Θα αντέξει η οικονομία σε ένα ασταθές και ευμετάβλητο περιβάλλον;
Shutterstock
Shutterstock

Θα αντέξει η οικονομία σε ένα ασταθές και ευμετάβλητο περιβάλλον;

Η αντιπολίτευση προσπαθεί με ιδιαίτερη επιμονή να αποδομήσει τη σπουδαιότητα και χρησιμότητα του «112» στον τομέα της Πολιτικής Προστασίας. Με τον ίδιο τρόπο αγωνίζεται να αποδομήσει και την έννοια της «ανθεκτικότητας» στον τομέα της Οικονομίας. Μια έννοια που όμως είναι το ζητούμενο στις ημέρες μας, για όσους αντιλαμβάνονται το πόσο σύνθετο και απρόβλεπτο είναι πλέον το διεθνές σκηνικό. 

Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, προσπαθεί να ολοκληρώσει το βασικό σύμπλεγμα των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται, ώστε να πάψει να είναι δέσμια των στερεοτύπων, των αγκυλώσεων και των στρεβλώσεων του παρελθόντος. Οι προσδοκώμενες μεταρρυθμίσεις αφορούν κυρίως την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης, τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, τη μείωση της γραφειοκρατίας και την απλοποίηση και σταθερότητα του φορολογικού και ασφαλιστικού περιβάλλοντος. 

Η περίοδος που διανύουμε ίσως είναι η ευνοϊκότερη για μεταρρυθμίσεις στη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Καθώς οι 67 μεταρρυθμίσεις που αναμένεται να ολοκληρωθούν μέσα στην επόμενη διετία, χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης. Το γεγονός αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, αφού για να ολοκληρωθούν οι μεταρρυθμίσεις δεν αρκεί η διάθεση της κυβέρνησης και μόνο. Απαιτείται η αντίστοιχη νομοθετική προετοιμασία καθώς και η επάρκεια πόρων. Η οποία εξασφαλίζεται μέσω της χρηματοδότησης από το πρόγραμμα Ελλάδα 2.0. 

Αυτή η χρυσή ευκαιρία δεν πρέπει να χαθεί επ’ ουδενί. Διότι αν δεν ολοκληρωθεί η τρέχουσα μεταρρυθμιστική ατζέντα, δεν θα ακολουθήσει μια, αλλά δυο απώλειες. 

Η πρώτη, αφορά τη μη κάλυψη της απόστασης που υπάρχει ανάμεσα στην Ελλάδα και τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Τη μη δυνατότητα προσέλκυσης κεφαλαίων που επιλέγουν άλλους πιο φιλόξενους και αποτελεσματικούς επενδυτικούς προορισμούς. Τη μη ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας. Και τη μη μετάβαση σε μια οικονομία της γνώσης και της εξωστρέφειας.

Η δεύτερη απώλεια, αφορά τη μη επίτευξη της ανθεκτικότητας που απαιτείται, απέναντι στις επιπτώσεις από το ασταθές οικονομικό και γεωπολιτικό περιβάλλον και από την κλιμακούμενη αβεβαιότητα.

Δηλαδή μέχρι τώρα γνωρίζαμε ότι η δυναμική των μεταρρυθμίσεων, θα πάει την Ελλάδα από το σημείο Α στο σημείο Β. Όπου το Α είναι η παρούσα αναχρονιστική υπάρχουσα κατάσταση και το Β είναι το σημείο αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που αποτελεί τον τελικό στόχο. 

Όμως  σήμερα, που οι μεταβολές στην οικονομική και γεωπολιτική σκακιέρα είναι διαρκείς και η αστάθεια αποτελεί μέρος της καθημερινότητας, οι μεταρρυθμίσεις, δεν αποτελούν απλά το Ιερό Δισκοπότηρο της Ελληνικής Οικονομίας. Δεν αποτελούν απλά το απαραίτητο όχημα προς την κατεύθυνση της ανοικτής και ελεύθερης οικονομίας. Αποτελούν τη σωσίβια λέμβο απέναντι στις ακραίες μεταβολές του διεθνούς περιβάλλοντος.  

