Έλλειψη δεξιοτήτων απασχολησιμότητας: Ώρα να ξυπνήσουμε

Έλλειψη δεξιοτήτων απασχολησιμότητας: Ώρα να ξυπνήσουμε

Γράφει ο Julie Favoli 

Στις ευρωπαϊκές χώρες, αυτή η περίοδος σηματοδοτεί για πολλούς αποφοίτους το τέλος μιας ακόμη ακαδημαϊκής χρονιάς. Λειτουργεί ως υπενθύμιση ότι υπάρχει μια τεράστια έλλειψη δεξιοτήτων απασχολησιμότητας μεταξύ των αποφοίτων, γεγονός που τους αφήνει παγιδευμένους σε ένα χάσμα μεταξύ των σχολών και της αγοράς εργασίας. Αυτό το ζήτημα δημιουργεί μακροπρόθεσμα προβλήματα στην οικονομία, με μελλοντικές θέσεις εργασίας να μείνουν κενές και την ανεργία να αυξάνεται μεταξύ των νέων. Έτσι, οι κυβερνήσεις πρέπει να μεταρρυθμίσουν τα πανεπιστήμια και τα προγράμματα προσλήψεων, επιτρέποντας στους φοιτητές να αποφοιτούν με τις απαραίτητες δεξιότητες ώστε να βρίσκουν θέσεις εργασίας που θα ταιριάζουν με τις ικανότητές τους.

Πρώτον, τα τελευταία 20 χρόνια στην Ευρώπη η ανεργία των νέων είναι διπλάσια ή και τριπλάσια από το γενικό ποσοστό ανεργίας. Ακόμα κι αν οι χώρες γενικά προετοιμάζουν εύλογα τους μαθητές, στην περίπτωση της Ιταλίας και της Γαλλίας, υπάρχουν «σοβαρές ελλείψεις» δεξιοτήτων. Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) τις αποκαλεί «βασικές ικανότητες» ή, πιο πρόσφατα, «δεξιότητες για κοινωνική πρόοδο», και συμπεριλαμβάνουν τους πέντε τομείς των απαραίτητων ικανοτήτων: επαγγελματική τεχνογνωσία, λειτουργική ευελιξία, διαχείριση καινοτομίας και γνώσης, κινητοποίηση ανθρώπινου δυναμικού και διεθνής προσανατολισμός. Επιπλέον, ένα άλλο ζήτημα είναι ότι τα πανεπιστήμια και οι εταιρείες συχνά κινούνται σε «παράλληλα σύμπαντα», οδηγώντας τους αποφοίτους φοιτητές σε κακή ευθυγράμμιση των προσδοκιών σταδιοδρομίας τους. Ως εκ τούτου, είναι επιτακτική η ανάγκη μεταρρύθμισης τόσο του πανεπιστημιακού εκπαιδευτικού συστήματος όσο και της νοοτροπίας στρατολόγησης των εταιρειών, ώστε να αποφευχθεί η αύξηση της συνολικής ανεργίας των νέων, κάτι που θα αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και τις οικονομίες τους.

Δεύτερον, στην περίπτωση της Γαλλίας, αυτό το ζήτημα παραμένει αναδυόμενο. Παρ’ όλο που η πρωτοβουλία του Κέντρου Σταδιοδρομίας στοχεύει στην ανάπτυξη ήπιων δεξιοτήτων (δηλαδή, δεξιοτήτων για κοινωνική πρόοδο), δεν αρκεί για την αντιμετώπιση του πυρήνα του ζητήματος. Σύμφωνα με την έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης για τη Γαλλία, ο συνολικός αριθμός των νέων θέσεων εργασίας ανά προσόν δείχνει ότι μόνο το 2% των μελλοντικών θέσεων εργασίας θα απαιτούν χαμηλό επίπεδο προσόντων. Επιπλέον, υπάρχει ο κίνδυνος της αναντιστοιχίας μεταξύ των δεξιοτήτων που απαιτούνται στην αγορά εργασίας και των προσόντων. Ως εκ τούτου, η νεοεκλεγείσα γαλλική κυβέρνηση θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα σε αυτό το ζήτημα εάν η Γαλλία θέλει να αποφύγει τις μακροπρόθεσμες συνέπειες ενός υψηλού ποσοστού ανεργίας των νέων στην οικονομία της.

Το 2021, η κυβέρνηση έχει ήδη μεταρρυθμίσει το Εθνικό Απολυτήριο, την τελική εξέταση πριν πάνε οι μαθητές στο πανεπιστήμιο και εγκαταλείψουν το λύκειο. Αντί να υπάρχουν τρεις ενότητες (Επιστημονικά, Οικονομικά και Λογοτεχνία), υπάρχουν πλέον βασικές και προαιρετικές ενότητες, όπως το αγγλοσαξονικό σύστημα. Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν έχει μεταρρυθμίσει τα πανεπιστημιακά προγράμματα, πράγμα που σημαίνει ότι οι μέθοδοι διδασκαλίας των πανεπιστημίων δεν είναι συγχρονισμένες με αυτές που εφαρμόζονται τώρα στα λύκεια. Αυτό δημιουργεί προβλήματα στους μαθητές μετά το Λύκειο και σε επίπεδο πανεπιστημιακών προγραμμάτων. Οι μαθητές καταλήγουν να μην αποκτούν τις απαραίτητες δεξιότητες για την κοινωνική τους πρόοδο και ξέρουν μόνο να επιλύουν εξαιρετικά σύνθετα μαθηματικά προβλήματα.

