Από το… σκάνδαλο Novartis στις υποκλοπές και τελικά όλα στον κουβά…
Shutterstock
Shutterstock

Από το… σκάνδαλο Novartis στις υποκλοπές και τελικά όλα στον κουβά…

Τι πράγμα; Δεν παρακολούθησε η ΕΥΠ ή άλλη εντεταλμένη με την προστασία της δημόσιας ασφάλειας κρατική υπηρεσία χρησιμοποιώντας το λογισμικό predator; Αίσχος! Και πώς θα πορευτούν από τούδε οι σεναριογράφοι της συνωμοσίας; Οι υποκλοπές, όπως και η Novartis ήταν μια κάποια λύση. Βολεύονταν κι η Αντιπολίτευση, έβρισκε την ευκαιρία να κάνει μια κάποια δουλειά αντιπολίτευσης…

Η ουσιαστική σε περιεχόμενο, επεξηγηματική και δωρική στην αντίληψη ανακοίνωση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευτυχίας Αδειλίνη για το αποτέλεσμα της προκαταρκτικής εξέτασης σχετικά με κυβερνητική εμπλοκή σε σκάνδαλο υποκλοπών βάζει τέλος σε μια διετή ιστορία, η οποία πάντως δεν συγκίνησε την κοινή γνώμη.

Οι πολίτες στην πλειονότητα τους δεν «τσίμπησαν» στη συνωμοσία δήθεν κυβερνητικών υποκλοπών με «ενορχηστρωτή», τον Γρηγόρη Δημητριάδη, όπως «ήθελε» το σενάριο. Αρκέστηκαν στη γνώση και στη βεβαιότητα τους ότι η ΕΥΠ πρέπει και δύναται να παρακολουθεί «στόχους» με νόμιμες επισυνδέσεις οι οποίες όπως άλλωστε ελέγχθηκαν, τελούν υπό την πολλαπλή εισαγγελική έγκριση. 

Ειπώθηκε τότε χαρακτηριστικά ότι κανένας όσο ψηλά κι αν βρίσκεται στην ιεραρχική δομή του Κράτους δεν πρέπει να εξαιρείται της έννομης τηλεφωνικής παρακολούθησης, κάτι που στο οποίο συμφώνησαν οι πολλοί.

Γράφει η κυρία Αδειλίνη στην ενημέρωση της:

«Από το πιο πάνω πλούσιο αποδεικτικό υλικό συνάγεται αναντίλεκτα ότι δεν υπήρξε καμία απολύτως εμπλοκή με το κατασκοπευτικό λογισμικό predator ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο λογισμικό κρατικής υπηρεσίας και δη της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ), της Αντιτρομοκρατικής (Δ.Α.Ε.Ε.Β.) και γενικότερα της ΕΛΑΣ (Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη) ή οποιουδήποτε κρατικού λειτουργού», 

Για να συμπληρώσει:

«Ως προς δε τις διατάξεις περί άρσης απορρήτου των επικοινωνιών, που εκδόθηκαν από την τότε Εισαγγελέα της ΕΥΠ και αφορούν τα έτη 2020-2024, τηρήθηκε απαρέγκλιτα η διαδικασία που προβλέπεται από το Νόμο, ο οποίος, εκτός των άλλων,  διαχρονικά, δεν αξιώνει την παράθεση ειδικής αιτιολογίας στις ως άνω διατάξεις, η σχετική δε πρόβλεψη, η οποία θεσμοθετήθηκε το πρώτον με το Ν. 2225/1994, διατηρήθηκε συνεχώς από όλες τις Κυβερνήσεις μέχρι τον νέο Ν. 5002/9-12-2022, ενώ είναι σύμφωνη και με το πνεύμα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ.την απόφαση της 16/2/2023 του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-349/21). Σημειώνεται εξάλλου ότι για την ανωτέρω Εισαγγελέα της ΕΥΠ, μετά τη διενεργηθείσα σχετικά πειθαρχική προκαταρκτική εξέταση από Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, εκδόθηκε απαλλακτικό πόρισμα, με το οποίο συμφώνησε, θέτοντας την υπόθεση στο αρχείο, και η Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, Πρόεδρος του Συμβουλίου Επιθεώρησης των Δικαστηρίων».

Είναι προφανώς εντελώς διαφορετική περίπτωση οι υποκλοπές από μέρους ιδιωτών με το σύστημα predator για τις οποίες ασκούνται διώξεις. 

