Ο... φερετζές των εκλογών και η ανάγκη Τσίπρα για πόλωση

Ο... φερετζές των εκλογών και η ανάγκη Τσίπρα για πόλωση

Στις 8 Δεκεμβρίου ο Αλέξης Τσίπρας δήλωνε στο Ήπειρος TV αναφορικά με το γιατί δεν θέτει θέμα εκλογών, ότι «ξέρετε, έχω διατελέσει πρωθυπουργός. Και γνωρίζω πάρα πολύ καλά ότι το τελευταίο πράγμα που κάνει ένας πρωθυπουργός είναι να κάνει εκλογές επειδή του το ζητάει ο αντίπαλός του». Τι ακριβώς άλλαξε από εκείνη την ημέρα πέραν της απέλπιδος προσπάθειας του ίδιου και των στελεχών του να εργαλειοποιήσουν μια επιστημονική μελέτη;

Το αίτημα των εκλογών δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία. Ήταν ζήτημα χρόνου για τον Αλέξη Τσίπρα παρότι επιχείρησε κατ επανάληψη να τοποθετηθεί επ' αυτού ως σοβαρή αντιπολίτευση κυρίως όμως εξ αιτίας του γεγονότος πως υπολείπεται στο σύνολο των δημοσκοπήσεων με διψήφιο ποσοστό. Από το καλοκαίρι άλλωστε ζητά να «φύγει» αυτή η κυβέρνηση και καλεί την κοινωνία να αντιδράσει και να δημιουργήσει έστω και εικονικές συνθήκες αμφισβήτησης της δεδηλωμένης.

Ακόμη και η παρέμβασή του το Σάββατο είχε προαναγγελθεί από την Παρασκευή όταν μετά τη συνεδρίαση του Πολιτικού Κέντρου διέρρευσε πως προτίθεται να ζητήσει παραίτηση Μητσοτάκη και προκήρυξη εκλογών. Πληροφορία που είδε το φως της δημοσιότητας χωρίς να διαψευστεί.

Το ερώτημα, αν υπήρξε ποτέ σχετικό ερώτημα, δεδομένης της θέσης που είχε εκφράσει και ο ίδιος μιλώντας στο Ήπειρος TV, στο μεσοδιάστημα μεταξύ των δύο εκλογικών διαδικασιών για την εκλογή αρχηγού στο ΚΙΝΑΛ, ήταν πότε θα θέσει το σχετικό αίτημα τις ημέρες που απομένουν έως το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ.

«Ξέρετε, έχω διατελέσει πρωθυπουργός. Και γνωρίζω πάρα πολύ καλά ότι το τελευταίο πράγμα που κάνει ένας πρωθυπουργός είναι να κάνει εκλογές επειδή του το ζητάει ο αντίπαλός του» δήλωνε στις 8 Δεκεμβρίου ο Αλέξης Τσίπρας που τώρα κάνει σημαία του το αίτημα της παραίτησης και της προσφυγής στις κάλπες ζητώντας την ετυμηγορία του λαού, ενώ παράλληλα ζητά και την ενεργοποίησή του για να διεκδικήσει τα συνταγματικά του δικαιώματα παραπέμποντας ουσιαστικά στη λογική των «Θεματοφυλάκων».

Κάτι που επανέλαβε χθες και ο Δημήτρης Τζανακόπουλος δηλώνοντας πως «ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία θα πρωταγωνιστήσει στην προσπάθεια να διαμορφωθεί ένα μεγάλο λαϊκό κοινωνικό ρεύμα που θα διεκδικήσει το συνταγματικό του δικαίωμα να αποφασίσει για τη ζωή του, ένα κοινωνικό ρεύμα που θα επιβάλει τη διενέργεια εκλογών».

Οι εξελίξεις στο ΚΙΝΑΛ και τα πρώτα σημάδια που καταγράφονται στις δημοσκοπήσεις, επιτάχυναν τις όποιες αποφάσεις που συνδέονται άμεσα με την ανάγκη πόλωσης - συσπείρωσης οπαδών και ψηφοφόρων. Η κατάσταση άλλωστε στο εσωτερικό του κόμματος, όπου τα μαχαίρια έχουν βγεί και το ξεκαθάρισμα λογαριασμών, είτε προσωπικών είτε μεταξύ τάσεων, έχει δρομολογηθεί, δεν επέτρεπε περαιτέρω καθυστερήσεις, τουλάχιστον όχι πέραν του Ιανουαρίου.

Είναι άλλωστε μια πάγια τακτική στο πολιτικό – κομματικό σκηνικό, να τίθεται το αίτημα των εκλογών προκειμένου οι... λοχαγοί και οι παρατρεχάμενοι να σταματήσουν να ερίζουν μεταξύ τους ή και να αμφισβητούν τις κινήσεις της εκάστοτε ηγεσίας και να τάσσονται πίσω από έναν κοινό σκοπό όπως αυτός.

Το αίτημα των εκλογών δεν αφορά τον Πρωθυπουργό και την Κυβέρνηση. Ούτε καν την πλειοψηφία των πολιτών. Αφορά τον κομματικό περίγυρο του Αλέξη Τσίπρα και την αγωνία του ΣΥΡΙΖΑ να διατηρήσει στις αγκάλες του όσους ψηφοφόρους εξακολουθούν να δηλώνουν πως θα τον ψηφίσουν στις επόμενες εκλογές και να επαναπροσελκύσει αυτούς που καταγράφονται είτε στους αναποφάσιστους είτε σε αυτούς που ετοιμάζονται να επαναπατριστούν στο ΚΙΝΑΛ – ΠΑΣΟΚ.

