Έγινε το ΠΑΣΟΚ κόμμα του αντισυστημισμού;

Είναι τουλάχιστον περίεργο, ο αρχηγός ενός κόμματος με μακρά ιστορία στην εγχώρια πολιτική σκηνή και ενός κόμματος που έχει βρεθεί αρκετές φορές στην κυβερνητική εξουσία να δηλώνει πως δεν εμπιστεύεται ούτε τους πολιτικούς, ούτε το πολιτικό σύστημα. Ειδικά όταν αυτή η δήλωση γίνεται κατά τη διάρκεια του debate, που είχε σαν σκοπό την προβολή των θέσεων των κομμάτων.  

Και δεν είναι μόνο περίεργο, αλλά βαθιά προβληματικό. Διότι αφ’ ενός ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν είναι ένα νέο, αγνό και άβγαλτο πολιτικό πρόσωπο, αλλά ένα κομματικό και πολιτικό πρόσωπο με διαδρομή από το 2008 σαν μέλος της κεντρικής επιτροπής του ΠΑΣΟΚ, σαν γραμματέας του ΠΑΣΟΚ από το 2013 και σαν ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ από το 2014.

Η έλλειψη εμπιστοσύνης του Νίκου Ανδρουλάκη προς το πολιτικό σύστημα, περιλαμβάνει άραγε και τη δική του υπερδεκαετή πολιτική διαδρομή; Ή μήπως διαγράφει με μια μονοκονδυλιά το παρελθόν του, κάτι που είχε επιχειρήσει να κάνει και για το κόμμα του, όταν το είχε χαρακτηρίσει σαν κόμμα του «αντισυστημικού ρεαλισμού».

Ωστόσο, αυτός ο όψιμος αντισυστημισμός της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, είναι φανερό πως δεν μπορεί «κάνει γκελ» στο μέρος του εκλογικού σώματος που στηρίζει το συγκεκριμένο κόμμα στις κάλπες. Ποτέ στην ιστορία του το ΠΑΣΟΚ δεν δήλωνε αντισυστημικό και ποτέ δεν είχε αμφισβητήσει το πολιτικό σύστημα. Και ειδικά σήμερα που το ΠΑΣΟΚ «παίζει τα ρέστα του» προσπαθώντας στην τελευταία στροφή να επιταχύνει και να επιτύχει κάποιο ισχυρό διψήφιο ποσοστό, η καταδίκη του συστήματος, περισσότερο απομακρύνει, παρά προσελκύει ψήφους. Για δεκαετίες το ΠΑΣΟΚ ήταν ταυτισμένο με τον κρατισμό, και τα μέλη του, τα στελέχη του και οι ψηφοφόροι του είχαν βαπτισθεί μέσα σε αυτήν την κολυμπήθρα. Του κομματικού κρατισμού, του ρουσφετιού και του ασφυκτικού ελέγχου της πραγματικής οικονομίας.

Προς τι λοιπόν το αντισυστημικό ξέσπασμα; Οι αγανακτισμένοι αντισυστημικοί πρώην ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ, έχουν μεταναστεύσει προ καιρού προς το κόμμα του Σύριζα. Και φυσικά δεν δελεάζονται από τον όψιμο αντισυστημισμό του Νίκου Ανδρουλάκη, αφού τώρα βιώνουν τον αυθεντικό γνήσιο αντισυστημισμό. Και όταν ζεις μέσα στο αυθεντικό, γιατί να επιστρέψεις πίσω σε κάποιο αντίγραφο;

Σε ποιους ψηφοφόρους απευθύνεται άραγε, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ σήμερα, υψώνοντας την παντιέρα του αντισυστημισμού; Αποκλείσαμε τους παλαιούς Πασόκους. Ποιοι απομένουν; Οι ψηφοφόροι του λεγόμενου πολιτικού Κέντρου που στις εκλογές του 2019 είχαν ψηφίσει το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας και τον Κυριάκο Μητσοτάκη για πρωθυπουργό και οι νέοι ψηφοφόροι που θα προσέλθουν στις κάλπες για πρώτη φορά στη ζωή τους.

Οι πολίτες του λεγόμενου πολιτικού κέντρου είναι σίγουρο πως δεν θα επιλέξουν να αντικαταστήσουν την ψήφο τους προς την σταθερότητα, την ανάπτυξη και τα απτά αποτελέσματα, με μια ψήφο που θα φέρει τον τίτλο του αντισυστημισμού. Ποιος μετριοπαθής πολίτης θα θελήσει να φλερτάρει έστω και ελάχιστο με τον συγκρουσιακό αντισυστημισμό; Αλλά και οι νέοι ψηφοφόροι που ρέπουν προς την εκδήλωση αντίδρασης απέναντι στο σύστημα δεν πρόκειται να ψηφίσουν ΠΑΣΟΚ, αλλά θα προτιμήσουν να ενισχύσουν μια σειρά από μικρότερα κόμματα που πιθανόν να συγκεντρώσουν το σύνολο της αρνητικής διάθεσης και της αμφισβήτησης των πάντων. 

Από την άλλη, ο αντισυστημικός Νίκος Ανδρουλάκης θέλει να συγκυβερνήσει με τους δικούς του όρους και με τις δικές του επιλογές. Επιθυμεί προγραμματικές συγκλίσεις και συνεργασίες, με αυτούς που σύμφωνα με τις δηλώσεις του δεν εμπιστεύεται. Με αυτόν τον τρόπο, δεν παρουσιάζει μια ουσιαστική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης και είναι αμφίβολο το αν θα καταφέρει να επιτύχει τον εκλογικό του στόχο περί ισχυρού διψήφιου ποσοστού.

Η αλήθεια είναι ότι το θέμα των παρακολουθήσεων έχει προκαλέσει μια δυσαρέσκεια στους σκεπτόμενους ψηφοφόρους. Ωστόσο η δυσαρέσκεια αυτή εξανεμίζεται, αφού οι παρακολουθήσεις αποτελούν το μοναδικό προεκλογικό όπλο του Νίκου Ανδρουλάκη, μαζί με τον φραστικό αντισυστημισμό του. Επομένως το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη, είναι πιθανόν να αποτύχει παταγωδώς στην προσέλκυση παλαιών και νέων ψηφοφόρων, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει να καταλήξει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, όπως έλεγε και ο ιδρυτής του.