Η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου διευκρινίζει:

«Περαιτέρω προέκυψαν «επαρκείς ενδείξεις»στο στάδιο αυτό για την κίνηση ποινικής δίωξης σε βάρος ορισμένων νομίμων εκπροσώπων και πραγματικών ιδιοκτητών εταιρειών, για αξιόποινες πράξεις, όπως της παραβίασης του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας κλπ. Οι πράξεις όμως αυτές, λόγω της επί το επιεικέστερο τροποποίησής τους το 2019, με τον νέο ΠΚ (ν. 4619/2019), τιμωρούνται σε βαθμό πλημμελήματος και παρά το γεγονός ότι υπό το προγενέστερο, αλλά και το σημερινό νομικό καθεστώς (παλαιός ΠΚ και άρθρο 10 του ν.5002/9-12-2022, που τροποποίησε το νέο ΠΚ) έχουν χαρακτήρα κακουργήματος, κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναδρομικής ισχύος του επιεικέστερου νόμου (άρθρο 2 ΠΚ), ενόψει και του χρόνου τέλεσης αυτών, που αφορά τα έτη 2020 και 2021».

Αδύνατον να μην προσεχθεί, εδώ, η σπουδή της κυβέρνησης Τσίπρα να ελαφρύνει τον χαρακτήρα των συγκεκριμένων εγκληματικών πράξεων, άρα και το ύψος των αντίστοιχων ποινών κατά την ψήφιση του ΠΚ λίγο πριν από τις Εκλογές του 2019!

Στο σκέλος των ιδιωτικού ενδιαφέροντος υποκλοπών η κυρία Αδειλίνη υπογραμμίζει:

«Οι απαιτούμενες αυτές στο παρόν στάδιο «επαρκείς ενδείξεις» για την κίνηση της ποινικής δίωξης κατά των ως άνω ιδιωτών, οι οποίες ερείδονται κυρίως στη διαπίστωση ότι οι εν λόγω εταιρείες εμπλέκονται σε ανάλογες πράξεις παραβίασης απορρήτου τηλεφωνικής επικοινωνίας κ.α, πολιτικών, δημοσιογράφων κ.λπ και σε άλλες χώρες, σε συνδυασμό με το γεγονός της ύπαρξης παρόμοιων «στόχων» και στην Ελλάδα, κρίθηκε ότι πρέπει να οδηγήσουν τη σχετική κατηγορία στο ακροατήριο για να ελεγχθεί η βασιμότητα αυτής ή όχι».

Και δεδομένου του διετούς  δράματος περί της Μητσοτακικής έμπνευσης «ισοπέδωση» του Κράτους Δικαίου, η ανακοίνωση της Εισαγγελέως του Ανωτάτου Δικαστηρίου κλείνει ως εξής:

«Τέλος, επισημαίνεται ότι σε καμία άλλη χώρα δεν διεξήχθη τόσο ενδελεχής (Δικαστική) έρευνα -με τη συμμετοχή μάλιστα και τριών Aνεξαρτήτων Αρχών- για παρόμοια υπόθεση, στις περισσότερες δε περιπτώσεις οι ανάλογες έρευνες κατέληξαν σε επιβολή απλών κυρώσεων και δη προστίμων σε βάρος των ανωτέρω εμπλεκομένων εταιρειών»

Κι αν η πλειονότητα της κοινής γνώμης επέδειξε πρωτοφανή ψυχραιμία κατά την εξέλιξη των δυο σκηνοθετημένων από την ΣΥΡΙΖΑϊκή αντιπολίτευση κι άλλους κύκλους υποτιθέμενων κυβερνητικών σκανδάλων, το ίδιο δεν μπορεί κατ´ απόλυτο τρόπο να ειπωθεί για την κυβέρνηση.

Στην κατασκευασμένη υπόθεση που προωθήθηκε με σειρά δημοσιευμάτων βασισμένων σε πληροφορίες, που πρέπει να διερευνηθούν, οι νόμιμες επισυνδέσεις της ΕΥΠ συνδυάστηκαν σκοπίμως με το λογισμικό predator. Υπενθυμίζω ότι η αρμοδιότητα της Κρατικής Υπηρεσίας ανήκε στον Πρωθυπουργό και έτσι το Επιτελικό Κράτος αναδεικνυόταν σε κεντρικό στόχο.

Η σπουδή να απομακρυνθεί πάραυτα ο Γρηγόρης Δημητριάδης από τη θέση του γενικού γραμματέα του Πρωθυπουργού κρίνεται, εκ των υστέρων, βεβιασμένη. 

Στη συνέχεια, όταν έκατσε ο κουρνιαχτός των «αποκαλύψεων» συνειδητοποιήθηκε πως επιχειρήθηκε απροκάλυπτα να πληγεί το κύρος και η αξιοπιστία του Μητσοτάκη, προπάντων να του αφαιρεθεί το συγκριτικό του πλεονέκτημα, που συνοψιζόταν στο πρόσωπο του Δημητριάδη.

Εξακολουθεί να εντυπωσιάζει πως δυο χρόνια μετά τον 15Αύγουστο του 2022 η απουσία του από το Μαξίμου σχολιάζεται ακόμη:

Από αντιπάλους που δεν θέλουν να ξαναβρούν τον Δημητριάδη στο διάβα τους,

Κι από τους θετικά διακείμενους προς τον Μητσοτάκη, οι οποίοι θα συμβούλευαν να έχει δίπλα του τον ανεκτίμητο ανιψιό του…