Πριν οι ψηφοφόροι κοιτάξουν αλλού…

Είναι καιρός οι πολιτικοί μας ηγέτες να συνηθίσουν σε όσα έχουν ήδη μάθει καλά οι Ευρωπαίοι ομόλογοί τους.

Πλην Όρμπαν και κάποιων άλλων κατά τύχην, τη διακυβέρνηση κάθε μιας ευρωπαϊκής αναλαμβάνει ο αρχηγός του κόμματος που πρωτεύει με πολύ μικρές διαφορές. Συνάπτουν συμμαχίες και, σε κάθε περίπτωση, αποφασίσουν μέσα από ένα ευρύ πλέγμα διαβούλευσης και συναινέσεων.

Στην περίπτωσή μας ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι πρώτος και με μεγάλη διαφορά.

Αφού το κατάφερε και στην προχτεσινή, μια ακόμη, αναμέτρηση, κανείς δεν νομιμοποιείται να αμφισβητήσει την πρωθυπουργία του.

Κανείς εκτός από την ίδια τη δική του, κομματική, πλειοψηφία.

Είναι αλήθεια ότι το σκορ του 28% είναι πολύ όμοιο με εκείνο που κατάφερε ο Αντώνης Σαμαράς σε πολύ δυσκολότερες συνθήκες, τον Ιανουάριο 2015, αφού είχε διανύσει την «κόλαση» της διάσωσης του κράτους και της χώρας.

Συγκέντρωσε τότε την προτίμηση 1 εκατομμυρίου 719 χιλιάδων πολιτών (ποσοστό 30%). Το ίδιο περίπου αποτέλεσμα πέτυχε η ΝΔ και στις εκβιαστικές εκλογές του Σεπτεμβρίου ιδίου έτους: 1,5 εκατ. πολίτες ή 28%.

Τον Μάιο 2019 στις προηγούμενες ευρωεκλογές, 1,8 εκατ. εμπιστεύθηκαν τον νέο αρχηγό του κόμματος (33%) ενώ δύο μήνες μετά, στις βουλευτικές 2 εκατ. 252 χιλιάδες πολίτες (39,8%) εκδήλωσαν την εμπιστοσύνη τους στο πρόσωπο του σημερινού πρωθυπουργού.

Τέσσερα χρόνια αργότερα, στη δεύτερη αναμέτρηση του Ιουνίου, κέρδισε 2 εκ. 115 χιλιάδες ψηφοφόρους (41,5%).

Το αποτέλεσμα αυτό ήταν, παρά ταύτα, λίγο χαμηλότερο από εκείνο με το οποίο είχε ηττηθεί ο Κώστας Καραμανλής το 2009 (2,295 εκ. πολίτες ή 33,5%).

Από εκείνα τα υψηλά «ρεκόρ», το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας βρέθηκε προχτές με τις μισές ψήφους (1 εκ. 125 χιλ.) αλλά ένα ικανοποιητικό ποσοστό (28,3%).

Ικανοποιητικό;

Σίγουρα. Η πιθανότητα να μην περάσει τον πήχη του 30% φαινόταν ήδη από τον περασμένο Φεβρουάριο. Σημείωνα τότε πως «Οι ψηφοφόροι δεν είναι δεδομένοι»:

«Οι πολιτικές τοποθετήσεις δεν είναι πάγιες. Ακόμη κι όταν οι ίδιοι πολίτες ρίχνουν το ίδιο ψηφοδέλτιο, δεν σημαίνει ότι δεν προβληματίζονται. Απόδειξη -και πιστεύω ότι, με τα δεδομένα της στιγμής, θα την δούμε στις προσεχείς ευρωκάλπες- αυτοί που σκέφτονται και πολύ πιθανόν να προτιμήσουν να εκδράμουν εκτός κάλπης.»

Επομένως, κατέληγα:

«Αν η κάλπη του Ιουνίου βγάλει την κυβερνητική παράταξη με το ‘2 μπροστά’ η αμφισβήτηση θα είναι σοβαρή και θα χρειαστεί άμεσα μέτρα.»

Εδώ βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή. Στις αμέσως επόμενες ώρες και ημέρες, θα κριθεί το μέταλλο από το οποίο είναι φτιαγμένος ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Το αποτέλεσμα της κάλπης έδειξε πως δεν κατάφερε να μεταπείσει όσους χρειαζόταν στο δύσκολο τρίπτυχο της πολιτικής συγκυρίας του χειμώνα:

«Ακρίβεια, Α(ν)ασφάλεια, Ασυνέπεια είναι τα τρία προβλήματα που αντιμετωπίζει η διακυβέρνηση στους προβληματισμούς των εκλογέων» εκτιμούσα. Δυστυχώς, έκτοτε, δεν σημειώθηκε ικανοποιητική πρόοδος στα τρία αυτά ζητήματα.

Με αποτέλεσμα ένας στους δύο ψηφοφόρους να μην επαναλάβει την προσωπική ψήφο εμπιστοσύνης που είχε δώσει, μόλις πριν μερικούς μήνες, στον πρωθυπουργό.

Το πλήθος των πολιτών, που συγκροτούν, αυθορμήτως μόνον, το εκδηλωθέν ρεύμα αμφισβήτησης, είναι μεγάλο. Η πολιτική ζημιά μεγαλύτερη. Και δεν μαζεύεται εύκολα. Ειδικά μέσα στον κομματικό του χώρο, ο οποίος προφανώς τριχοτομήθηκε.

Όλοι βεβαίως παραδέχονται πως «δεν υπάρχει άλλος» ή ότι οι άλλοι «θα είναι καταστροφή».

Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι έτοιμοι να αποδεχτούν ένα κλειστό «καθεστώς», αυτοαναφορικό και περίκλειστο.

Αν ο πρωθυπουργός δεν ανοιχτεί στην κοινωνία, αν δεν εκτεθεί στα προβλήματα της καθημερινότητας, οι πολίτες που δεν πλησίασαν την προχθεσινή κάλπη, θα αρχίσουν να κοιτούν προς άλλες κατευθύνσεις.