Κινηματογραφώντας υπό το βλέμμα του Ραΐσι

Κινηματογραφώντας υπό το βλέμμα του Ραΐσι

 «Yπάρχει απόσταση μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας στην τηλεοπτική μου σειρά. Δεν μπορώ να δείξω την πραγματικότητα στο Ιράν, την πραγματική σχέση μεταξύ των δύο φύλων και των συζύγων, διότι – εάν το κάνω – θα υπάρχει πρόβλημα. Οι απαγορεύσεις που ισχύουν στο Ιράν είναι πολλές· εάν αναζητήσετε στο διαδίκτυο, θα τις βρείτε, δεν χρειάζεται να με ρωτήσετε». Σε αντίθεση με ταινίες άλλων Ιρανών σκηνοθετών, «το καθεστώς δεν προβληματίστηκε με τη σειρά μου, ίσως λόγω θεματικής (σ.σ κωμωδία με ήρωες δύο ηθοποιούς) - ευτυχώς».

Τα παραπάνω είχε τονίσει το Νοέμβριο του 2023 ο Ιρανός σκηνοθέτης και σεναριογράφος Νιμά Τζαβίντι (1980), με το πέρας επεισοδίων της σειράς του «Ο ηθοποιός» (The actor, 2023), στο πλαίσιο του 64ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (2023). Οι φράσεις του αρκούσαν για να υπενθυμίσουν τι συμβαίνει με την κινηματογραφική παραγωγή υπό το ισλαμικό καθεστώς του Ιράν και – στην τότε χρονική περίοδο – της σκληροπυρηνικής εσωτερικής πολιτικής του Εμπραχίμ Ραΐσι: οποιαδήποτε ταινία έχει έστω και μία αιχμή για το καθεστώς και τους αυστηρούς του νόμους, λογοκρίνεται και απαγορεύεται η προβολή της στη χώρα.

Ταινίες που στηλιτεύουν το καθεστώς ή ταινίες σκηνοθετών για τους οποίους είχε απαγορευτεί από το καθεστώς η καλλιτεχνική δημιουργία, προβάλλονται σε φεστιβάλ του εξωτερικού έχοντας πρωτίστως «φύγει» από τη χώρα με άλλες μεθόδους. Ενδεικτικό παράδειγμα το ντοκιμαντέρ του Τζαφάρ Παναχί (γενν. 1960), «This is not a film» (2011), το οποίο προβλήθηκε στις Κάννες έχοντας πρωτίστως «βγει από τη χώρα» γραμμένο σε ένα USB stick κρυμμένο μέσα σε ένα κέικ.

Ο Τζαφάρ Παναχί κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου, το 2010. Πηγή: AP Photo/Jan Bauer, File

Η υπό διωγμό κατάσταση των σκηνοθετών που επιρρίπτουν λεκτικά «πυρά» κατά του καθεστώτος είναι μία πραγματικότητα που ίσχυε και πριν από την άνοδο του Ραΐσι στην εξουσία, το 2021. Μιας και το παρόν κείμενο συντάσσεται με αφορμή την εκδημία του Ραΐσι, αξίζει να αναφερθούμε στο πιο πρόσφατο παράδειγμα που αφορά στον αντιφρονούντα σκηνοθέτη Μοχάμεντ Ρασούλοφ (γενν. 1972).

Μόλις την περασμένη εβδομάδα έφτασε στην Ευρώπη έχοντας διαφύγει κρυφά από το Ιράν. Προ δύο εβδομάδων είχε καταδικαστεί από τις ιρανικές αρχές σε οκτώ χρόνια φυλάκιση, μαστίγωμα, πρόστιμο και δήμευση περιουσίας λόγω δημόσιων τοποθετήσεών του με τις οποίες επέκρινε τις αρχές για την αυταρχική συμπεριφορά τους. Καταδικάστηκε, επίσης, για τη συμμετοχή του στη δημιουργία ταινιών και ντοκιμαντέρ, στα οποία το δικαστήριο απέδωσε «πρόθεση διάπραξης εγκλήματος κατά της ασφάλειας της χώρας».

