Πώς θα φτάσουμε μέσω της Τεχνητής Νοημοσύνης στο brain gain
Shutterstock
Shutterstock
Aναβάθμιση δεξιοτήτων

Πώς θα φτάσουμε μέσω της Τεχνητής Νοημοσύνης στο brain gain

«Στρατηγικό στόχο σε εθνικό επίπεδο», χαρακτηρίζει η πρώην διευθύντρια του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ), δρ. Εύη Σαχίνη, την αναβάθμιση και ανανέωση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, σε συνέντευξή της στο Liberal. Η δρ. Σαχίνη υπογραμμίζει ότι «η κατανόηση των τεχνολογικών αλλαγών και των αναγκών σε δεξιότητες είναι απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να προσδιοριστούν τα γενικού χαρακτήρα μέτρα που πρέπει να παρθούν για μία σειρά από επαγγέλματα».

Παράλληλα, η επικεφαλής του ΕΚΤ αναλύει τους βαθύτερους λόγους που η χώρα μας «αιμορραγεί» σε επίπεδο απασχόλησης εξαιτίας του brain drain και σημειώνει πως «το αποτέλεσμα της περιορισμένης ζήτησης εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα οδηγεί σε υποαπασχόληση, ετεροαπασχόληση, ή απασχόληση χωρίς σημαντικές προοπτικές».

Εξηγεί, εξάλλου, πώς η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να διαδραματίσει έναν καταλυτικό εργαλειακό ρόλο στην αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας.

Συνέντευξη στον Χρήστο Θ. Παναγόπουλο

Κυρία Σαχίνη, ο πρωθυπουργός έχει τονίσει επανειλημμένως το «στοίχημα» της παρούσας κυβέρνησης στο θέμα της απασχόλησης θα είναι το re-skilling και το up-skilling των εργαζομένων. Ποιες ενέργειες πιστεύετε ότι πρέπει να γίνουν, ώστε να αυξηθεί το επίπεδο κατάρτισης και εξειδίκευσης του ανθρώπινου δυναμικού; 

Η αναβάθμιση (up-skilling) και η ανανέωση (re-skilling) των δεξιοτήτων βρίσκονται στο επίκεντρο των αλλαγών, που συντελούνται τόσο στην εκπαίδευση, όσο και στην αγορά εργασίας, εξαιτίας των παγκόσμιων μετασχηματισμών από την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση. Τα συστήματα ανάπτυξης δεξιοτήτων στους εργαζόμενους πρέπει να προσαρμοστούν στους ταχείς μετασχηματισμούς που προκύπτουν από την αυτοματοποίηση, την ψηφιοποίηση και τις εξελισσόμενες αγορές εργασίας. Τα συστήματα πρέπει να γίνουν πιο εξατομικευμένα, προσβάσιμα εξ αποστάσεως και συνεχή καθ’ όλη τη διάρκεια της εργασιακής ζωής. Καθότι η ανάπτυξη δεξιοτήτων συμβάλλει στον διαρθρωτικό μετασχηματισμό και την οικονομική ανάπτυξη η υιοθέτηση αποτελεσματικών λύσεων βρίσκεται στον πυρήνα των παγκόσμιων μεταβάσεων και αποτελεί στρατηγικό στόχο σε εθνικό επίπεδο. 

Πολλές μελέτες προσπαθούν να σκιαγραφήσουν τον εργασιακό χάρτη της ψηφιακής εποχής κάνοντας εκτιμήσεις για τα επαγγέλματα που θα θιγούν περισσότερο και τις νέες θέσεις που θα δημιουργηθούν. Αυτό που διατυπώνεται ως βεβαιότητα είναι ότι κάθε εργαζόμενος, ανεξαρτήτως ηλικίας ή επαγγέλματος θα χρειαστεί αναβάθμιση και ανανέωση των δεξιοτήτων του.

Το 2019 ο OECD έκανε την εκτίμηση ότι στα επόμενα 15 χρόνια  οι νέες τεχνολογίες αυτοματισμού θα υποκαταστήσουν το 14% της παγκόσμιας εργασίας και θα μετασχηματίσουν δραστικά το 32% των υπόλοιπων θέσεων. Τα ποσοστά αυτά αναφέρονταν σε 1 δισεκατομμύριο εργαζόμενους παγκοσμίως, ενώ δεν είχαν λάβει υπόψη την έλευση του chatGPT και το ανερχόμενο κύμα της παραγωγικής Τεχνητής Νοημοσύνης (Generative AI) που έχει ήδη κατακτήσει τις αγορές.