Η κυβέρνηση θα πρέπει να βελτιώσει περαιτέρω τα προγράμματα Εθνικού Απολυτηρίου αναλύοντας τις σχετικές προτάσεις που έλαβε από το 2021 και το 2022. Θα πρέπει επίσης να μεταρρυθμίσει πλήρως τα πανεπιστημιακά προγράμματα μαζί με το συνολικό σύστημα ώστε να υπάρχει συνέχεια μεταξύ γυμνασίου και πανεπιστημίου. Η εστίαση σε ήπιες και συμπληρωματικές δεξιότητες αντί στις παραδοσιακές επιστημονικές δεξιότητες θα οδηγούσε σε μια καλύτερη διαδικασία μάθησης που θα ενσωματώνει και τη διαχείριση αυτών των δεξιοτήτων για κοινωνική πρόοδο.

Τρίτον, οι σχολές επαγγελματικής κατάρτισης αντιπροσωπεύουν μια ήδη υπάρχουσα λύση στο πρόβλημα. Ωστόσο, αυτό μπορεί να λειτουργήσει μόνο για ένα μικρό ποσοστό μαθητών. Οι περισσότεροι μαθητές χρειάζονται σημαντικό χρόνο για να αποκτήσουν γενικές γνώσεις ευρείας βάσης πριν αποφασίσουν τι τους ενδιαφέρει. Επιπλέον, πρόκειται για μια βραχυπρόθεσμη λύση, καθώς τα περισσότερα από αυτά τα σχολεία διδάσκουν πρακτικές δεξιότητες. Ταυτόχρονα, πολλές θέσεις εργασίας απαιτούν επαγγελματική εξειδίκευση σε γνώση και πρακτική. Ως εκ τούτου, τα πλεονεκτήματα των σχολών επαγγελματικής κατάρτισης πρέπει να επισημανθούν για να καταδειχθεί πως όχι μόνο απευθύνονται σε μαθητές με μη ακαδημαϊκά ενδιαφέροντα, αλλά μπορούν να είναι χρήσιμα και για μαθητές με ακαδημαϊκή κλίση. Επιπλέον, οι βασικές και συγκεκριμένες γνώσεις θα πρέπει να συνεχίσουν να διδάσκονται αλλά σε ένα πιο επαγγελματικό πλαίσιο.

Ένα μέρος του προβλήματος μπορεί να επιλυθεί μέσω της εφαρμογής εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων. Ωστόσο, για να αντιμετωπιστεί πλήρως αυτό το ζήτημα, απαιτείται αλλαγή στη νοοτροπία των προσλήψεων, κυρίως σε γαλλικές εταιρείες, που συχνά ψάχνουν για τίτλους και ονόματα και όχι για πραγματικές ικανότητες και δεξιότητες. Η γαλλική καθώς και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ευρύτερα θα μπορούσαν να εισαγάγουν μια φορολογική μεταρρύθμιση στην εκπαίδευση για να ενθαρρύνουν τις εταιρείες να διασφαλίσουν ότι οι νέοι μεταπτυχιακοί φοιτητές θα ξεκινούν τη δουλειά τους με τις απαιτούμενες επαγγελματικές ικανότητες.

Ως εκ τούτου, η Γαλλία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να ανησυχούν για αυτό το συνεχιζόμενο πρόβλημα. Ακόμα κι αν κάθε χώρα έχει το δικό της εκπαιδευτικό σύστημα, όλες αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα που έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στις οικονομίες τους. Μακροπρόθεσμα, οι χώρες μεμονωμένα αλλά και στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να επανεξετάσουν τις προσεγγίσεις τους σχετικά με τα πανεπιστημιακά προγράμματα και την απασχόληση των νέων. Συνολικά, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να επαναξιολογήσουν τα πανεπιστημιακά τους προγράμματα και τα προγράμματα απασχόλησης για νέους μετά την αποφοίτησή τους. Θα πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτό το ζήτημα από τη σκοπιά του εργοδότη, παρέχοντας τα απαραίτητα εργαλεία για την ταχεία ενσωμάτωση των νέων στην αγορά εργασίας. Τέλος, θα πρέπει να αλλάξουν και τις νοοτροπίες που διέπουν τα εκπαιδευτικά τους συστήματα.

* Η Julie Favoli κάνει την πρακτική της στο δίκτυο Epicenter. Σπουδάζει War Studies στο King’s College.

** Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 3 Αυγούστου 2022 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του δικτύου Epicenter και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.