Eurobank: Τουρισμός, εμπόριο, μεταποίηση και δημόσιος τομέας έφεραν αύξηση της απασχόλησης τα 3 τελευταία χρόνια

Eurobank: Τουρισμός, εμπόριο, μεταποίηση και δημόσιος τομέας έφεραν αύξηση της απασχόλησης τα 3 τελευταία χρόνια

Στο ερώτημα: ποια ήταν η συνεισφορά των επί μέρους κλάδων οικονομικής δραστηριότητας στην αύξηση της απασχόλησης τα τρία τελευταία χρόνια", επιχειρεί να απαντήσει η Eurobank στην ανάλυσή της στο τεύχος του 7 ημέρες Οικονομία.

Όπως αναφέρεται, «για την επίτευξη αυτού του σκοπού χρησιμοποιούμε τις χρονολογικές σειρές της τριμηνιαίας έρευνας εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ. Αποδεικνύεται, βάσει αυτών των στοιχείων, ότι οι κλάδοι των υπηρεσιών παροχής καταλύματος και εστίασης, εμπορίου, διοικητικών και υποστηρικτικών δραστηριοτήτων, εκπαίδευσης, μεταφοράς και αποθήκευσης και δημόσιας διοίκησης και άμυνας & υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης είχαν την υψηλότερη συμμετοχή στην αύξηση της απασχόλησης κατά 173,7 χιλ άτομα ή 4,9% την περίοδο 2013 – 1ο τρίμηνο 2017».

Η απασχόληση αυξήθηκε σε ετήσια βάση για 12ο συνεχή τρίμηνο το 2017 Q1. Το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε στο 23,2%.
 
Σύμφωνα με την τριμηνιαία έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ η απασχόληση στην ελληνική οικονομία ενισχύθηκε σε ετήσια βάση κατά 1,5% ή 53,0 χιλ άτομα το 1ο τρίμηνο 2017. Ο εν λόγω ρυθμός μεταβολής είναι ελαφρώς μικρότερος από τον αντίστοιχο μέσο όρο της περιόδου 2014 Q2 – 2017 Q1 (1,7% ή 59,6 χιλ άτομα). Σημειώνουμε ότι το 2ο τρίμηνο 2014 ήταν το πρώτο που καταγράφηκε θετικός ρυθμός μεταβολής της απασχόλησης έπειτα από 21 συναπτά τρίμηνα καθοδικής πορείας. Η άλλη βασική μεταβλητή της αγοράς εργασίας, δηλαδή ο αριθμός των ανέργων, κατέγραψε αρνητική ετήσια μεταβολή -6,7% ή -80,4 χιλ άτομα το 1ο τρίμηνο 2017 (βλέπε Σχήμα 2 Α.). Βάσει των προαναφερθέντων στοιχείων το εργατικό δυναμικό, ήτοι το άθροισμα των απασχολούμενων και των ανέργων συρρικνώθηκε σε ετήσια βάση κατά -0,6% ή -27,4 χιλ άτομα.

Οι χρονολογικές σειρές της τριμηνιαίας έρευνας εργατικού της ΕΛΣΤΑΤ δεν είναι εποχικά διορθωμένες. Συνεπώς για την παρουσίαση των ποσοστών ανεργίας και μακροχρόνια ανέργων χρησιμοποιούμε τους αντίστοιχους κινητούς μέσους όρους 4 τριμήνων.[2] Πιο αναλυτικά, ο λόγος των ανέργων ως προς το εργατικό δυναμικό μειώθηκε στο 23,2% το 1ο τρίμηνο 2017 από 23,5% και 24,5% το 4ο τρίμηνο και το 1ο τρίμηνο 2016 αντίστοιχα (ιστορικά υψηλό 27,5% το 2013). Ο συγκεκριμένος ρυθμός τριμηνιαίας μεταβολής, ήτοι -0,4 ποσοστιαίες μονάδες (προσοχή στην στρογγυλοποίηση των αριθμών!) είναι ίσος με τον αντίστοιχο μέσο όρο της περιόδου 2014 Q2 – 2017 Q1.

Οι τρεις κλάδοι οικονομικής δραστηριότητας με την υψηλότερη θετική συνεισφορά στην ετήσια αύξηση της απασχόλησης το 1ο τρίμηνο 2017 ήταν: μεταποίηση, δημόσια διοίκηση και άμυνα & υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση και δραστηριότητες ανθρώπινης υγείας και κοινωνικής μέριμνας.