Οι σημερινές τεχνολογικές εξελίξεις αλλάζουν τις απαιτήσεις για δεξιότητες με έναν συνεχώς επιταχυνόμενο ρυθμό. Ο μέσος όρος της ενεργούς ζωής των δεξιοτήτων προσδιορίζεται σε λιγότερο από 5 έτη και για ορισμένους τεχνολογικούς τομείς λιγότερο από 2,5 έτη. 

Οι νέες τεχνολογίες δεν χρησιμοποιούνται μόνο για τις επαναλαμβανόμενες εργασίες, αλλά μπορούν να διεκπεραιώσουν αποτελεσματικά σύνθετες γνωσιακές εργασίες όπως προγραμματισμό, συγγραφή εκθέσεων κ.ά. που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν πιο ασφαλείς εργασίες. Η πρόκληση βρίσκεται στο πόσο αποτελεσματικά και άμεσα οι ιδιωτικές και δημόσιες επιχειρήσεις και  οι αρμόδιοι κρατικοί οργανισμοί θα αντιμετωπίσουν το θέμα της αναβάθμισης των δεξιοτήτων των εργαζόμενων, ενώ σε βράχυ-μεσοπρόθεσμο ορίζοντα την πλήρη ανανέωση των δεξιοτήτων τους,  κάτι που αποτελεί μία ιδιαίτερα σύνθετη κοινωνική πρόκληση.

Η κατανόηση λοιπόν των τεχνολογικών αλλαγών και των αναγκών σε δεξιότητες είναι απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να προσδιοριστούν τα γενικού χαρακτήρα μέτρα που πρέπει να παρθούν για μία σειρά από επαγγέλματα.

Μείζον ζήτημα και πρωταρχικός στόχος παραμένει για τη χώρα μας η μετατροπή του φαινομένου του «brain drain» σε «brain gain». Με ποιους τρόπους θα μπορούσε να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, με βάση την επιστημονική σας εμπειρία; 

Βάσει των στοιχείων από σχετικές μελέτες που κάναμε, και σύμφωνα και με τη συζήτηση που έλαβε χώρα στο πρόσφατο συνέδριο που διοργανώσαμε με τίτλο «Μένω; Φεύγω; Επιστρέφω; Κινητικότητα εξειδικευμένου επιστημονικού δυναμικού: Προκλήσεις και ευκαιρίες για τα άτομα την κοινωνία και την οικονομία» το brain drain σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με τη δομή της ελληνικής οικονομίας, η οποία δεν παράγει σε σημαντική έκταση τουλάχιστον, αγαθά και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας, με αποτέλεσμα να περιορίζεται η ζήτηση για εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό.

Συμπληρωματικά αναφέρω και το γεγονός ότι δεν είναι επαρκώς κατανοητή η σημασία του εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού σε κρίσιμες θέσεις του Δημόσιου τομέα για την εξασφάλιση της αποτελεσματικότερη λειτουργία του. Το αποτέλεσμα της περιορισμένης ζήτησης εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα οδηγεί σε υποαπασχόληση, ετεροαπασχόληση, ή απασχόληση χωρίς σημαντικές προοπτικές.

Συμπληρωματικά με τα παραπάνω έχουμε καταγράψει και μία σειρά από πρόσθετους λόγους που οδηγούν στη φυγή και στην περιορισμένη επιστροφή αυτών που φεύγουν. Ως τέτοιοι αναφέρονται ο νεποτισμός, οι σχέσεις εκλογικής πελατείας, η έλλειψη αξιοκρατίας, η γραφειοκρατία, οι περιορισμένες κοινωνικές δομές κ.ά.  Για να σταματήσει η φυγή και να αρχίσουν να επιστρέφουν κάποιοι από αυτούς που έφυγαν, πρέπει να εξαλειφθούν ή τουλάχιστον να μετριαστούν οι λόγοι που οδήγησαν στη φυγή τους. Δηλαδή να αλλάξει, μακροπρόθεσμα, το υπόδειγμα ανάπτυξης της χώρας προς την κατεύθυνση της οικονομίας της γνώσης. Βραχυ-μεσοπρόθεσμα  εκτιμάται ότι η φυγή θα μπορούσε να περιοριστεί με την ενίσχυση της χρηματοδότησης της Έρευνας & Ανάπτυξης (Ε&Α) και με προσλήψεις προσωπικού σε πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, υγεία, παιδεία και ευρύτερα σε επιτελικές θέσεις στο Δημόσιο.

