Το ΠΑΣΟΚ του παρελθόντος μας

Επιτέλους αύριο θα δούμε, από τη φιλόξενη κρατική τηλεόραση, όσοι δεν έχουμε τίποτε καλύτερο να κάνουμε, μια συζήτηση μεταξύ υποψηφίων για την αρχηγία ενός κόμματος.

Όχι μεγάλου, ούτε μικρού. Ενός μικρομεσαίου κόμματος, με ένδοξο αλλά δύσμορφο παρελθόν.

Μέχρι στιγμής, κυρίως επειδή συγκρίνουμε με τους πανηγυρτζήδες του Σύριζα, ο διασωθείς από τον σημερινό πρόεδρό του πράσινος κομματικός μηχανισμός μοιάζει σοβαρός. Αρκεί να μην παραμείνει όσο βαρετός φάνηκε στους ψηφοφόρους το 2023 (11,5%) αλλά και το 2024 (12,8%).

Απλός υπολογισμός δείχνει ότι το συγκεκριμένο κόμμα ήταν πίσω από το πρώτο κόμμα 29+ μονάδες πριν έναν χρόνο και 15,5 μονάδες πριν λίγους μήνες. Είναι μεγάλη απόσταση για να θεωρείται  αυτονόητη κάποια φιλόδοξη πρωτιά στην αμέσως επόμενη εκλογική ευκαιρία.

Το ενδιαφέρον είναι να εξηγήσει ο/η επόμενος/η πρόεδρος τι θα κάνει ώστε να πάρει πίσω το «αίμα» του, δηλαδή τους πασόκους, που μετανάστευσαν από το ασύλληπτο 44% (3 εκατ. 12,5 χιλιάδες πολίτες) του ΓΑΠ πριν ένα τέταρτο του αιώνα (!) στο γλίσχρο 8% (458 χιλιάδες) το 2014 του ιδίου καταμεσίς της μεγάλης κρίσης.

Αντιστρόφως, ο ΣΥΡΙΖΑ εκτινάχθηκε από τις 315,6 χιλιάδες ψήφους στο 1,5 εκατομμύριο και ακόμη και όταν έχασε, το 2019, κρατούσε εγκλωβισμένους 1,8 εκατ. πολίτες. Από εκεί, στην τελευταία κάλπη έμεινε με μόλις 593 χιλιάδες ψηφοφόρους.

Είναι αυτονόητο ότι οι υποψήφιοι πρόεδροι ΠΑΣΟΚ στρέφονται προς αυτή την αποθήκη υποστηρικτών.

Ο κ. Ανδρουλάκης δεν έκανε λάθος, ως προς αυτό. Γι αυτό και οι δημοσκοπήσεις τον φέρνουν σταθερά πρώτο.

Οσο η αναζήτηση νέου αρχηγού γίνεται απλώς για να καταλήξουν οι ψηφοφόροι, στην ίδια κομματική φιγούρα, το ενδιαφέρον θα παραμείνει «εντός των τειχών», περιορισμένο και μικρό.

Αυτά όμως αφορούν στον πρώτο γύρο. Υπάρχει και δεύτερος.

Ο άφαντος δήμαρχος Αθηναίων, ίσως επειδή είναι αχάριστος, ελπίζει ότι ο κ. Ανδρουλάκης θα την «πατήσει» όπως ο κ. Μπακογιάννης. Προκειμένου να μη βγει ο Ανδρουλάκης θα τον υποστηρίξουν οι ανθυποψήφιοί του.

Πλανιέται. Κανείς δεν πρόκειται να το σκεφτεί κατ’ αυτόν τον τρόπο. Το ίδιο ισχύει άλλωστε για όποιον κι αν είναι δεύτερος. Ολοι οι άλλοι έχουν συμφέρον να επανέλθει ο Ανδρουλάκης και να φύγει μια και καλή στις επόμενες εκλογές.

Ο τελευταίος αυτός όμως το γνωρίζει εξίσου καλά και δε θα κάτσει να τον φάνε μπαμπέσικα. Αφού είναι πολύ δύσκολο, με τα δεδομένα αυτής της περιόδου, να κερδίσουν τον Μητσοτάκη στην κάλπη, θα πρέπει να τον κερδίσουν από σπόντα. Δηλαδή να συμμαχήσουν με όποιον μείνει όρθιος στον ΣΥΡΙΖΑ.

Άρα, το ενδιαφέρον δεν είναι μόνον και ίσως δεν είναι τόσο στο ΠΑΣΟΚ, εφόσον οι υποψήφιοι δε βρουν κάτι να κεντρίσουν το πολιτικό αισθητήριο όσων έχουν ακόμη το κουράγιο να ασχολούνται με τα κομματικά του συγκεκριμένου κόμματος.

Το ενδιαφέρον βρίσκεται στον ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί μπορεί κοντά ένα εκατομμύριο ψήφων να λείπει στον λογαριασμό της κάλπης, αλλά δε μετακόμισε κάπου αλλού. Είναι εκεί έξω και περιμένει.

Συμπέρασμα, στο αυριανό debate οι υποψήφιοι/ες θα μιλήσουν σε όσους γοήτευε επί περίπου δέκα χρόνια ο Αλέξης Τσίπρας.

Σισύφειο έργο.

Είναι θλιβερό ένα κόμμα που έχει μπροστά του τρία χρόνια, έστω θεωρητικά, να ετοιμάσει μια καλή πρόταση για το μέλλον της χώρας και τι θέλει να κάνει γι αυτό, να είναι υποχρεωμένο να μιλά για το ΠΑΣΟΚ του παρελθόντος μας.

Να ευχηθώ καλά ξεμπερδέματα.