Συνέδριο ΣΥΡΙΖΑ: Νέα αρχή με εσωκομματικές συγκρούσεις

Συνέδριο ΣΥΡΙΖΑ: Νέα αρχή με εσωκομματικές συγκρούσεις

Τι άφησε αλήθεια πίσω του το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ; Τι κρατάμε από την ομιλία Τσίπρα, την διαφοροποίηση της «Ομπρέλας», τους άξονες για την αντιμετώπιση της ακρίβειας; Από μια πρώτη ανάγνωση, προκύπτουν τέσσερα θετικά και τέσσερα αρνητικά σημεία από τις τετραήμερες εργασίες του συνεδρίου της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Το πρώτο θετικό είναι ότι το συνέδριο κατάφερε να συγκεντρώσει πάνω του, τους προβολείς της δημοσιότητας, γεγονός που έχει καιρό να συμβεί με άλλα συνέδρια κομμάτων όπου πολλά από αυτά κατέληξαν στα αζήτητα. Στην προκειμένη περίπτωση δεν συνέβη αυτό. Με αφορμή μάλιστα τη δήλωση Τσίπρα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» αντηλλάγησαν και πυρά μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Κυβέρνησης.

Δεύτερο θετικό στοιχείο, το γεγονός ότι επιδιώχθηκε να είναι, ένα Συνέδριο νέας αρχής, την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μεγάλη ανάγκη, καθώς κουβαλάει για διάστημα, πέραν του φυσιολογικού, ακροαστικά ήττας, τα οποία και δεν μπορεί να ξεπεράσει εύκολα.

Τρίτο θετικό στοιχείο είναι ότι επιχειρήθηκε και υλοποιήθηκε, η ηγεμονία του Αλέξη Τσίπρα μέσα από το ποσοστό 76% που πήρε κατά την ψηφοφορία η πρότασή του για ενιαία κάλπη με την οποία θα αποφασιστεί η εκλογή προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ από τη βάση, όπως και η σύνθεση της νέας κεντρικής επιτροπής. Βέβαια, το ποσοστό 26% που απέσπασε η πρόταση της «Ομπρέλας» δεν περνά απαρατήρητο.

Τέταρτο και τελευταίο θετικό σημείο, ο συμβολισμός των 5+1 προγραμματικών αξόνων, ένα καλό επικοινωνιακά σχήμα, προκειμένου να γίνει το όχημα, ώστε να θυμάται ο κόσμος πως ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει εν πάσει περιπτώσει να προτείνει κάτι για τα φλέγοντα ζητήματα της επικαιρότητας και όχι μόνο. 

Ποια είναι τα τέσσερα αρνητικά, που λειτουργούν ελαφρώς και ως ένα χειρόφρενο για το ΣΥΡΙΖΑ; Όπως και να το δει κανείς, το 3ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα συνέδριο συγκρούσεων, όπου ακούστηκαν έως και «γαλλικά», γεγονός όχι και τόσο επιθυμητό όταν βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο και υποτίθεται ότι τα κόμματα πρέπει να αποπνέουν το κολλαγόνο της εξουσίας. Η Αριστερά βέβαια μας έχει συνηθίσει σε τέτοιου είδους καταστάσεις συγκρούσεων παραδοσιακά. Κάποιοι μάλιστα θα πουν ότι αυτό είναι Δημοκρατία.

Το δεύτερο από τα τέσσερα αρνητικά στοιχεία είναι πως επρόκειτο για ένα συνέδριο πιστοποίησης της εσωκομματικής αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ. Αν μάλιστα αληθεύει ότι η «Ομπρέλα» δεν δέχεται τον όρο εσωκομματική αντιπολίτευση, αλλά υποστηρίζει ότι η ίδια αποτελεί έναν άξονα διαφορετικής ουσιαστικής άποψης, μιλάμε για κάτι πολύ πιο βαρύ. Δηλαδή για την ύπαρξη σοβαρών πολιτικών διαφωνιών, επομένως το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στην αμφισβήτηση του αρχηγού ως προς το διαδικαστικό.

Σημειωτέον ότι σε παλαιότερες έρευνες, στο ερώτημα «ποιο πρόσωπο μπορεί να είναι ο επικρατέστερος διάδοχος του Αλ. Τσίπρα σε περίπτωση που ο ίδιος ο Α. Τσίπρας με δική του επιλογή αποχωρούσε από την ηγεσία του κόμματος», δεν υπήρχε σαφής απάντηση. Σήμερα, η εικόνα είναι πιο συγκεκριμένη, αφού η απάντηση στο ερώτημα φαίνεται να έχει μάλλον το όνομα του Ευκλείδη Τσακαλώτου. 

Αν στις επόμενες εκλογές, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ χάσει γενικότερα ως προς τους πολιτικούς στόχους που αυτός έχει θέσει, η επόμενη ημέρα δείχνει πιο ξεκάθαρη, καθώς φαίνεται να υπάρχει εναλλακτική. Τα παραπάνω ενισχύονται από την παρέμβαση Τσακαλώτου ο οποίος διαφώνησε έντονα και δημοσίως με την πρόταση Τσίπρα για ενιαία κάλπη με την οποία θα αποφασιστεί η εκλογή προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ από τη βάση. Εξάλλου υπάρχουν και φωτογραφικά δεδομένα σχετικά με την αντιπαράθεση.

Το τρίτο αρνητικό στοιχείο είναι ότι το συνέδριο δεν είχε κάποιο χρηστικό μήνυμα προς τον πολίτη. Το κεντρικό του μήνυμα «Πολιτική Αλλαγή», μάλλον λέει ελάχιστα στον μέσο πολίτη εν έτει 2022 και με ανοικτά τόσα φλέγοντα ζητήματα. Σε αντιδιαστολή, θυμίζω ότι το σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2019, «Δίκαιη Ανάπτυξη για πολλούς», ήταν πολύ πιο συγκεκριμένο (το «για πολλούς» είχε προστεθεί παραμονές των εκλογών ώστε να συμπεριληφθεί, όσο αυτό ήταν δυνατό, η μεσαία τάξη).

