Τα μέτρα έρχονται, η έξοδος στις αγορές περιμένει, το 4ο μνημόνιο παραμονεύει

Τα μέτρα έρχονται, η έξοδος στις αγορές περιμένει, το 4ο μνημόνιο παραμονεύει

Του Γιώργου Φιντικάκη

Σε ένα δύσκολο πολιτικό στρες τεστ μετά και τις νέες απαιτήσεις του ΔΝΤ, που μπορεί να τραβήξει την διαπραγμάτευση σε μάκρος, φοβούνται στην κυβέρνηση ότι μπορεί να εξελιχθεί η τρίτη και δυσκολότερη από την δεύτερη, αξιολόγηση του φθινοπώρου.

Κοινωνικά επιδόματα, κινητικότητα στο Δημόσιο, εργασιακά, ανώτατο όριο για τους συμβασιούχους, μαζί με ιδιωτικοποιήσεις, είναι μερικά από τα θέματα που αυτή περιλαμβάνει, και τα οποία δείχνουν ικανά να ρίξουν έξω την διαπραγμάτευση, ειδικά όταν έχεις απέναντι σου ένα απαιτητικό ΔΝΤ όπως δείχνει η τελευταία του έκθεση.

Σε μια περίοδο που η κυβέρνηση αναζητούσε "τεκμήρια αξιοπιστίας" για την έξοδο της χώρας στις αγορές, η έκθεση του ΔΝΤ σίγουρα δεν ήταν ό,τι καλύτερο. Οχι μόνο επειδή αμφισβητεί τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και τους στόχους για μεγάλα πλεονάσματα (θέσεις γνωστές καιρό τώρα) ή ζητά μειώση του αφορολόγητου έναν χρόνο νωρίτερα (2019 αντί για 2020), και μετάθεση των αντίμετρων για το 2023.

Αλλά κυρίως επειδή με τις απαιτήσεις του στέλνει εκτός Ελλάδος το μήνυμα ότι μόνο περίπατος δεν θα είναι η διαπραγμάτευση του φθινοπώρου. Και στις αγορές γνωρίζουν ότι μια περιπετειώδης τρίτη αξιολόγηση κάθε άλλο παρά θα βοηθήσει στην περαιτέρω αποκλιμάκωση του επιτοκίου για τα ελληνικά ομόλογα (5,26% χθες για το 10ετές), το αντίθετο σημαίνει.

Σίγουρα η επιμονή αυτή του Ταμείου στο "εξαιρετικά μη βιώσιμο χρέος" δημιουργεί δυσάρεστα δεδομένα για την Ελλάδα, πολλώ δε μάλλον όταν παίρνει από τώρα θέση σε καυτά θέματα της φθινοπωρινής ατζέντας, ζητώντας για παράδειγμα να μην επαναφερθεί το καθεστώς των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων στην αγορά εργασίας μετά τη λήξη του προγράμματος ή να απελευθερωθούν πλήρως οι ομαδικές απολύσεις.