Για την επιστροφή εκτιμάται ότι θα απαιτηθούν και άλλες διαρθρωτικές αλλαγές που σχετίζονται με την εξασφάλιση ικανοποιητικών αμοιβών για τα υψηλής εξειδίκευσης στελέχη τόσο στο δημόσιο τομέα όσο και τον ιδιωτικό, αλλά και ανάλογες με τις χώρες που βρίσκονται κοινωνικές παροχές στις νέες οικογένειες, συστήματα υγείας, εκπαίδευσης κ.ά Για την αξιοποίηση του εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού που πλέον ζει και εργάζεται στο εξωτερικό μια ενδιαφέρουσα στόχευση αφορά  στην εικονική επιστροφή τους (virtual return). Δηλαδή στη διασύνδεσή  τους με την Ελληνική οικονομία. Στο ΕΚΤ από το 2017 έχουμε δημιουργήσει την πλατφόρμα «Γέφυρες Γνώσης & Συνεργασίας» που υπηρετεί αυτόν τον στόχο. 

Σε σχετικά πρόσφατη έρευνα του ΟΟΣΑ αναφέρεται ότι περισσότερες από το ένα τέταρτο των θέσεων εργασίας βασίζονται σε δεξιότητες που θα μπορούσαν να αυτοματοποιηθούν εύκολα με την επέλαση της Τεχνητής Νοημοσύνης. Σε αντίστοιχη έκθεση της Goldman Sachs επισημαίνεται ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη θα μπορούσε να αντικαταστήσει 300 εκατομμύρια θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης, με τους εργαζόμενους να φοβούνται ότι θα μπορούσαν να χάσουν τις δουλειές τους εξαιτίας της. Ποια η δική σας άποψη;

Η εργασία βρίσκεται στο σταυροδρόμι της 4ηςβιομηχανικής επανάστασης που συντελείται με προηγμένη ρομποτική, Τεχνητή Νοημοσύνη, Δίκτυο των πραγμάτων και άλλες αναδυόμενες τεχνολογίες, με πολύ πιο βαθιές και ταχύτερες αλλαγές από τις προηγούμενες επαναστάσεις. Όπως και εσείς αναφέρετε, υπάρχει η εκτίμηση, στη βάση των στοιχείων που συλλέγουν και επεξεργάζονται διεθνείς οργανισμοί, ότι μεγάλες κατηγορίες του σημερινού εργατικού δυναμικού κινδυνεύουν, γεγονός που δημιουργεί πίεση στις κυβερνήσεις, στους αρμόδιους για την εκπαίδευση και τις δεξιότητες, και φυσικά στους ίδιους τους εργαζόμενους που αισθάνονται ευάλωτοι.

Παρά το γεγονός ότι τα επιμέρους στοιχεία, από διάφορες μελέτες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας παρέχουν χρήσιμες  πληροφορίες για το πώς η τεχνολογία επηρεάζει τις απαιτούμενες δεξιότητες της αγοράς εργασίας, γνωρίζουμε ότι τα μετρούμενα αποτελέσματα είναι αποσπασματικά και στηρίζονται σε υποθέσεις. Για το λόγο αυτό παραπέμπω στις εκτιμήσεις της ευρωπαϊκής έρευνας δεξιοτήτων και θέσεων εργασίας του CEDEFOP και την αντίστοιχη του ΟΟΣΑ για τις δεξιότητες ενηλίκων που είναι πιο καθησυχαστικές από τις αρχικές ανησυχητικές προβλέψεις. 

Όπως και να έχει δεν μπορούμε παρά να αποδεχθούμε ότι τα δεδομένα αλλάζουν δραματικά τα τελευταία 2-3 χρόνια με τις εξελίξεις στην Τεχνητή Νοημοσύνη και ειδικότερα με την έλευση του ChatGPT (της παραγωγικής ΤΝ) που αποτέλεσε τομή. Διαφαίνεται ότι πολύ σύντομα δουλειές ρουτίνας θα  υποκατασταθούν σταδιακά από τις εξελίξεις στην Τεχνητή Νοημοσύνη (προγραμματισμός ρουτίνας, μεταφράσεις, μεταγλωττίσεις κ.λπ.).

Είναι τεράστιες οι αλλαγές που έρχονται και αφορούν το σύνολο της οργάνωσης της κοινωνίας (π.χ. το ChatGPT αλλάζει δραστικά τα δεδομένα στην εκπαίδευση).  Πρέπει να διασφαλίσουμε λοιπόν με κάθε τρόπο ότι οι αλλαγές αυτές θα βοηθήσουν την κοινωνία στο σύνολό της και δεν θα αυξήσουν περαιτέρω τις ανισότητες μεταξύ των χωρών, αλλά και στο εσωτερικό των χωρών σε κοινωνικό και  περιφερειακό επίπεδο και βέβαια να προστατευθούμε από το ενδεχόμενο κακής χρήσης ή κατάχρησης των τεράστιων δυνατοτήτων που δίνει η ΤΝ. 

