Coronomics: Το επιχείρημα εναντίον του «κορονο-κεϋνσιανισμού»

Coronomics: Το επιχείρημα εναντίον του «κορονο-κεϋνσιανισμού»

Μολονότι δεν αποτελεί τεχνικά ύφεση (δύο τρίμηνα αρνητικής ανάπτυξης), μια σοβαρή οικονομική κάμψη λόγω του κορονοϊού φαίνεται βέβαιη σε όλες τις μεγάλες οικονομίες.

Το σηματοδοτούν οι αγορές. Το προβλέπουν οι κορυφαίοι οικονομολόγοι (μια πρόσφατη έρευνα γνώμης του IGM κατέδειξε ότι το 62% εξ αυτών “συμφωνούν” ότι θα συμβεί έναντι μόλις 8% που διαφωνούν). Και πολλοί ήδη «το αισθάνονται» - από διαταράξεις στις αλυσίδες παροχής και τις εργασιακές διαρρυθμίσεις, μέχρι την κατάρρευση της ζήτησης για υπηρεσίες αναψυχής, ταξιδιών και διασκέδασης.

Δεν πρόκειται όμως για μια συνήθη κάμψη. Οι οικονομολόγοι και οι σχολιαστές που μιλούν γι’ αυτή υπ’ αυτούς τους όρους και προωθούν τα συνήθη επιχειρήματα υπέρ των μέτρων “δημοσιονομικής τόνωσης” που θα ενθαρρύνουν τις δαπάνες για την “προστασία της οικονομίας”, δεν είναι σήμερα μόνο λάθος, αλλά και επικίνδυνοι.

Το πρώτο συμπέρασμα των οικονομικών του κορονοϊού είναι πως μια απότομη επιβράδυνση στη δραστηριότητα είναι αναγκαία για τον περιορισμό του ιού, καθώς αντιπροσωπεύει την λήψη κοινωνικής απόστασης που χρειάζεται για να μειωθεί η εξάπλωσή του. Ενώ συνήθως το ΑΕΠ είναι ένας εύλογος δείκτης οικονομικής υγείας, προσωρινά είναι άχρηστο ως δείκτης κοινωνικής ευμάρειας. Θα πρέπει να το αγνοήσουμε.

Δεύτερον, κεντρικός μας στόχος θα πρέπει να είναι να διασφαλίσουμε ότι αυτή η παύση της δραστηριόττηας δεν θα επιφέρει πιο μακροπρόθεσμη ζημιά. Θέλουμε να λειτουργήσει σαν μια κακή αγροτική περίοδος, ή μια εκτεταμένη “εβδομάδα Χριστουγέννων” - με μια ανάκαμψη που θα θυμίζει το λογότυπο της Nike ή, δεδομένου του ότι ένα μέρος των δαπανών δεν θα συμβεί ποτέ, μια ανάκαμψη με σχήμα V που θα ανακατανέμει τη δραστηριότητα μέσα στον χρόνο.

Και τα δύο αυτά σημεία συνεπάγονται ότι η επιτυχία των πολιτικών θα πρέπει να κριθεί όχι μόνο από το βραχυπρόθεσμο ΑΕΠ, αλλά από την ικανότητά μας να αντιμετωπίσουμε τις διαταράξεις στα ευάλωτα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, να εμποδίσουμε επιχειρηματικές αποτυχίες ή μαζικές απολύσεις σε βιώσιμες εταιρίες ή έντονες δυσχέρειες σε εκείνους που δεν διαθέτουν σημαντικές αποταμιεύσεις ή εργοδοτικά ωφελήματα. Μπορούμε να κρίνουμε την πιο μακροπρόθεσμη επιτυχία αποτιμώντας την πορεία του ΑΕΠ εντός 1-2 ετών.

