Τι θα αποφασίσει η ΕΚΤ στην Αθήνα
Shutterstock
Shutterstock

Τι θα αποφασίσει η ΕΚΤ στην Αθήνα

Ιστορικής σημασίας θα είναι η συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που θα πραγματοποιηθεί στις 25-26 Οκτωβρίου στην Αθήνα και στις εγκαταστάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος. Μία συνεδρίαση-ορόσημο τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρωζώνη. Η επιλογή της Αθήνας επισφραγίζει την αλλαγή σελίδας για την ελληνική οικονομία καθώς η ΕΚΤ συνεδριάζει στη χώρα μας μετά από δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια. Δεν είναι τυχαίο, μάλιστα, ότι η συνεδρίαση της Αθήνας συμπίπτει με την αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου στην επενδυτική βαθμίδα. Για την Ευρωζώνη, θα είναι η πρώτη φορά μετά από δέκα διαδοχικές αυξήσεις που η ΕΚΤ, με φόντο την εκτίναξη των ομολογιακών αποδόσεων αλλά και τις τελευταίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, θα πατήσει «pause».

Οι προετοιμασίες στην Τράπεζα της Ελλάδος είναι πυρετώδεις για να φιλοξενήσει τους αξιωματούχους της Ευρωτράπεζας και την κρίσιμη συνέντευξη Τύπου της Κριστίν Λαγκάρντ αμέσως μετά την ψηφοφορία της Επιτροπής Νομισματικής Πολιτικής την Πέμπτη 26/10. Σημειώνεται ότι η ΕΚΤ συνεδριάζει εκτός Φρανκφούρτης μόνο μία φορά το χρόνο, μετά από αίτημα των ενδιαφερόμενων χωρών-μελών. Η έγκριση του αιτήματος της ΤτΕ υποδηλώνει, επίσης, την αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, όπου ο Γιάννης Στουρνάρας έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στα «περιστέρια», μαζί με τους Ιταλούς Φάμπιο Πανέτα και Ινιάτσιο Βίσκο, αλλά και τον Πορτογάλο Μάριο Σεντένο.

Τώρα όσον αφορά στα επιτόκια, η συνεδρίαση της Αθήνας θα είναι, όπως όλα δείχνουν, αυτή που θα δώσει τέλος στον κύκλο σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής. Μετά από δέκα διαδοχικές αυξήσεις από τον Ιούλιο του 2022 έως και τον Σεπτέμβριο του 2023, η ΕΚΤ δεν θα ανεβάσει τον πήχη του κόστους δανεισμού στην Ευρωζώνη, διατηρώντας το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων στο 4%, που είναι το υψηλότερο από τη γέννηση του ευρώ.

Πληροφορίες αναφέρουν ότι τα θέματα που θα συζητηθούν στην Αθήνα, εκτός από τα επιτόκια, θα είναι ο τερματισμός του έκτακτου προγράμματος αγοράς ομολόγων της πανδημίας ή PEPP, αλλά και ένα τρίτο ζήτημα που έχει ανάψει φωτιές στη Φρανκφούρτη και σχετίζεται με τα υποχρεωτικά ελάχιστα αποθεματικά των εμπορικών τραπεζών. Το λόμπι των «γερακιών», του οποίου ηγείται ο Ολλανδός Κλας Νοτ, ασκεί πιέσεις για τον πρόωρο τερματισμό του PEPP. Βασικό επιχείρημα είναι ότι έχει λήξει η πανδημία και δεν υπάρχει πλέον λόγος να συνεχίζονται οι επανεπενδύσεις των κεφαλαίων. Τα γεράκια θα ήθελαν προς το τέλος του 2023 ή στις αρχές του 2024 να ανακοινωθεί ο τερματισμός των επανεπενδύσεων του PEPP έως τον Ιούνιο, όταν κανονικά τερματίζονται στο τέλος του έτους. 

Όμως ο αντίλογος είναι ισχυρός. Η οικονομία μπορεί να εμφανίζει μέχρι στιγμής αντοχές αλλά οι εστίες αβεβαιότητας είναι πολλές, η Γερμανία βρίσκεται ήδη σε ύφεση, στην οποία θα παραμείνει έως και για τέσσερα τρίμηνα, και ο ορίζοντας είναι γεμάτος μαύρα σύννεφα. Οι επανεπενδύσεις του PEPP λειτουργούν ως αντίβαρο στην επιδείνωση των συνθηκών ρευστότητας και δεν υφίσταται σοβαρός λόγος πρόωρου τερματισμού τους. 

Στο ήδη θολό τοπίο έρχονται να προστεθούν και οι ανησυχίες που γεννάει ο πόλεμος στο Ισραήλ. Στην ΕΚΤ εξετάζεται, μάλιστα, ένα δυσμενές σενάριο για το οποίο μέχρι στιγμής δεν υπάρχει απάντηση. Αν ο πόλεμος κλιμακωθεί με επίθεση του Ισραήλ κατά των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, με φόντο την ξεκάθαρη υποστήριξη του Ιράν στη Χαμάς, η Ευρώπη κινδυνεύει με μακρά περίοδο στασιμοπληθωρισμού. Οι τιμές του πετρελαίου θα κινδυνεύουν φτάσουν σε δυσθεώρητα επίπεδα, ο πληθωρισμός θα πάρει εκ νέου την ανιούσα και η οικονομία θα παλεύει μέσα σε έναν βάλτο μεταξύ ύφεσης και στασιμότητας. 

Για την ιστορία, σημειώνεται πως η συνεδρίαση της ΕΚΤ στην Αθήνα είναι η τελευταία που θα λάβει μέρος ο Ιταλός κεντρικός τραπεζίτης Βίσκο που είναι το δεύτερο παλαιότερο στέλεχος της ΕΚΤ μετά τον Ολλανδό Κλας Νοτ και αποχωρεί στο τέλος του μήνα. Με την αποχώρηση του Βίσκο, ο Γ. Στουρνάρας θα γίνει ο τρίτος παλαιότερος στο δ.σ. Έχει επίσης το ενδιαφέρον του, το γεγονός ότι ο Νοτ είναι ο μοναδικός από τα σημερινά στελέχη της ΕΚΤ που έχει προλάβει αυξήσεις επιτοκίων το μακρινό 2008.