Με ένα αίτημα που γνωρίζει πως δεν θα γίνει αποδεκτό, τουλάχιστον στην παρούσα φάση επιδιώκει:

  • Να πείσει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε τροχιά ανάκαμψης
  • Να δώσει την εικόνα της εν αναμονής κυβέρνησης
  • Να δημιουργήσει την εντύπωση πως είναι ένα κόμμα που δύναται να επανέλθει στην εξουσία
  • Να δείξει πως έχει την ανάλογη πολιτική αυτοπεποίθηση έναντι του Κυριάκου Μητσοτάκη
  • Nα θέσει διλήμματα στο ΚΙΝΑΛ- ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη με πρόσχημα την προοδευτική κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ και με πρωθυπουργό τον ίδιο

Κυρίαρχο συστατικό του αιτήματος για εκλογές τα εσωκομματικά. Το συνέδριο δύσκολα θα είναι αναίμακτο και το αίτημα δύναται να συμβάλει σε χαμηλότερους τόνους αφού η εικόνα των συγκρούσεων μεταξύ των τάσεων και μεταξύ στελεχών είναι διαρκής. Η περίπτωση Φίλη που δέχθηκε επιθέσεις ακόμη και από την Αυγή για το θέμα της ΠΟΕΔΗΝ χαρακτηριστική.

Ενδεικτικότερη όμως αυτή του Ανδρέα Ξανθού ο οποίος σε συνέντευξή του στην Αυγή της Κυριακής αναφορικά με τις εσωκομματικές επιθέσεις που δέχθηκε για το ίδιο θέμα δήλωσε:

«Με ξένισε η απρόσμενα τοξική και συντονισμένη επίθεση, που δεν είχε καμιά σχέση με συντροφική κριτική και αριστερό ήθος. Προφανώς, το «ατόπημα», δηλαδή η τήρηση απόστασης από μια ακραία συνδικαλιστική καταγγελία, δεν δικαιολογεί αυτή την ανθρωποφαγική διάθεση» για να προσθέσει ότι «Ας μείνουμε στην πρόσφατη συλλογική μας δέσμευση στη συνεδρίαση της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία ότι δεν θα επιτρέψουμε να επαναληφθούν τέτοιες αθλιότητες εναντίον κανενός στελέχους ή μέλους του κόμματος. Ειδικά στην πορεία προς το συνέδριο».

Τοξικές οι επιθέσεις και «ακραία συνδικαλιστική καταγγελία» αυτή της ΠΟΕΔΗΝ που υιοθέτησε άμεσα και ο Αλέξης Τσίπρας χρησιμοποιώντας την ως προμετωπίδα στην αντικυβερνητική του τακτική πριν πιάσει τη μελέτη Τσιόδρα – Λυτρα για την οποία ο καθηγητής επικεφαλής της επιτροπής λοιμοξιωλόγων ζήτησε να μην εργαλειοποιείται σε πολιτικές αντιπαραθέσεις.

Το αίτημα των εκλογών αποτελεί ένα πυροτέχνημα που η ηγεσία της Κουμουνδούρου επιθυμεί να διατηρηθεί στον πολιτικό ορίζοντα τουλάχιστον μέχρι το συνέδριο του κόμματος, αλλά και να χρησιμοποιηθεί στο πεδίο της πόλωσης για να αποφευχθεί η παγίωση των διαρροών προς το ΚΙΝΑΛ – ΠΑΣΟΚ. Είναι ο... φερετζές πίσω από τον οποίο επιχειρείται να κρυφτούν τα προβλήματα και η πολιτική ένδεια, η έλλειψη προτάσεων αλλά και η τακτική του κλεισίματος των ματιών προς τους ανεμβολίαστους τα αυτιά των οποίων χαϊδεύει ο ΣΥΡΙΖΑ από την αρχή σχεδόν της πανδημίας καταψηφίζοντας τις όποιες πρωτοβουλίες της κυβέρνησης εν αντιθέσει με την πρακτική που εφαρμόζεται σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.

Το παράδειγμα της Βρετανία νωπό. Η αξιωματική αντιπολίτευση ψήφισε μέτρα που καταψήφισαν, για εσωκομματικούς λόγους, τα μέλη της κυβερνητικής πλειοψηφίας με γνώμονα το γενικότερο καλό. Αποτέλεσμα, ο επικεφαλής των εργατικών προηγείται σε όλες τις δημοσκοπήσεις όπως και το κόμμα αφού φέρεται να αντιμετωπίζει ένα μείζονος σημασίας θέμα για τη δημόσια υγεία και κατ επέκταση για την οικονομία με τη δέουσα σοβαρότητα.

Εδώ ισχύει αυτό που ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε στη Βουλή το περασμένο Σάββατο σχολιάζοντας τη φράση του Αλέξη Τσίπρα ότι «βάλαμε πλάτη στην πανδημία». Συγκεκριμένα, ο Πρωθυπουργός τόνισε ότι:

«Είπατε με περίσσιο θράσος ότι βάλατε πλάτη, βάλατε πλάτη. 17 πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης καταψηφίσατε, 17 τον αριθμό» προσθέτοντας «Πάμε να τα δούμε λοιπόν πόσο πλάτη βάλατε:

  • Καταψηφίσατε την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού των υγειονομικών.
  • Καταψηφίσατε, προσέξτε, τα αυστηρά πρόστιμα για τα πλαστά πιστοποιητικά εμβολιασμού.
  • Καταψηφίσατε τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των άνω των 60.
  • Καταψηφίσατε τις αυστηρές ποινές στους αντιεμβολιαστές γονείς που δεν στέλνουν τα παιδιά στο σχολείο.

Να τη χαίρεστε τη στήριξη που μας παρείχατε, κ. Τσίπρα. Να τη χαίρεστε».