Μετά την Μicrosoft έρχονται κι άλλες αμερικανικές επενδύσεις

Μετά την Μicrosoft έρχονται κι άλλες αμερικανικές επενδύσεις

Σε νέο πλαίσιο εισέρχονται οι σχέσεις της χώρας με τις ΗΠΑ. Η επένδυση της Pfizer στην Θεσσαλονίκη και τώρα εκείνη της Microsoft στην Αθήνα, δείχνουν ότι κάτι αλλάζει.

Πρωτίστως αφορούν δύο επενδύσεις που διαφοροποιούνται αισθητά σε σχέση με εκείνες που μας είχαν συνηθίσει μέχρι τώρα οι αμερικανικές επιχειρήσεις, και ειδικά εκείνες που αφορούν στην υψηλή τεχνολογία. Κατά τα τελευταία 20 – 30 χρόνια, οι τεχνολογικοί κολοσσοί των ΗΠΑ (π.χ. IBM, Google, Hewlett-Packard κ.λπ.) δημιουργούσαν κυρίως χαμηλής ένταση κεφαλαίου επενδύσεις, οι οποίες αφορούσαν κυρίως δραστηριότητες marketing και πωλήσεων αμερικανικών προϊόντων στη χώρα μας.

Οι δύο επενδύσεις των Microsoft και Pfizer αποτελούν greenfield επενδύσεις. Πρόκειται δηλαδή για επενδύσεις εκ του μηδενός οι οποίες παρόλο που παραμένουν εντάσεως εργασίας, δεν είναι επενδύσεις που μπορούν εύκολα να «μεταφερθούν» εκτός Ελλάδος. 

Ειδικότερα η Pfizer δημιουργεί στη Θεσσαλονίκη το ένα από τα έξι κέντρα τεχνητής νοημοσύνης που θέλει να δημιουργήσει σε όλο τον πλανήτη. Το κέντρο αυτό θα αξιοποιεί «μεγάλου όγκου δεδομένα (big data)» προκειμένου να φτάσει σε αξιόπιστα συμπεράσματα σε φάρμακα και θεραπείες. Πρόκειται για μια επένδυση υψηλής τεχνογνωσίας σε επιστήμες πληροφορικής ιατρικής που θα προσφέρει μεγάλη υπεραξία και τεχνογνωσία στη χώρα μας. Πρόκειται για μια τεχνογνωσία, που αν θελήσει να φύγει από την Ελλάδα, δεν θα την μεταφέρει πολύ εύκολα.

Από την άλλη πλευρά, η Microsoft δημιουργεί το μοναδικό data center της ΝΑ Ευρώπης στη χώρα μας. Η εταιρεία, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει εντοπίσει τουλάχιστον 5-6 ακίνητα στην περιφέρεια Αττικής ή πλησίον αυτής, τα οποία αξιολογεί με οικονομικούς όρους, αλλά και με όρους διασφάλισης της διαθεσιμότητας των υποδομών της, προκειμένου να δημιουργήσει τις τρεις μονάδες data center που θα περιλάβει το regional data center της επιχείρησης.

Κάθε ακίνητο που εξετάζει είναι έκτασης 80 έως 100 στρεμμάτων, αφού βασική αρχή ανάπτυξης των κέντρων δεδομένων είναι η οριζόντια ανάπτυξη τους. Τα ακίνητα απέχουν τουλάχιστον 15 χλμ. μεταξύ τους, έτσι ώστε να διασφαλίζεται στο 100% η διαθεσιμότητα του κέντρου σε περίπτωση καταστροφής (πυρκαγιά, σεισμός, πλημμύρα κ.λπ.). Για το λόγο αυτό οι επιμέρους μονάδες του κέντρου δεδομένων θα συνδέονται με οπτικές ίνες που θα καθιστούν τις τρεις υπολογιστικές μονάδες τη μια αναπληρωματική της άλλης.

Η επένδυση αυτή σύμφωνα με τον επικεφαλής της Microsoft Μπραντ Σμίθ θα ανέλθει σε εκατοντάδες εκατ. δολ., χωρίς ωστόσο ο ίδιος να προσδιορίσει το ακριβές ύψος. Σύμφωνα όμως με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Στέλιο Πέτσα η αρχική επένδυση θα ξεπεράσει τα 500 εκατ. ευρώ. Όπως και να έχει η κατάσταση, είναι η πρώτη φορά που στα 28 χρόνια παρουσίας της Microsoft στην Ελλάδα, όπως άλλωστε υπογράμμισε και ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, που η αμερικανική εταιρεία, βάζει τόσο βαθιά το χέρι στην τσέπη. 

Μέχρι πρόσφατα, όπως κάθε άλλη μεγάλη αμερικανική τεχνολογική επιχείρηση που δραστηριοποιείται στη χώρα μας, επένδυε μόνον σε υπηρεσίες marketing. Βασικός στόχος ήταν κυρίως την αύξηση των πωλήσεων των προϊόντων της στη χώρα μας και στη καλύτερη των περιπτώσεων σε Κύπρο και Μάλτα. Η ακόμη μεγαλύτερη επένδυση θα ήταν η δημιουργία ενός κέντρου υποστήριξης πελατών στις προαναφερόμενες χώρες.

Τώρα, για πρώτη φορά γίνονται επενδύσεις με στόχο όχι μόνον την εγχώρια αγορά, αλλά μια πολύ ευρύτερη αγορά. Μάλιστα, τόσο το κέντρο της Pfizer, όσο και της Microsoft απευθύνονται στην παγκόσμια αγορά.

