O κορονοϊός «έκαψε» τη «Χρυσή Βίζα»

O κορονοϊός «έκαψε» τη «Χρυσή Βίζα»

Ιδιαίτερα χαμηλές επιδόσεις κατέγραψε το πρόγραμμα Χρυσή Βίζα τη χρονιά που πέρασε, ως αποτέλεσμα της πανδημίας του κορονοϊού που κράτησε μακριά από την ελληνική αγορά ακινήτων τους πρωταγωνιστές σε αυτού του είδους τις επενδύσεις, τους Κινέζους. 

Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, από την έναρξη ισχύος του προγράμματος Χρυσή Βίζα μέχρι και το 2020, εκδόθηκαν συνολικά 8.011 άδειες. Δεδομένου ότι οι αντίστοιχες χορηγήσεις το 2019 είχαν ανέλθει σε 7.608, οι νέες άδειες που εκδόθηκαν πέρυσι περιορίστηκαν σε 403. Το νούμερο αυτό συγκρίνεται μόνο με τις επιδόσεις της διετίας 2015-2016 -είχαν εκδοθεί συνολικά περισσότερες από 880 άδειες- οπότε λόγω της απειλής της εξόδου της χώρας από το ευρώ, η αγορά ακινήτων ήταν «απαγορευμένος καρπός» για τους ξένους.

Το ιστορικό χαμηλό του προγράμματος Χρυσή Βίζα του 2020 αποτελεί μία από τις πολυάριθμες επιπτώσεις της πανδημίας. Οι Κινέζοι, που αντιπροσωπεύουν τις περισσότερες επενδύσεις μέσω Χρυσής Βίζας, «πάγωσαν» τα σχέδια για την τοποθέτηση σημαντικών κεφαλαίων στην ελληνική αγορά ακινήτων, η οποία είχε αιμοδοτηθεί, τα τελευταία χρόνια, από τις συναλλαγές ελάχιστης αξίας 250.000 ευρώ με αντάλλαγμα την εξασφάλιση άδειας διαμονής. Δεν είναι τυχαίο ότι το ρευστό που προήλθε, από το 2013 μέχρι και σήμερα, από την αλλοδαπή για επενδύσεις σε real estate μέσω Χρυσής Βίζας αγγίζει τα 2 δισ. ευρώ, ποσό που έχει πολλαπλασιαστική επίδραση στην ελληνική οικονομία. Κι αυτό εάν ληφθεί υπόψη ότι εκτός από τα κεφάλαια για την απόκτηση ακινήτου, ένα μεγάλο ποσό έχει δαπανηθεί σε δικηγορικές, συμβολαιογραφικές αμοιβές και σε αμοιβές συμβούλων και μεσιτών.

Σημαντική, κατά τους ειδικούς, είναι η συνεισφορά των επενδυτών και των οικογενειών τους μέσα από τη δαπάνη για την κατανάλωση προϊόντων και υπηρεσιών κατά τη διάρκεια της διαμονής τους στη χώρα μας, εάν ληφθεί υπόψη η οικονομική επιφάνεια και ο τρόπος ζωής τους, αλλά και το όφελος που προκύπτει από υπηρεσίες διαχείρισης και συντήρησης των ακινήτων τους. Υφίστανται βέβαια, και δημοσιονομικά οφέλη που προκύπτουν από τους φόρους που εισπράττονται.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία από το 2013 οπότε ξεκίνησε να ισχύει το πρόγραμμα μέχρι και το 2020, οι επενδυτές που έλαβαν τις περισσότερες άδειες προέρχονται από την:

-Κίνα (5.927)

-Τουρκία (524

-Ρωσία (322)

-Λίβανο (178)

-Αίγυπτο (166)

Πλέον, τα βλέμματα της αγοράς είναι στραμμένα στις επενδύσεις που θα πραγματοποιήσουν υπήκοοι τρίτων χωρών φέτος. Κατά τις προβλέψεις, τουλάχιστον μέχρι και τα μέσα της άνοιξης, οι τοποθετήσεις μέσω Χρυσής Βίζας αναμένεται να είναι περιορισμένες, καθώς εκτιμάται ότι θα παραμείνουν σε ισχύ τα μέτρα περιορισμού μετακινήσεων, όπως και η αναστολή της αεροπορικής σύνδεσης της Ελλάδας με την Κίνα. Εκτιμάται ότι οι επενδύσεις μέσω Χρυσής Βίζας θα μπορούσαν να «ζωηρέψουν» από το καλοκαίρι κι έπειτα, οπότε και αναμένεται ότι σταδιακά οι χώρες θα ανοίγουν τα σύνορά τους.

Ανεξαρτήτως πάντως, της Χρυσής Βίζας, φέτος υπάρχει συγκρατημένη αισιοδοξία για τη σταδιακή επιστροφή των ξένων επενδύσεων στην ελληνική αγορά ακινήτων. Κι αυτό επειδή, όπως ανέφερε, πρόσφατα, το Liberalmarkets, οι αλλαγές στο πορτογαλικό πρόγραμμα της Χρυσής Βίζας, το Brexit και τα κίνητρα μεταφοράς φορολογικής κατοικίας εύπορων αλλοδαπών σε συνδυασμό με τη σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα, θα μπορούσαν να οδηγήσουν, εκ νέου, τους ξένους στην ελληνική αγορά ακινήτων.