«Δεν είχα πολύ χρόνο να πάρω μια απόφαση. Έπρεπε να διαλέξω ανάμεσα στη φυλακή και να φύγω από το Ιράν. Με βαριά καρδιά επέλεξα την εξορία. Η Ισλαμική Δημοκρατία κατέσχεσε το διαβατήριό μου τον Σεπτέμβριο του 2017 και ως εκ τούτου, έπρεπε να φύγω από το Ιράν κρυφά» διευκρίνισε ο Ρασούλοφ, επικρίνοντας για ακόμα μία φορά τις μεθόδους καταστολής του ιρανικού καθεστώτος: «οι θανατικές ποινές εκτελούνται καθώς η Ισλαμική Δημοκρατία έχει βάλει στο στόχαστρο τις ζωές διαδηλωτών και ακτιβιστών για τα πολιτικά δικαιώματα. Η εγκληματική μηχανή της Ισλαμικής Δημοκρατίας παραβιάζει συνεχώς και συστηματικά τα ανθρώπινα δικαιώματα».

Μοχάμεντ Ρασούλοφ. Πηγή φωτ.: Shutterstock

Κατά του ιρανικού καθεστώτος και της παραβίασης των δικαιωμάτων έχουν επίσης στραφεί σκηνοθέτες όπως ο Τζαφάρ Παναχί τον οποίο αναφέραμε πιο πάνω. Υπενθυμίζω ότι από το 2010 εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψής του καθώς είχε καταδικαστεί σε δεκαετή κάθειρξη για προπαγάνδα εναντίον του ιρανικού συστήματος.

Το Φεβρουάριο του 2023 αφέθηκε ελεύθερος έπειτα από επτάμηνη κράτησή του κατά τη διάρκεια της οποίας έλαβαν χώρα πολύμηνες διαδηλώσεις μετά το θάνατο της Μαχσά Αμινί κατόπιν σύλληψής της από την αστυνομία ηθών για παραβίαση του νόμου περί χιτζάμπ. Άλλωστε, την αυστηρότερη εφαρμογή του ιρανικού «νόμου περί χιτζάμπ και αγνότητας» που περιορίζει το ντύσιμο και τη συμπεριφορά των γυναικών είχε διατάξει ο Ραΐσι λίγο διάστημα αφότου εκλέχθηκε πρόεδρος του Ιράν.

Πηγή: AP Photo/Markus Schreiber, File

Οι πρακτικές της εξουσίας «εγγράφονται» στα σώματα των πολιτών του Ιράν. Κάτι στο οποίο επικεντρώνεται και η ματιά του Παναχί, υπενθυμίζοντάς μας ότι για τους κατοίκους κάποιων χωρών η πατρίδα είναι συνώνυμη της φυλακής και οι μηχανισμοί εξουσίας τρόπον τινά οι χειροπέδες και οι αλυσίδες με τις οποίες προσπαθούν να τους φιμώσουν. Αυτό καταγράφεται και στην τελευταία ταινία του Τζαφάρ Παναχί, «Αρκούδες δεν υπάρχουν» (2022).

Παρότι στο στόχαστρο του καθεστώτος και ευρισκόμενος τότε σε κατ’ οίκον περιορισμό, είχε γράψει το σενάριο και είχε σκηνοθετήσει την ταινία, ως πράξη αντίστασης. Τα εξ ημισίας γυρίσματα της ταινίας έγιναν στην Τουρκία με τις εξ αποστάσεως σκηνοθετικές οδηγίες του Παναχί, ο οποίος έδινε το στίγμα του στα γυρίσματα με τη συμμετοχή του μέσω διαδικτυακών εφαρμογών, όπως το WhatsApp, είχε αναφέρει με το πέρας της προβολής της ταινίας, στο πλαίσιο του 63ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (2022), η Ιρανή ηθοποιός και πρωταγωνίστρια της ταινίας, Μίνα Καβανί, η οποία ζει αυτοεξόριστη στο Παρίσι.