Τότε βέβαια, απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ υπήρχε μια ΝΔ με σύνθημα «Ισχυρή Ανάπτυξη για Όλους». Συγκρίνοντας κανείς τα δύο εκείνα συνθήματα, με την Ελλάδα να έχει μόλις αποφοιτήσει από τα μνημόνια και να διψά για ανάπτυξη, της ΝΔ, έμοιαζε πιο επιθυμητό. Παρόλα αυτά, το τότε μήνυμα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν πιο συγκεκριμένο και δυνατό από το σημερινό, που μπορεί να είναι πολιτικώς ορθό, ωστόσο όχι τόσο αντιληπτό χρηστικά. 

Το τέταρτο και τελευταίο αρνητικό σημείο του συνεδρίου, είναι ότι οι 5+1 προγραμματικοί άξονες απευθύνονται ξανά στο κλασσικό κοινό του ΣΥΡΙΖΑ. Ένα κοινό που αποτελεί τη βάση του. Δεν εμπεριέχεται σε αυτούς τους πέντε άξονες, με έναν εύκολα αναγνώσιμο τρόπο, η μεσαία τάξη, στην απώλεια της οποίας κατά τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και η ήττα του, το 2019.

Αν και ο Αλέξης Τσίπρας έχει επιχειρήσει τα τελευταία χρόνια να επαναπροσεγγίσει ψηφοφόρους που επλήγησαν από τις πολιτικές της περιόδου 2015-2019, εντούτοις η μεσαία τάξη μοιάζει να απουσίαζε  από τις εξαγγελίες του τετραήμερου συνεδρίου ή τουλάχιστον δεν ήταν ευανάγνωστες οι προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Σαφή μηνύματα προς αυτήν δεν υπήρξαν, παρά μόνο κρυμμένες αναφορές που συνδέονταν με την Αναπτυξιακή Τράπεζα και τους αγρότες. 

Στην παρούσα συγκυρία όπου η ακρίβεια είναι δεδομένη, τα παραπάνω έχουν προφανή σημασία. Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή θυμίζει ένα διαβητικό ο οποίος βρίσκεται σε υπογλυκαιμικό σοκ, λόγω της ακρίβειας και των πολύ υψηλών τιμών ενέργειας. Στην περίπτωση του διαβητικού χρειάζεται επειγόντως να του χορηγηθεί ζάχαρη, στην περίπτωση της Ελλάδας το σοκ θεραπεύεται μόνο εφόσον βρεθεί άμεσα τρόπος συγκράτησης του ενεργειακού κόστους και της ακρίβειας. Η κυβέρνηση οφείλει άμεσα να θεραπεύσει το πρόβλημα, η αντιπολίτευση έχει κάθε λόγο να θέλει να το αναδείξει.

Συμπερασματικά, το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε απλά να σηματοδοτήσει μια νέα αρχή. Σαν ένα αυτοκίνητο, όπου ο οδηγός προσπαθεί να γυρίσει τη μίζα και να βάλει μπροστά, έπειτα από καιρό ακινησίας του οχήματος, το οποίο είχε μείνει από μπαταρία. 

Από μόνο του το συνέδριο δεν αρκεί, ώστε να ανέβει θεαματικά η συσπείρωση του κόμματος. Οι ψηφοφόροι θέλουν να ακούσουν με επιμονή και άλλες, πιο συγκεκριμένες προτάσεις, προκειμένου να πειστούν ώστε να δούμε το ΣΥΡΙΖΑ να ανακάμπτει, ενώ από την άλλη πλευρά, θα πρέπει και η ΝΔ να προβεί σε απίστευτα λάθη.

Παρά τη φθορά της κυβέρνησης, η διαφορά με την αξιωματική αντιπολίτευση στις δημοσκοπήσεις εξακολουθεί να βρίσκεται πολύ κοντά στα ποσοστά του 2019. Μπορεί να έχει πέσει από τα υψηλά επίπεδα του καλοκαιριού του 2020 όταν το προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ είχε φτάσει γύρω στις είκοσι μονάδες και τα ποσοστά σε πάνω από 40% με τις αναγωγές, αλλά παραμένει υψηλά συγκριτικά με το 2019 χωρίς βεβαίως να διαφαίνεται εύκολο πράγμα η αυτοδυναμία. 

Ένα τελευταίο ερώτημα αφορά στο ΚΙΝΑΛ, μετά και το μήνυμα Τσίπρα στις προοδευτικές δυνάμεις «ελάτε να κυβερνήσουμε μαζί». Όντας εδώ και καιρό σε μια «κατάσταση - σάντουιτς» το ΚΙΝΑΛ δείχνει αυτό-εγκλωβισμένο, σαν να εκπέμπει το μήνυμα ότι στο τέλος της ημέρας θα συμμαχήσει με το ΣΥΡΙΖΑ.

Χαρακτηριστική η αναφορά Ανδρουλάκη ότι το Κίνημα Αλλαγής θέλει προοδευτική διακυβέρνηση, η οποία να είναι σοσιαλδημοκρατική. Δεδομένου ότι τα σενάρια τόσο να παραμείνει μόνο του, όσο και να συνεργαστεί με τη ΝΔ, θεωρούνται δύσκολα, συνάγεται, δια της ατόπου απαγωγής, ότι η συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ ενδέχεται να είναι το μόνο που απομένει.


*Ο Δημήτρης Μαύρος είναι διευθύνων σύμβουλος MRB