Ε όχι και να παραπονείται ο ΣΥΡΙΖΑ για πολιτική υστερία, κε Βούτση

Ε όχι και να παραπονείται ο ΣΥΡΙΖΑ για πολιτική υστερία, κε Βούτση

Του Γιάννη Σιδέρη

Λάβρος ο Πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, κατήγγειλε - ως ομιλητής βουλευτής επί του Προϋπολογισμού - ότι «κυοφορείται ένα αντι-ΣΥΡΙΖΑ πολιτικό μέτωπο πάνω σε σαθρά υλικά, σε πολιτικές ιδιοτέλειες και σε βαθιά συντηρητική πολιτική. Οι εμπνευστές του θα διαψευσθούν» είπε και κατηγόρησε τα κόμματα της αντιπολίτευσης πως «αντί αμηχανίας διάψευσης και προφανούς έλλειψης εναλλακτικής στρατηγικής έχουν επιστρατευτεί»! Ποιος μιλάει για πολιτική υστερία!

Εκ των προτέρων θα αναγνωρίσουμε ένα ίχνος αληθείας στα λεγόμενά του. Ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης (πλην ΚΚΕ φυσικά) έχουν «προφανή έλλειψη εναλλακτικής». Είναι όμως δυνατόν, από κόμμα που αυτοπροσδιορίζεται ως... ριζοσπαστική Αριστερά, να επαίρεται γι' αυτό; Να κατηγορεί δηλαδή τα νεοφιλελεύθερα - κατά την ρητορική του - κόμματα (ήτοι ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι) για έλλειψη εναλλακτικής; Μα αν έχουν τέτοια έλλειψη, και δεδομένου ότι αυτά τα κόμματα δεν άλλαξαν ιδεολογικά, αυτό σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ άλλαξε και προσχώρησε στην - χαρακτηριζόμενη ως – νεοφιλελεύθερη ατζέντα τους!

Ο ΠτΒ έκανε και μια άλλη παραδοχή. Διερωτήθη ρητορικώς προς την αντιπολίτευση εάν πιστεύει ότι «η πορεία ανατράπηκε το 2014 από κάποιους που κορόιδεψαν τον λαό». Ο ίδιος έδωσε την εξήγηση, ότι «οι Θεσμοί σήμερα για δικούς τους λόγους υποστηρίζουν τον οδικό χάρτη που εδράζεται στην σταθερότητα της χώρας».

Δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε ο ευπειθής εντεταλμένος των θεσμών, εξαιτίας του οποίου υπάρχει σταθερότητα στη χώρα, αφού ο λαός δεν βγαίνει στους δρόμους (το είχε χρησιμοποιήσει και ως επιχείρημα ο κ. Τσίπρας).

Είναι άχαρο να επανέρχεται κανείς στα ίδια, αλλά η έλλειψη αυτοσυνείδησης και μετριοπάθειας, η προσπάθεια απάλειψης πρόσφατων στιγμών - μόλις τρία χρόνια πριν – της συμπεριφοράς του ΣΥΡΙΖΑ προς τους πολιτικούς του αντιπάλους, είναι προσβλητική, για τους νουνεχείς και μνήμονες πολίτες. Είναι δυνατόν το κόμμα που διακήρυττε με μίσος «ή εμείς ή αυτοί», να καταγγέλλει για πολιτική υστερία και προσπάθεια κυοφορίας «αντι ΣΥΡΙΖΑ μετώπου»; Και αν υποθέσουμε ότι συνέβαινε κάτι τέτοιο, η ερώτηση που αναδύεται, είναι: Γιατί όχι;

Οι... «αυτοί» θα είχαν κάθε δικαίωμα να συμπήξουν τέτοιο μέτωπο, αφ'' ης στιγμής στην πολιτική ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ επί πενταετία ήταν οι οι αλλότριοι, οι διαφορετικοί, οι εχθροί (κάτι που δεν ήταν φυσικά ο «κεντρώος» συγκυβερνήτης Πάνος).

Είναι λυπηρό να βλέπεις την Αυγή να παιανίζει πρωτοσέλιδα τις αξιολογήσεις της Deutsche Bank για την οικονομία. Είναι περισσότερο λυπηρό να βλέπεις τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να λένε ότι το κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη, ήταν απλώς ένα προεκλογικό σύνθημα. Να τους βλέπεις στη Βουλή να επικαλούνται αγωνιωδώς την ανάγκη στήριξης των τραπεζών (που πλέον δεν είναι πλέον κοράκια του καζινοκαπιταλισμού και δεν πίνουν το αίμα του λαού), να μιλάνε ψευδώς για την ανάπτυξη που έρχεται. Την οποία ανάπτυξη που, ειρήσθω εν παρόδω, την περιμέναμε στο 2,7%, στα πρώτα δείγματα αποτυχίας ο πρωθυπουργός με ψαλιδισμένη βεβαιότητα, εξέφρασε «πίστη» ότι αυτή θα περάσει το 2%, και τώρα πιάνει - δεν πιάνει το 1,6%).

Είναι προσβλητικό για τη νοημοσύνη του μέσου πολίτη, να τους ακούει σωρηδόν να κατηγορούν την αντιπολίτευση για δημιουργία «εμφυλιοπολεμικού κλίματος»! Ποιοι; Αυτοί που αναίσχυντα και ανερυθρίαστα, μετά από 60 χρόνια, επανέφεραν τον εμφύλιο, όχι μόνο στην πολιτική αλλά και στην κοινωνική ζωή; Που δημιούργησαν εχθρότητα, διαχώρισαν τον κόσμο, προσέβαλαν, κονιορτοποίησαν υπολήψεις, καθοδήγησαν υστερικά και ανορθολογικά το ποίμνιό τους, για να το κοροϊδέψουν στο τέλος, και αφού το χρησιμοποίησαν ως ιμάντα να ανέλθουν στην εξουσία, τώρα το καλούν να χειροκροτεί αυτά που κατήγγειλε στις πλατείες!

Αυτά ως προς τη μαύρη τρύπα της πολιτικής ηθικής που εντοπίζεται στον αστερισμό του ΣΥΡΙΖΑ. Πέραν αυτής υπάρχει και η παροιμιώδης διοικητική του ανικανότης. Το ταξικό χρέος για ένα αριστερό κόμμα, θα ήταν χτύπημα της μεγάλης φοροδιαφυγής. Αντί αυτού το μεγάλο εθνικό και πολυεθνικό χαμόγελο γελάει σαρδόνια.

Παρακολουθώντας τη συζήτηση του προϋπολογισμού, νιώθεις θεατής σε ένα θέατρο του παραλόγου. Βουλευτές και υπουργοί που κουνούσαν το δάχτυλο και κατήγγειλαν αυτά που υπαγόρευαν οι ιδέες τους, ξανακουνάνε το δάκτυλο, υπέρ αυτών τα οποία κατήγγειλαν γιατί τους τα υπαγόρευαν οι ιδέες τους!