Γιατί τα αποτελέσματα των ενδιάμεσων εκλογών στις ΗΠΑ μπορεί να είναι καλά νέα για το εμπόριο

Γιατί τα αποτελέσματα των ενδιάμεσων εκλογών στις ΗΠΑ μπορεί να είναι καλά νέα για το εμπόριο

Του Ryan Young

Το εμπόριο ήταν ένα έντονα αμφισβητούμενο ζήτημα τα δύο πρώτα χρόνια της προεδρικής θητείας του Ντόναλντ Τραμπ. Στο διάστημα αυτό διπλασίασε τους δασμούς, άλλες χώρες επέβαλαν αντίστοιχους δασμούς ως αντίποινα, και οι εντάσεις είναι μάλλον απίθανο να μειωθούν στο εγγύς μέλλον. Αυτή η αναταραχή δεν θα αλλάξει με το νέο διαιρεμένο Κογκρέσο. Οι ενδιάμεσες εκλογές θα έχουν σημαντικές συνεπαγωγές για την εμπορική πολιτική τόσο βραχυπρόθεσμα, όσο και μεσο-μακροπρόθεσμα.

Το μεγαλύτερο βραχυπρόθεσμο ζήτημα είναι το τι θα συμβεί με τη συμφωνία NAFTA, που πλέον ονομάζεται Συμφωνία ΗΠΑ-Μεξικού-Καναδά United States-Mexico-Canada Agreement - USMC) μετά την αναδιαπραγμάτευσή της. Το Κογκρέσσο βρίσκεται σήμερα στη μέση ενός παραθύρου 90 ημερών στο οποίο πρέπει να ψηφίσει την αναθεωρημένη συμφωνία, αλλά οι Ρεπουμπλικανοί είναι χλιαροί. Πολλοί απ' αυτούς συμμερίζονται τον σκεπτικισμό των οικονομολόγων εναντίον του προστατευτισμού του Προέδρου Τραμπ. Την ίδια ώρα διστάζουν να ψηφίσουν εναντίον ενός Ρεπουμπλικανού Προέδρου - μάλιστα, κάποιοι Ρεπουμπλικανοί έκαναν ένα βήμα παραπάνω και άλλαξαν τη στάση τους ως προς το εμπόριο και άλλα ζητήματα από σεβασμό προς τον Πρόεδρο. Οι Ρεπουμπλικανοί που δεν επανεκλέγησαν αλλά παραμένουν στη θέση τους μέχρι το τέλος του έτους πιθανότατα θα σπρώξουν το ζήτημα στην επόμενη σύνθεση του Κογκρέσου προκειμένου να αποφύγουν αυτή τη γνωσιακή ασυμφωνία.

Κι εδώ εισέρχεται στην εικόνα η νέα πλειοψηφία των Δημοκρατικών στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Η νέα NAFTA/USMCA αλλάζει πολύ λίγα πράγματα σε ό,τι αφορά την πραγματική εμπορική πολιτική. Έχει όμως σημαντική συμβολική αξία ως πολιτική νίκη του Προέδρου Τραμπ. Οι Δημοκρατικοί θα θελήσουν να αρνηθούν αυτή τη νίκη στον Τραμπ. Θα διστάσουν όμως ταυτόχρονα να προκαλέσουν περαιτέρω εντάσεις με τις κυβερνήσεις του Καναδά και του Μεξικού, ισχυρούς συμμάχους που ανέχτηκαν πολλές προσβολές κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης, τόσο στο εσωτερικό όσο και από τον Πρόεδρο Τραμπ. Θα ήθελαν να έχουν να επιδείξουν κάτι έναντι των προσβολών αυτών, ακόμη κι αν αυτό είναι ότι απαλλάχτηκαν για λίγο από τον Πρόεδρο τραμπ. Αυτό θα παρακινούσε τους Δημοκρατικούς που ενδιαφέρονται για την εξωτερική πολιτική να υπερψηφίσουν την NAFTA/USMCA. Στο σημείο αυτό, είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς ποια παρώθηση είναι η ισχυρότερη.

Αυτό συμβαίνει εν μέρει λόγω του ότι οι Δημοκρατικοί είναι εξίσου διαιρεμένοι με τον Ρεπουμπλικανούς στα εμπορικά ζητήματα. Οι παραδοσιακοί Δημοκρατικοί συχνά υποστηρίζουν μια περισσότερο ή λιγότερο ελεύθερη προσέγγιση στο εμπόριο, όχι ιδιαίτερα διαφορετική από αυτή του μέσου Ρεπουμπλικανού υποστηρικτή του Τραμπ. Η αρχική NAFTA και η δημιουργία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου συνέβη υπό τον Μπιλ Κλίντον, και ο Πρόεδρος Ομπάμα υπέγραψε έξι εμπορικές συμφωνίες που ενίσχυσαν την απελευθέρωση του εμπορίου συνολικά. Για να πάμε ακόμη πιο πίσω, ο Πρόεδρος Κένεντι υπέγραψε έναν σημαντικό εμπορικό νόμο το 1962 που οδήγησε σε έναν πετυχημένο γύρο διεθνών διαπραγματεύσεων που φέρουν το όνομά του, οι οποίες μείωσαν δραστικά τους δασμούς ανά τον κόσμο. Ο Υπουργός Εξωτερικών του Φρανκλίνου Ρούσβελτ, Cordell Hull προφητικά υποστηρίξε ότι, αν δεν διασχίζουν τα σύνορα αγαθά, θα τα τα διασχίζουν στρατιώτες.