Το ΑΕΠ πρέπει να πέσει και θα πέσει

Το Κράτος δεν μπορεί να κάνει πολλά σε ό,τι αφορά τη διατάραξη των αλυσίδων προσφοράς, τους ασθενείς εργαζόμενους ή την αναγκαία αυτο-απομόνωση. Αλλά και η καθυστέρηση των προσβολών από τον ιό, οι πολιτικές περιορισμού της εξάπλωσής του, το κλείσιμο των επιχειρήσεων και η εθελοντική απομόνωση μειώνουν τη βραχυπρόθεσμη ζήτηση σημαντικά. Ως αποτέλεσμα αυτών, το ΑΕΠ θα πέσει.

Η αρχική ελπίδα του (βρετανικού) Γραφείου Δημοσιονομικής Υπευθυνότητας (Office for Budget Responsibility - OBR) ότι ο κορονοϊός θα αφαιρέσει 0,1 ποσοστιαίες μονάδες από το βρετανικό ΑΕΠ φέτος είναι απελπιστικά παρωχημένη. Οι πολίτες μπορεί να εκπλαγούν την επόμενη φορά που θα δημοσιευθούν στοιχεία για το ΑΕΠ. Η Goldman Sachs υπολογίζει ότι το ΑΕΠ των ΗΠΑ θα μειωθεί κατά 5% το δεύτερο τρίμηνο του έτους και θα ανακάμψει με ραγδαία ανάπτυξη το τρίτο και το τέταρτο τρίμηνο. Ο ερευνητής του ΙΕΑ Julian Jessop εκτιμά ότι το βρετανικό ΑΕΠ μπορεί να μειωθεί κατά 6% αν το ένα πέμπτο των εργαζόμενων δεν μπορούν να πάνε στη δουλειά τους, ακόμη και με “μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης”.

Πρόκειται για μια κάμψη όμοια με αυτή της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Όμως η εκτίμηση αυτή μπορεί να είναι συντηρητική. Σύμφωνα με το μοντέλο του Simon Wren Lewis για την πανδημία της γρίπης, το κλείσιμο των σχολείων για 13 εβδομάδες και η περικοπή δαπανών διασκέδασης και κοινωνικών σχέσεων από τους καταναλωτές μπορεί να προκαλέσει μια πτώση τριμήνου του ΑΕΠ της τάξης του 21%, η οποία θα ανακάμψει ραγδαία σε μια ετήσια μείωση της τάξης του 4,5%.

Αν αυτό μοιάζει εξωπραγματικό, σκεφτείτε τις δικές σας δαπάνες. Μπορεί να φέρετε πιο μπροστά τις δαπάνες για τρόφιμα και ξοδεύετε περισσότερα για την ενέργεια στο σπίτι σας. Αλλά θα βάλετε στην άκρη δαπάνες για εστιατόρια, κινηματογράφους, συναυλίες και μπαρ, θα αναβάλετε αγορές αγαθών και θα εγκαταλείψετε προς το παρόν ταξίδια. Αν το πολλαπλασιάσετε αυτό σε ολόκληρο τον πληθυσμό θα δείτε γιατί οι οικονομολόγοι πιστεύουν ότι το σοκ της ζήτησης θα είναι μεγαλύτερο από το αρχικό σοκ της προσφοράς.

Δεν υπάρχει χρόνος για “τόνωση”

Υπό κανονικές συνθήκες και αντιμέτωποι με υφέσεις, οι κεϋνσιανοί υποστηρίζουν την εφαρμογή φοροελαφρύνσεων και μεταβιβάσεων για την ενθάρρυνση της κατανάλωσης ή κρατικά σχέδια υποδομών για την “τόνωση της οικονομίας”. Όμως η ενθάρρυνση σήμερα της οικονομικής δραστηριότητας θα επιδεινώσει την εξάπλωση του ιού. Και δεδομένου του ότι τα μέτρα απομόνωσης μειώνουν ούτως ή άλλως την τάση των ανθρώπων να δαπανούν, η ενθάρρυνση της κατανάλωσης δεν θα αποδώσει θετικά αποτελέσματα για την ενίσχυση της οικονομίας. Ο ήδη σχεδιασμένος δανεισμός των 18 δις λιρών που δεν σχετίζεται με τον κορονοϊό και τον οποίο ο Rishi Sunak παρουσίασε ως μέτρο “τόνωσης” στον προϋπολογισμό δεν θα λειτουργήσει έτσι.