Μεταξύ άλλων, η ταινία καταγράφει το αδιέξοδο που βιώνουν οι πολίτες στο Ιράν, ειδεμή οι γυναίκες, μία συναισθηματική κατάσταση αντίστοιχη της «Κραυγής» του Μουνκ. Όπως είχε τονίσει η Μίνα Καβάνι, «η τελευταία σκηνή δείχνει το αδιέξοδο που έχουν νέες και νέοι στο Ιράν. Θέλουν και πρέπει να φύγουν για να ζητήσουν έστω και φαντασιακά να έχουν μια ευκαιρία, μια νέα ζωή, μια νέα πραγματικότητα. Αλλά, στην πραγματικότητα, φεύγουν από τη μια φυλακή για να μπουν σε μια άλλη, καθώς υπάρχει αδιέξοδο».

Κρίσιμη ζώνη

Ο αντίκτυπος της συστηματικής καταπίεσης στο Ιράν είναι έντονος σε μία από τις τελευταίες «απαγορευμένες» ταινίες που γυρίστηκαν από το καθεστώς του Ραΐσι. Αναφέρομαι στην ταινία δρόμου «Κρίσιμη ζώνη» (Critical zone, 2023) την οποία ο Άλι Αχμαντζαντέχ (γενν. 1986) δημιούργησε παρά τις απαγορεύσεις να κάνει σινεμά και να βγει από τη χώρα του. «Η δημιουργία αυτής της ταινίας ήταν επανάσταση, η προβολή της μια ακόμα μεγαλύτερη νίκη» είχε τονίσει ο σκηνοθέτης κατά τη διάρκεια του 64ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (2023).

«Κρυμμένη» κάτω από τη ματιά της προεδρίας Ραΐσι, η ταινία γυρίστηκε με μη πραγματικούς ηθοποιούς και μόνιμα κρυμμένη κάμερα. Οι διάλογοι είναι ελάχιστοι, συνήθης είναι ο ήχος του αυτοκινήτου που διασχίζει την άσφαλτο και πιο σπάνια τον χωματόδρομο, καθοριστικός εκείνος του GPS διότι προειδοποιεί (με γυναικεία φωνή) για τον κίνδυνο που πλησιάζει και θα βλάψει τον κατέχοντα τη συσκευή.

H συστηματική καταπίεση, η αγωνία και ο φόβος που κυριαρχεί στο Ιράν εμφιλοχωρούν στην ταινία μέσω των προειδοποιήσεων του GPS: «κίνδυνος μπροστά», «αστυνομία μπροστά», «κάμερα της τροχαίας στο φωτεινό φανάρι» και «φύγε» που ενισχύουν το αίσθημα της καταδίωξης.

Η καταδίωξη κι η καταπίεση καταδεικνύονται στο Ιράν από όσα έρχονται στο φως της δημοσιότητας από τα ειδησεογραφικά μέσα καθώς και από την «απαγορευμένη» κινηματογραφική παραγωγή που αποτελούν τρόπον τινά «φωνή» αντίστασης από κοινού με τις όποιες αντιδράσεις για τη διαρκή καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η καταδίκη των σκηνοθετών που τολμούν να παρουσιάσουν την πραγματικότητα είναι μία ένδειξη ότι πράττουν (σ.σ οι σκηνοθέτες) ορθά. Το ότι οι ταινίες εν τέλει δημιουργούνται και προβάλλονται στο εξωτερικό είναι μία συμβολική ένδειξη ότι η τέχνη μπορεί αν βρει τρόπους και να αντεπιτεθεί στην εξουσία, παρά το άγρυπνο βλέμμα του Ραΐσι. Η τέχνη μπορεί και στηλιτεύει, αναδεικνύει και διαδίδει το γίγνεσθαι.