Στην κυβέρνηση τα γνωρίζουν καλά όλα αυτά. Αυτός είναι και ο λόγος που ήθελαν, και συνεχίζουν να θέλουν να επισπεύσουν την έξοδο της χώρας στις αγορές, παρά το προ ημερών καμπανάκι Ντράγκι ότι οι συνθήκες δεν είναι ακόμη ώριμες. Αν δεν το κάνουν τώρα θα μπλέξουν στις βέβαιες φθινοπωρινές αψιμαχίες με το ΔΝΤ, που μόνο αποτρεπτικά θα λειτουργήσουν για οποιοδήποτε ελληνικό εγχείρημα. Επίσης θεωρουν ότι με άλλον αέρα στα πανιά τους μπορούν να διαπραγματευθούν απέναντι στο ΔΝΤ αν έχει στο μεταξύ "δοκιμαστεί" η Ελλάδα μια φορά στις αγορές, παρά στην αντίθετη περίπτωση. Επομένως προτιμούν να τεστάρουν τώρα τις διαθέσεις των επενδυτών ακόμη και με αλμυρό επιτόκιο, παρά να βρεθούν μπροστά σε νέες απρόβλεπτες εξελίξεις.
Το σχέδιο επομένως ήταν και παραμένει το εξής : Εξοδος το καλοκαίρι με μια 5ετής έκδοση όπου εφόσον το επιτόκιο κυμαίνεται κοντά στο 4,5%, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως προάγγελος για την "μεγάλη έξοδο" του φθινοπώρου με ένα 10ετές. Το σκεπτικό είναι ότι μια τωρινή δοκιμαστική έξοδος μικρής διάρκειας (5ετίας), στρώνει δυνητικά το έδαφος- και εφόσον φυσικά "ξεμπερδέψουμε" γρήγορα με την τρίτη αξιολόγηση- για ένα επιτόκιο 3,8% στο 10ετές.
Αλλά η σκληρή γραμμή που προιωνίζεται η έκθεση ότι θα έχει το ΔΝΤ στη διαπραγμάτευση του Οκτωβρίου μπορεί εύκολα να γκρεμίσει τον φθινοπωρινό κυβερνητικό σχεδιασμό. Εάν αυτή τραβήξει σε βάθος και η 3η αξιολόγηση δεν ολοκληρωθεί γρήγορα, είναι προφανές ότι ο παραπάνω προγραμματισμός θα πάει πίσω. Εάν οι δανειστές , δηλαδή το ΔΝΤ, φανούν ιδιαίτερα απαιτητικοί, και η κυβέρνηση αρνηθεί επιπλέον υπαναχωρήσεις σε θέματα όπως αξιολόγηση στο Δημόσιο, ιδιωτικοποιήσεις και συνέχιση της αναστολής των συλλογικών διαπραγματεύσεων μετά το πέρας του προγράμματος, οι αγορές θα θεωρήσουν ότι η Ελλάδα δεν είναι έτοιμη να βγει από το μνημόνιο. Τότε όμως θα έχει δικαιωθεί το ΔΝΤ που βλέπει πολιτικούς, οικονομικούς και εξωτερικούς κινδύνους σε ότι αφορά την αποτελεσματική εφαρμογή του ελληνικού προγράμματος. Και εκτιμά ότι ακόμα και αν εφαρμοστεί πιστά το πρόγραμμα είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθούν οι στόχοι.

Εάν η κυβέρνηση επιλέξει την σύγκρουση με τους πιστωτές, αυτόματα αποχεραιτά την γρήγορη έξοδο στις αγορές, εκτός και αν έχει αποφασίσει να προσφύγει σε εκλογές ήδη από τις αρχές του 2018, κάτι που μάλλον δεν ισχύει. Εάν πάλι υποκύψει στις πιέσεις θα δεχτεί ένα ακόμη πολιτικό πλήγμα, αποδυναμώνοντας περαιτέρω τα δημοσκοπικά της ποσοστά, ρίσκο που φυσικά έχει πάρει αρκετές φορές και στο παρελθόν, ελπίζοντας να γυρίσει το παιχνίδι αν η οικονομία ανακάμψει.

Οπως και να έχει πάντως, η 3η αξιολόγηση συνιστά και λόγω του ταίμινγκ των γερμανικών εκλογών, μια μεγάλη παγίδα. Η αλήθεια είναι ότι με τη δημοσιοποίηση της έκθεσής του με την οποία χαρακτηρίζεται εξαιρετικά μη βιώσιμο το ελληνικό δημόσιο χρέος, το ΔΝΤ έθεσε τις συντεταγμένες στις οποίες θα κινηθεί στις επερχόμενες νέες διαπραγματεύσεις για την τρίτη αξιολόγηση. Αρμόδιοι παράγοντες εκτιμούν ότι οι απεσταλμένοι, του με όπλο τη μη βιωσιμότητα του χρέους, θα εξακολουθήσουν να πιέζουν το φθινόπωρο τους Ευρωπαίους για την οριστικοποίηση των μέτρων ελάφρυνσής του.

Οι τελευταίοι θα συνεχίσουν να αρνούνται την προοπτική αυτή, πολύ περισσότερο αν τον Σεπτέμβριο, το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών βγάλει κεντροδεξιά κυβέρνηση, του CDU της Μέρκελ και του FDP των Φιλελευθέρων, που κάθε άλλο παρά ευνοϊκή θα είναι για το ελληνικό ζήτημα. Και έτσι η μπάλα θα επιστρέψει στο τέρμα της Ελλάδας με τη μορφή πιέσεων από το ΔΝΤ για την εφαρμογή μέτρων και μεταρρυθμίσεων, που στο πέρασμά τους θα μπορούν να σαρώσουν τους επικοινωνιακούς σχεδιασμούς μιας εξόδου στις αγορές με αλμυρό μάλιστα επιτόκιο και να καλλιεργήσουν το έδαφος για νέο Μνημόνιο.