Για παράδειγμα, αυτοματοποιώντας τις επαναλαμβανόμενες και χαμηλής ειδίκευσης θέσεις εργασίας η ΤΝ μπορεί να απελευθερώσει εργαζόμενους για να επικεντρωθούν σε δραστηριότητες υψηλότερης ειδίκευσης που απαιτούν δημιουργικότητα, κριτική σκέψη και ενσυναίσθηση. Ή πάλι οι συνέπειες της τεχνητής νοημοσύνης στην παροχή υγειονομικής περίθαλψης μπορεί να είναι εξαιρετικά σημαντικές.

Η δυνατότητα που δίνει η ΤΝ να αναλύονται γρήγορα και με ακρίβεια τεράστιες ποσότητες ιατρικών δεδομένων, συμβάλει στην καλύτερη διάγνωση των ασθενειών και μειώνει το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης. Το μέλλον της ΤΝ υπό την προϋπόθεση της αποτελεσματικής αντιμετώπισης των κινδύνων, μπορεί να αποφέρει τεράστια οφέλη, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης  της παραγωγικότητας, της ανάπτυξης της οικονομίας, της επιτάχυνσης της επιστήμης και της ενίσχυσης των προσπαθειών που γίνονται για την αντιμετώπιση των παγκόσμιων προκλήσεων όπως η κλιματική αλλαγή.

Διαβάζουμε στην ιστοσελίδα του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης ότι ο συγκεκριμένος οργανισμός έχει ως όραμα «τη διάχυση, με τους ελάχιστους περιορισμούς, της υπάρχουσας και της παραγόμενης γνώσης με σκοπό την επανάχρησή της στην έρευνα, την εκπαίδευση, την ανάπτυξη, την καινοτομία, την κοινωνία». Με ποιους τρόπους δύναται να συμβάλει το ΕΚΤ στην προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας στην Ελλάδα; 

Το ΕΚΤ, στο οποίο μέχρι πρόσφατα κατείχα τη θέση της Διευθύντριας, είναι ο εθνικός οργανισμός τεκμηρίωσης των εκροών και του αποτελέσματος της επιστημονικής και ερευνητικής δραστηριότητας της χώρας μας. Με το ρόλο της αρμόδιας Εθνικής Στατιστικής Αρχής, συλλέγει συστηματικά στοιχεία και παράγει τους δείκτες για τις ευρωπαϊκές στατιστικές που αφορούν τις δαπάνες και το προσωπικό που απασχολείται σε δραστηριότητες Έρευνας και Ανάπτυξης (Ε&Α), την κρατική χρηματοδότηση της Ε&Α, και  την Καινοτομία στις Ελληνικές Επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα παράγει εθνικές στατιστικές, που μετρούν και αποτυπώνουν σημαντικές διαστάσεις του συστήματος έρευνας, ανάπτυξης, καινοτομίας και ψηφιακής οικονομίας ης χώρας μας. Απόρροια αυτής της δραστηριότητας είναι μεταξύ των άλλων η παροχή έγκριτων δεδομένων στους αρμόδιους προκειμένου να σχεδιάσουν αποτελεσματικές πολιτικές που προωθούν την έρευνα και την καινοτομία.

Μέσα από τις υποδομές περιεχομένου οργανώνει και διαθέτει το εγχώριο γνωσιακό απόθεμα επιστήμης και πολιτισμού, ενώ παρέχει υψηλού επιπέδου ψηφιακές υπηρεσίες σε δημόσιους οργανισμούς για την οργάνωση και διάθεσης του ψηφιοποιημένου περιεχομένου που διαθέτουν. Διασφαλίζει ότι τα δημόσια δεδομένα είναι ανοικτά προσβάσιμα στον οποιοδήποτε αναζητά έγκριτη πληροφορία. 

Επιπρόσθετα παρέχει υπηρεσίες πληροφόρησης, δικτύωσης και συμβουλευτικής καθοδήγησης για τη συμμετοχή ερευνητικών ομάδων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα σε ευρωπαϊκά προγράμματα έρευνας και καινοτομίας.

Οι δράσεις και οι υπηρεσίες του αξιοποιούνται από την ακαδημαϊκή και ερευνητική κοινότητα, από τους φορείς μνήμης και πολιτισμού (βιβλιοθήκες, μουσεία, αρχεία), από την εκπαιδευτική κοινότητα, από την επιχειρηματική κοινότητα έντασης γνώσης και καινοτομίας, από τους ασκούντες πολιτικές στο χώρο δικαιοδοσίας του, αλλά και από διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς και επαγγελματικά δίκτυα.