Οι Δημοκρατικοί υποστηρίζουν ολοένα και περισσότερο τον προστατευτισμό τα τελευταία χρόνια, με τον γερουσιαστή της Νέας Υόρκης Charles Schumer να υποστηρίζει μέχρι και την επιβολή ενός ενιαίου δασμού 27,5% επί των κινεζικών αγαθών στα μέσα της δεκαετίας του 2000. Αυτό τον διαφοροποιεί περίπου κατά 2,5% από τους δασμούς που επέβαλε ο Ντόναλντ Τραμπ. Η ηχηρή υποστήριξη της παρέμβασης του κράτους στο εμπόριο από τον Τραμπ έχει ωθήσει πολλούς Δημοκρατικούς κατά κάποιον τρόπο πίσω στην πλευρά του ελεύθερου εμπορίου.

Την ίδια ώρα, οι εργατικές και περιβαλλοντικές πτέρυγες του κόμματος τείνουν να διαφωνούν με το ελεύθερο εμπόριο. Τα εργατικά συμφέροντα βλέπουν συχνά τον προστατευτισμό ως μια ευκαιρία για προσοδοθηρία και υπονόμευση των ανταγωνιστών. Πολλοί ακτιβιστές του περιβάλλοντος ανακλαστικά αντιτίθενται σε πολιτικές που δημιουργούν πλούτο και ανάπτυξη. Η ιδεολογικώς αριστερή πτέρυγα του κόμματος κλίνει ομοίως προς τον προστατευτισμό. Ο γερουσιαστής του Βερμόντ Bernie Sanders παρουσιάζει μια άβολη ομοιότητα με τον Πρόεδρο Τραμπ ως προς τα ζητήματα του εμπορίου.

Στο μεσοδιάστημα μέχρι τις προεδρικές εκλογές του 2020, ο Ντόναλντ Τραμπ ελπίζει να επιδιώξει εμπορικές συμφωνίες με το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ιαπωνία. Όπως και με την NAFTA/USMCA, οι Δημοκρατικοί στη Βουλή των Αντιπροσώπων θα θελήσουν πιθανότατα να αρνηθούν μια πολιτική νίκη στον Πρόεδρο Τραμπ. Το ερώτημα είναι το αν οι Δημοκρατικοί μπορούν να υπερβούν επαρκώς τα δικά τους στοιχεία προστατευτισμού ώστε να ασκήσουν αποτελεσματική αντιπολίτευση.

Η σημαντικότερη μακροπρόθεσμη πολιτική που μπορεί να προέλθει από τις νέες ισορροπίες στο Κογκρέσο μοιάζει με το μεγαλύτερο πιθανό θετικό αποτέλεσμα της ρυθμιστικής μεταρρύθμισης: μια ανανεωμένη διάκριση των εξουσιών. Όπως ορίζει το Σύνταγμα, μόνο το Κογκρέσο έχει την εξουσία να φορολογεί. Το Κογκρέσο όμως μετέφερε μεγάλο μέρος της αρμοδιότητάς του για την επιβολή δασμών στον Πρόεδρο κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1960 και 1970. Αυτός είναι ο λόγος που ο Πρόεδρος Τραμπ μπόρεσε να επιβάλει τόσους πολλούς δασμούς χωρίς τη συμμετοχή του Κογκρέσου. Οι Δημοκρατοί θα πρέπει να χαλιναγωγήσουν την υπερβολικά ισχυρή εκτελεστική εξουσία και να διεκδικήσουν εκ νέου την αρχική δικαιοδοσία του Κογκρέσου επί της φορολόγησης.

Το εμπόριο θα είναι καυτό ζήτημα για τα επόμενα δύο χρόνια. Σε αντίθεση με τους Ρεπουμπλικανούς τους ομολόγους, η νέα πλειοψηφία των Δημοκρατικών στη Βουλή των Αντιπροσώπων μπορεί να ασκήσει αποτελεσματικό έλεγχο στις παρεμβατικές εμπορικές πολιτικές του Προέδρου Τραμπ. Για να επιτευχθεί όμως αυτό, θα πρέπει παράλληλα οι Δημοκρατικοι να ελέγξουν τις δικές τους λαϊκιστικές τάσεις. 'Ισως το άρθρο που συνέγραψα από κοινού με τον Iain Murray με τίτλο Traders of the Lost Ark μπορεί να χρησιμεύσει σ' αυτή την προσπάθεια ως οδηγός, όπως και τα εξαιρετικά έργα του Don Boudreaux και Pierre Lemieux.

 

O Ryan Young είναι στέλεχος του Competitive Enterprise Institute με ειδίκευση τις χρηματοπιστωτικές ρυθμίσεις και την νομισματική πολιτική.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 7 Νοεμβρίου 2018 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Foundation και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.

Φωτογραφία: AP