Η αλλαγή αυτή στάσης από τις αμερικανικές επιχειρήσεις απέναντι στη χώρα μας, αποδίδεται σε πολλούς παράγοντες. Μεταξύ αυτών και η τύχη. 

Ήταν τύχη για παράδειγμα, όπως αναφέρουν καλά ενημερωμένες πηγές, ότι η Microsoft δεν είχε άλλο κέντρο δεδομένων στην ΝΑ Ευρώπη. Επίσης ήταν τύχη ότι η αμερικανική πολυεθνική εταιρεία δημιουργούσε αυτή τη περίοδο υποδομές στην Ευρώπη. 

Δεν ήταν όμως καθόλου τύχη να επιλεγεί η Ελλάδα και αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά οι κυβερνητικοί παράγοντες που «έλιωσαν» στις τηλεδιασκέψεις εννέα μήνες τώρα, προκειμένου να πείσουν την αμερικανική πολυεθνική εταιρεία, ότι η χώρα συνιστά αξιόπιστος εταίρος για να γίνει μια επένδυση 300 ή 400 ή ακόμη και 500 εκατ. ευρώ. 

Το θέμα αυτό έθεσε εύστοχα ο πρόεδρος της εταιρείας Μπραντ Σμίθ, ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ είπε χθες ότι βασίζεται στην  κυβέρνηση και στην αποφασιστικότητά της, να εκδοθούν γρήγορα οι άδειες δημιουργίας των νέων data centers (τρία στον αριθμό). Πρόκειται για ένα τομέα, όπου η χώρα δεν φέρει και τις καλύτερες επιδόσεις. Πάντως ο πρόεδρος της Microsoft κ. Σμιθ, εκφράζοντας την παραπάνω αγωνία, δεν δίστασε χθες να κάνει λόγο για ψήφο εμπιστοσύνης της Microsoft στην ελληνική οικονομία, ψήφο εμπιστοσύνης τον ελληνικό λαό και ψήφο εμπιστοσύνης προς την Ελληνική κυβέρνηση.

Για την αλλαγή αυτή στάσης των αμερικανικών επιχειρήσεων απέναντι στη χώρα μας, συνέβαλαν πολλοί παράγοντες. Πρωτίστως η σταθερή προσήλωση της Ελλάδας στα οράματα της Δύσης και τις δυτικές συμμαχίες της (Ε.Ε., ΝΑΤΟ κ.λπ.). Η χώρα, παρά την κατά καιρούς αντιαμερικανική ρητορική της, παρέμεινε δεμένη στο άρμα της Δύσης, σε αντίθεση με παραδοσιακούς συμμάχους της περιοχής, π.χ. Τουρκία, η οποία κινείται με αμφισβητούμενες προθέσεις και διεκδικήσεις για τις αρχές της Δύσης.

Δευτερευόντως ο αμερικανικός παράγοντας προφανώς ενοχλήθηκε από απότομη αύξηση της διείσδυσης του κινεζικού και ρωσικού παράγοντα στη χώρα μας, με την απόκτηση κρίσιμων υποδομών όπως είναι λιμάνια (Πειραιάς, Θεσσαλονίκη), ενεργειακές υποδομές (ΑΔΜΗΕ), τηλεπικοινωνιακές υποδομές (Huawei) κ.ά. Μάλιστα, μέχρι πρόσφατα ο αμερικανικός παράγοντας «γκρίνιαζε» για τη διείσδυση αυτή, χωρίς ωστόσο να είναι δείχνει ιδιαίτερα… ενεργητικός. Αντίθετα τα επιχειρηματικά συμφέροντα που χτυπούσαν την πόρτα της χώρας, είχαν καθαρά συγκυριακό και κερδοσκοπικό χαρακτήρα.

Η κατάσταση αυτή τώρα αλλάζει. Εκτός από τον τεχνολογικό χώρο (Pfizer, Microsoft), φαίνεται ότι «ρίζες» στη χώρα μας θέλει να ρίξει η Mohegan Gaming Entertainment (MGE) για την δημιουργία καζίνο στο Ελληνικό, αλλά και άλλες αμερικανικές επιχειρήσεις όπως εκείνες που ενδιαφέρονται για την απόκτηση του λιμένα της Αλεξανδρούπολης, όπως επίσης και των ναυπηγείων Σκαραμαγκά. Φαίνεται δηλαδή ότι ο αμερικανικός παράγοντας να έχει συνειδητοποιήσει ότι ισχύει το «εν τη παλάμη και ούτω βοήσωμεν», ειδικά για μια καταχρεωμένη χώρα όπως η Ελλάδα, και ότι, η εξωτερική πολιτική μόνον με λόγια δεν γίνεται.

Ωστόσο, είναι περισσότερο από προφανές ότι όλες οι προαναφερόμενες επενδύσεις κινούνται πρωτίστως με οικονομικούς όρους. Τη διάσταση αυτή σημείωσε έμφαση και ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην χώρα μας. Μάλιστα ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών υπογράμμισε τη στάση αυτή, αναφέροντας σε αντιδιαστολή άλλες χώρες -χωρίς ωστόσο να τις κατονομάζει- οι οποίες κινούνται έχοντας ως βασικό γνώμονα τα γεωπολιτικά, και όχι τα οικονομικά συμφέροντα.