Αυτό σημαίνει πως δεν θα πρέπει να γίνει τίποτα; Όχι. Μολονότι ιδανικά οι εταιρίες και τα νοικοκυριά θα είχαν λάβει υπόψη τον κίνδυνο μιας παγκόσμιας πανδημίας και θα ασφαλίζονταν έναντί του ή θα έχτιζαν προληπτικές αποταμιεύσεις, η πλειονότητα δεν το έχει κάνει. Δεδομένου του ότι οι κρατικές πολιτικές περιορισμού της εξάπλωσης του ιού αναγκαστικά θα επιτείνουν την απώλεια εισοδήματος, η αντιμετώπιση αυτής της εξέλιξης ως μιας φυσιολογικής προσαρμογής της αγοράς φαίνεται λανθασμένη. Δεν πρόκειται για κάποιο λάθος των επιχειρήσεων.

Όπως έχει παρατηρήσει ο Αμερικανός οικονομολόγος John Cochrane, το κλείσιμο κλάδων της οικονομίας μοιάζει με το κλείσιμο ενός πυρηνικού αντιδραστήρα. Πρέπει να γίνεται προσεκτικά. Επιχειρήσεις που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν μακροπρόθεσμα βιώσιμες στήνονται με την πλάτη στον τοίχο, καταστρέφοντας κεφάλαιο και καλούς εργασιακούς συνδυασμούς, δημιουργούν πολλά προβλήματα και δυνητικά παράγουν μια παρατεταμένη ύφεση και μια χρηματοπιστωτική κρίση. Σε αυτή την περίπτωση, τα νοικοκυριά με εργαζόμενους που προσωρινά απολύθηκαν ή βλέπουν τα εισοδήματά τους να καταρρέουν μπορεί να έχουν τα λάθος κίνητρα να αναζητήσουν αλλού εργασία, υπονομεύοντας έτσι τις προσπάθειες περιορισμού της εξάπλωσης του ιού.

Αυτές οι παρατηρήσεις είναι ο λόγος που πολλοί από μας που συνήθως αντιτιθέμεθα στην χρηματοπιστωτική επέκταση είμαστε λιγότερο εχθρικοί έναντι του κρατικού δανεισμού σήμερα. Αντί όμως για τη “συνολική ζήτηση”, θα πρέπει να εστιάσουμε στη ρευστότητα των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών ως μια οιονεί ασφαλιστική κάλυψη μιας απρόβλεπτης πανδημίας.

Να σταματήσουμε την οικονομική εξάπλωση

Το σύνολο των δεικτών που θα πρέπει να μας ενδιαφέρουν αυτή την περίοδο είναι τα αποτελέσματα στην υγεία, το κλείσιμο των επιχειρήσεων, η ανεργία και η απώλεια εισοδήματος για τους ευέλικτους εργαζόμενους, αντί για το ΑΕΠ. Ιδανικά θα πρέπει να σταματήσουμε την “εξάπλωση” του σοκ της ζήτησης πέρα από τους κλάδους και τις οικογένειες που προφανώς επηρεάζονται, όσο κι αν αυτό είναι δύσκολο, και να τις βοηθήσουμε να αντέξουν όσο γίνεται πιο ανώδυνα μέχρι την ανάκαμψη.