Επομένως, η αγωνία για την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων δεν αφορά τη διευκόλυνση της καθημερινότητας αλλά την επιβίωση της Ελλάδας. Καθώς γίνεται φανερό ότι η μετατροπή της «χειροκίνητης» γραφειοκρατίας σε «ψηφιακή», δεν αρκεί. Όπως είδαμε, η ψηφιακή υποστήριξη της αποψίλωσης των οικοπέδων και της περισυλλογής των κλαδιών, δεν έφερε τα ποθούμενα αποτελέσματα, καθώς οι Δήμοι δεν κατάφεραν να φέρουν σε πέρας τις μη ψηφιακές εργασίες που ήταν και οι πιο ουσιώδεις. Όπως είδαμε, η ψηφιακή υποστήριξη των καταγγελιών για τις παραβάσεις στις παραλίες, δεν έφερε αποτελέσματα αφού το «κράτος» φρόντισε να δώσει νέες διορίες και να προσφέρει παραθυράκια.

Ενώ λοιπόν μέχρι τώρα σχεδιάζαμε τις μεταρρυθμίσεις με βάση το πώς λειτουργούσαμε χθες και πως θέλουμε να λειτουργούμε σήμερα, το ζητούμενο είναι να σχεδιάσουμε κάτι που θα λειτουργεί αύριο. Με βάση τις τεχνολογικές εξελίξεις, οι περισσότερες από τις οποίες, μας είναι σήμερα άγνωστες. Με βάση την παραγωγική αξιοποίηση της Τεχνητής Νοημοσύνης. Με βάση τον σχεδιασμό ενός μοντέλου που θα αντέξει τους εμπορικούς και οικονομικούς πολέμους, τις αντιπαραθέσεις ανάμεσα σε εταιρικούς κολοσσούς, τις ενεργειακές συγκρούσεις. Με βάση την ανάγκη της χώρας να διαχειριστεί με έξυπνο, ευνοϊκό και αποτελεσματικό τρόπο τις προκλήσεις. Έτσι ώστε η Ελλάδα να πάψει να αποτελεί έναν αδρανή αποδέκτη αρνητικών εξελίξεων.

Η ανεπάρκεια των εγχώριων αποταμιεύσεων, η προσφυγή στον εξωτερικό δανεισμό και τα υψηλά ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, ήδη δημιουργούν ένα περιβάλλον ασφυξίας. Τι θα γίνει αν επιβαρυνθούν τα πράγματα στο εξωτερικό;

Αν δεν ενισχυθεί η αγορά κεφαλαίων τώρα που η ρευστότητα κεφαλαίων στο εξωτερικό είναι μεγάλη, που θα βρεθεί η χώρα μας, όταν μεταβληθεί πλήρως η διεθνής οικονομική κατάσταση, και τα κεφάλαια αντί για αποδόσεις ζητούν ασφάλεια; 

Έτσι αντί η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση να συγκρούονται για τη χρησιμότητα του «112» στις πυρκαγιές και του όρου της «ανθεκτικότητας» στην οικονομία, θα έπρεπε να ανοίξουν ένα δημιουργικό διάλογο και μια σκληρή αντιπαράθεση με απλά ερωτήματα και απαντήσεις.

Τι είχε σχεδιαστεί για τις πυρκαγιές; Τι έγινε; Τι δεν έγινε; Τι πρέπει να γίνει για να μην επαναληφθεί;

Τι έχει σχεδιαστεί για την οικονομία; Ποιες μεταρρυθμίσεις έχουν κριθεί απαραίτητες; Ποιες ολοκληρώθηκαν; Ποιες δεν έχουν ολοκληρωθεί και γιατί; Ποιες νέες μεταρρυθμίσεις πρέπει να υιοθετηθούν; Με ποιο τρόπο θα αντέξει η οικονομία στο διεθνές περιβάλλον που γίνεται ολοένα πιο σύνθετο και απρόβλεπτο;

Οι μεταρρυθμίσεις και μόνο, εγγυώνται την ασφαλή και ανθεκτική πλοήγηση της χώρα, στην κατεύθυνση κατά πρώτον της επιβίωσης και κατά δεύτερον της ευημερίας. Κάθε στιγμή που κυλάει ανεκμετάλλευτη, αντιστοιχεί σε ένα βήμα στο κενό.