Στο Σχήμα 1 και στην τελευταία στήλη των Πινάκων 1 & 2, παρουσιάζουμε τη συνεισφορά των επί μέρους κλάδων της οικονομίας στην αύξηση της απασχόλησης το 1ο τρίμηνο 2017. Παρατηρούμε ότι από το σύνολο των 21 τομέων οικονομικής δραστηριότητας οι 15 είχαν θετική συνεισφορά και οι υπόλοιποι 6 αρνητική.[1] Οι τρείς κλάδοι στους οποίους καταγράφηκε η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση – σε απόλυτα μεγέθη – ήταν: 1ος μεταποίηση +10,9 χιλ άτομα (+3,2%), 2ος δημόσια διοίκηση και άμυνα & υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση +9,8 χιλ (+3,0%) και 3ος δραστηριότητες ανθρώπινης υγείας και κοινωνικής μέριμνας +8,1 χιλ (3,8%). Από την άλλη πλευρά, οι τρείς κλάδοι στους οποίους καταγράφηκε η μεγαλύτερη πτώση ήταν: 1ος επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες -11,4 χιλ άτομα (-5,4%), 2ος δραστηριότητες νοικοκυριών ως εργοδοτών -5,5 χιλ (-13,1%) και 3ος διαχείριση ακίνητης περιουσίας -2,1 χιλ (-32,8%).

Τουρισμός, εμπόριο, μεταποίηση και δημόσιος τομέας είχαν τη μεγαλύτερη συμβολή στην αύξηση της απασχόλησης τα τρία τελευταία χρόνια

Ως γνωστόν, η πρωτόγνωρη, σε διάρκεια και βάθος, ύφεση που βίωσε η ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια, είχε ως κύρια αρνητική συνέπεια την πολύ υψηλή μείωση της απασχόλησης και την απότομη άνοδο του ποσοστού ανεργίας (από 7,8% το 2008 στο 27,5% το 2013). Οι αριθμοί για την απασχόληση είναι αποκαλυπτικοί. Το 2008 περίπου το 48,9% του συνόλου του πληθυσμού ηλικιακής ομάδος 15 ετών και άνω ήταν άτομα που ανήκαν στο υποσύνολο της απασχόλησης. Το προαναφερθέν ποσοστό αντιστοιχούσε σε 4.610,5 χιλ άτομα εκ των οποίων το 8,3% (384,6 χιλ) ήταν αυτοαπασχολούμενοι με προσωπικό, το 20,8% (958,6 χιλ) αυτοαπασχολούμενοι χωρίς προσωπικό, το 65,0% (2.996,2 χιλ) μισθωτοί και το 5,9% (271,1 χιλ) βοηθοί στην οικογενειακή επιχείρηση (βλέπε Πίνακα 3). Το 2013, έπειτα από 5 χρόνια ισχυρής συρρίκνωσης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας, οι απασχολούμενοι είχαν μειωθεί στους 3.513,2 χιλ (χαμηλό 5 ετών) εκ των οποίων το 6,7% (233,8 χιλ) ήταν αυτοαπασχολούμενοι με προσωπικό, το 25,4% (894,0 χιλ) αυτοαπασχολούμενοι χωρίς προσωπικό, το 63,0% (2.213,7 χιλ) μισθωτοί και το 4,9% (171,8 χιλ) βοηθοί στην οικογενειακή επιχείρηση.

Συνεπώς, κατά τη διάρκεια της περιόδου 2008-2013 οι απασχολούμενοι μειώθηκαν κατά -1.097,3 χιλ άτομα με τους μισθωτούς να έχουν την υψηλότερη συνεισφορά (71,3% ή -782,5 χιλ άτομα), να ακολουθούν οι αυτοαπασχολούμενοι με προσωπικό με 13,7% (-150,8 χιλ), οι βοηθοί στην οικογενειακή επιχείρηση με 9,1% (-99,4 χιλ) και οι αυτοαπασχολούμενοι χωρίς προσωπικό με 5,9% (-64,6 χιλ).

Τα τελευταία 3 χρόνια (+ το 1ο τρίμηνο 2017), παρά το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία παρέμεινε οριακά στάσιμη (stagnation), η απασχόληση ακολούθησε ανοδική πορεία (αυτό αποτελεί απόδειξη της μείωσης της παραγωγικότητας της εργασίας). Πιο συγκεκριμένα, οι απασχολούμενοι αυξήθηκαν κατά 4,9% ή 173,7 χιλ άτομα με τους μισθωτούς και τους αυτοαπασχολούμενους με προσωπικό να αυξάνονται κατά 213,3 και 38,0 χιλ άτομα αντίστοιχα. Στην αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκαν οι κατηγορίες των αυτοαπασχολούμενων χωρίς προσωπικό (-50,3 χιλ άτομα) και των βοηθών στην οικογενειακή επιχείρηση (-27,3 χιλ).

Δύναται να υποστηριχτεί ότι η αύξηση της απασχόλησης (δημιουργία δυνάμεων προς ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών) αποτέλεσε έναν ερμηνευτικό παράγοντα για τη μέση (ανά τρίμηνο) ετήσια αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 0,7% την περίοδο 2014 Q1 – 2017 Q1. Φυσικά, τον κυρίαρχο ρόλο στην προαναφερθείσα μεταβολή είχε η αποσυσώρευση του πλούτου των νοικοκυριών (αρνητική αποταμίευση).