Τι μορφή μπορεί να έχει αυτό; Ο προϋπολογισμός έκανε κάποια σχετικά βήματα - επιπλέον πόροι για την υγεία, πληρωμή αδειών ασθενείας από την πρώτη μέρα, κάλυψη του κόστους των αδειών ασθενείας από τους φορολογούμενους για 14 ημέρες, μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, και δάνεια. Θα χρειαστεί όμως πολύ περισσότερη ανακούφιση για τα νοικοκυριά και τις εταιρίες. Και σ’ αυτόν τον ανάποδο κόσμο το να “πληρώνουμε τους ανθρώπους ώστε να μην εργάζονται” καθίσταται κάτι το προς το παρόν ενάρετο. Δεδομένης της ταχύτητας με την οποία εξελίσσεται η κρίση, τα υφιστάμενα προγράμματα - η πληρωμένη άδεια ασθενείας, το επίδομα αναζήτησης εργασίας (JSA), το πρόγραμμα καθολικής πίστωσης - πρέπει πιθανότατα να γίνουν πιο γενναιόδωρα με διεύρυνση των δικαιούχων.

Η υποστήριξη προς τις επιχειρήσεις πρέπει να έχει σαφείς κατευθυντήριες αρχές. Να αποζημιώνονται για κάθε νέο διάταγμα που τις επιβαρύνει. Να στηρίζονται οι κλάδοι μόνο εκεί που έχει καταρρεύσει η ζήτηση και όπου οι εταιρίες αντιμετωπίζουν περιορισμούς πίστωσης. Να αποφεύγονται οι βαριές και ευρείες διασώσεις και να ρυθμιστούν τα μοντέλα που θα εγκλωβίσουν μόνιμα τους ωφελούμενους. Να συνδεθούν τα δάνεια και φοροαπαλλαγές πέρα από αυτή τη συνθήκη με τη διατήρηση της απασχόλησης. Η γερμανική κυβέρνηση, που δεν φημίζεται για τη δημοσιονομική της χαλάρωση, χαλάρωσε και διεύρυνε αυτά τα προγράμματα χωρίς όριο ως προς το μέγεθος των πακέτων.

Δεν μπορώ να πιστέψω ότι το γράφω αυτό, αλλά αυτή τη φορά τα πράγματα είναι όντως διαφορετικά. Ναι, ένα μέρος της στήριξης θα δοθεί σε εταιρίες που καθίστανται μη βιώσιμες και ένα άλλο μέρος σε εταιρίες που δεν το χρειάζονται στην πραγματικότητα. Ναι, η κυβέρνηση θα πρέπει επίσης θα ιεραρχήσει προτεραιότητες αν πρόκειται να απορροφήσει τόσους πολλούς πόρους: ο Υπουργός Οικονομικών θα πρέπει να εκτρέψει χρήμα που σπαταλιέται σε άλλα προγράμματα και τμήματα προς την κατεύθυνση της υγείας, των επιχειρήσεων και των προσπαθειών ανακούφισης του εισοδήματος. Τα προγράμματα αναβάθμισης περιοχών μπορούν να περιμένουν.

Και ναι, οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να επιδεινώσουν περαιτέρω τις προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας καταστέλλοντας τη λεγόμενη “κερδοσκοπία”, περιορίζοντας το εμπόριο μέσω του προστατευτισμού, ή καθιστώντας αυτά τα προγράμματα που εμποδίζουν την προσφορά εργασίας μόνιμα. Στην πραγματικότητα θα πρέπει να εξετάσουμε τη χαλάρωση των ρυθμίσεων της αγοράς εργασίας σε ό,τι αφορά τις υπερωρίες, την εργασία τις Κυριακές και τους κανόνες εργασιακών ωραρίων, και να βελτιώσουμε τα φορολογικά κίνητρα για επενδύσεις, ώστε να δώσουμε στους καταστηματάρχες και τους παραγωγούς την καλύτερη δυνατή ευκαιρία να καλύψουν το κενό της χαμένης οικονομικής δραστηριότητας την περίοδο της ανάκαμψης.

Κυρίως όμως, προς το παρόν, θα πρέπει να κατανοήσουμε τους λόγους που το ΑΕΠ πρέπει να πέσει και θα πέσει, και να είμαστε ξεκάθαροι ως προς τον θεμελιώδη οικονομικό μας στόχο: να εμποδίσουμε αυτή την (ελπίζουμε) προσωρινή απότομη κρίση να ξεφύγει από τον έλεγχο.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο CapX.

*   *   *

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 17 Μαρτίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.