ελλάδα να αναπνέει, να δοκιμάζει και να αισιοδοξεί. Να προσελκύει επενδύσεις, να δημιουργεί θέσεις απασχόλησης, να αυξάνει τα εισοδήματα και να προβαίνει σε κάποιες εμβληματικές μεταρρυθμίσεις που δεν αλλάζουν ουσιαστικά μόνο σελίδα, αλλά ολόκληρο κεφάλαιο.

Η διάχυτη αλλαγή του κοινωνικού και οικονομικού κλίματος δεν οφείλεται μόνο στο έργο της κυβέρνησης. Οφείλεται και στο γεγονός της πλήρους ρευστοποίησης της αντιπολίτευσης. Έχουμε τη διάλυση του Σύριζα και την παντελή απουσία πολιτικού λόγου τόσο από την πλευρά της νέας του ηγεσίας, όσο και από την πλευρά των αποχωρησάντων. Έχουμε τον εγκλωβισμό της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ στη χρονοκάψουλα του καλοκαιριού του 2022 με τις παρακολουθήσεις. Έχουμε τα κόμματα – παρωδίες του θρησκόληπτου, ρωσόφιλου και ακροδεξιού χώρου. Κι ένα κομμουνιστικό κόμμα που πουλάει ακόμα ιδεολογικά προϊόντα των οποίων η ημερομηνία λήξης γράφει «1990». Δηλαδή, με δυο λόγια, δεν έχουμε αντιπολίτευση.

Όμως ενώ στη χώρα μας οι συνθήκες είναι θετικές, η οικονομική και κοινωνική κατάσταση στην Ευρώπη δεν είναι η καλύτερη. Παρατηρείται μια οικονομική υστέρηση με επίκεντρο τη βιομηχανική καρδιά της, που είναι η Γερμανία. Παρατηρείται μια απουσία συνοχής και σύμπνοιας σε μια σειρά από κρίσιμα σημεία. Το πολιτικό κλίμα είναι τεταμένο. Η εκλεπτυσμένη ακροδεξιά αρχίζει να αποτελεί μια ελκυστική επιλογή για τους ψηφοφόρους, εκμεταλλευόμενη αποτυχημένες πολιτικές δεκαετιών. Η ενεργειακή ανεξαρτησία δεν έχει επιτευχθεί και η αναζήτηση ενός ενιαίου ενεργειακού μοντέλου προς το παρόν δεν αποφέρει καρπούς.

Την ίδια στιγμή τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης απασχολούν οι εξελίξεις στις ΗΠΑ σε δυο τομείς. Ο πρώτος αφορά τα κίνητρα που προσφέρει ο Λευκός Οίκος σε όσες μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις επιθυμούν να μεταναστεύσουν ή να αναπτυχθούν σε αμερικανικό έδαφος. Και ο δεύτερος αφορά την πορεία προς τις προεδρικές εκλογές του 2024. Ήδη διακρίνεται μια υπαναχώρηση των ΗΠΑ σχετικά με την ουσιαστική στήριξη τους Ουκρανίας, που αναμένεται να οδηγήσει σε πλήρη διακοπή της στήριξης εάν και εφόσον κερδίσει στις εκλογές το Ντόναλντ Τραμπ. Κάτι που θα μεταβάλει άρδην την εικόνα και τους συσχετισμούς του ευρωπαϊκού πεδίου.

Αισιόδοξοι λοιπόν για την Ελλάδα, με μια κυβέρνηση που «παίζει μπάλα μόνη της», αρκεί να σταματήσει να «βάζει αυτογκόλ». Αλλά ανήσυχοι για την Ευρώπη, όπου η απουσία συνοχής και κοινής γραμμής σε βασικά θέματα, εγκυμονεί κινδύνους.